Σε 57 δισ ευρώ ή στο 27,7 % του ΑΕΠ έχουν φτάσει τα ληξιπρόθεσμα χρεη προς το δημόσιο, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Την ίδια ώρα, το Δημόσιο και οι δημόσιοι οργανισμοί, οφείλουν τεράστια ποσά σε επιχειρήσεις, προμηθευτές, φαρμακοποιούς, συνταξιούχους, κλπ., το συνολικό ποσό των οποίων είναι απροσδιόριστο, αλλά πρέπει να ξεπερνά τα 10 δισ ευρώ. Το κράτος δεν πληρώνει και το ίδιο κάνουν και οι χρεώστες προς το δημόσιο. Από τη μια μεριά το κράτος αδυνατεί να εισπράξει τα οφειλόμενα προς αυτό, και από την άλλη, δεν καταβάλλει τις οφειλές του. Για το μερικό έστω συγίρισμα των οικονομικών μας, αναμένουμαι τη…”δόση” μας που παρέχεται πλέον με το σταγονόμετρο, ως ένα σύγχρονο μαρτύριο της σταγόνας. Στην πραγματικότητα, η αδυναμία έκδοσης δικού μας χρήματος, έχει οδηγήσει τη χώρα σε μια ιδιόμορφη κατάσταση μερικής στάσης πληρωμών. Έχουμε πτωχεύσει, αλλά δεν το πολυσυζητάμε. Και έπεται συνέχεια.
Όπως αναλυτικά περιγράφει ο Πάνος Κακούρης στη Ναυτεμπορική της 17/12/2012,εκρηκτική αύξηση των ληξιπρόθεσμων και ανείσπρακτων οφειλών προς το Δημόσιο καταγράφηκε το 2011, όπως αποκαλύπτει η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που κατατέθηκε στη Βουλή, ενώ η αυξητική τάση των χρεών προς το Δημόσιο συνεχίστηκε και το 2012 λόγω της συρρίκνωσης των εισοδημάτων.
Το ύψος των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο το 2011 έφτασε στο ποσό των 44 δισ. ευρώ ή στο 21,1% του ΑΕΠ από 38,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2010. Σημειώνεται πως εντός του 2012 τα ληξιπρόθεσμα χρέη παρουσιάζουν νέα αύξηση και έχουν διαμορφωθεί μέχρι τον Οκτώβριο στο ποσό των 54 δισ. ευρώ ή στο 27,7% του ΑΕΠ.
Αναφορικά με τις εκκρεμείς οφειλές που έχουν φτάσει στο ποσό των 43,97 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2011, το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει πως το ποσό είναι μεγαλύτερο δεδομένου ότι δεν καταγράφονται τα βεβαιωθέντα αλλά μη εισπραχθέντα έσοδα των τελωνείων. Επικρίνει μάλιστα την τακτική των κυβερνήσεων, τονίζοντας πως επειδή δεν εισπράττονται τα βεβαιωθέντα, επιβάλλονται έκτακτες εισφορές.
Τα πρόσθετα χρέη του 2011 προέκυψαν επειδή, μετά την αφαίρεση των διαγραφών, τα βεβαιωθέντα έσοδα διαμορφώθηκαν σε 104,5 δισ. ευρώ, αλλά εισπράχθηκαν μόνο 55,2 δισ. ευρώ ή το 52,87%. Ακόμη, εντάσσει στο σύνολο των εγγυήσεων και εκείνων που έχουν χορηγηθεί στις τράπεζες, με συνέπεια το συνολικό τους ύψος να διαμορφώνεται σε 85 δισ. ευρώ, ενώ αφήνει αιχμές για τα πιστωτικά ιδρύματα για τη μη διοχέτευση ρευστότητας στην οικονομία.
Αναλυτικότερα οι παρατηρήσεις-επισημάνσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη δημοσιονομική διαχείριση είναι οι ακόλουθες:
1. Προκύπτει σημαντική απόκλιση από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, η οποία λαμβάνει χώρα επί σειρά ετών, τόσο ως προς το σκέλος των εσόδων όσο και ως προς το σκέλος των δαπανών, γεγονός το οποίο «δεν συνάδει με τις διατάξεις του Συντάγματος, σύμφωνα με τις οποίες όλα τα έσοδα και έξοδα του κράτους πρέπει να αναγράφονται στον προϋπολογισμό και στον απολογισμό. Στην προκειμένη περίπτωση, επειδή τα πραγματοποιούμενα έσοδα και έξοδα απέκλιναν σημαντικά από τις προβλέψεις, θα έπρεπε να είχε υποβληθεί στη Βουλή συμπληρωματικός ή διορθωτικός προϋπολογισμός προς ψήφιση, συνοδευόμενος από προσωρινό απολογισμό, «προκειμένου να διασφαλιστεί η δημοσιονομική νομιμότητα, η οποία αποσκοπεί στην εξασφάλιση της διαφάνειας καθώς και στην τήρηση των βασικών αρχών της ειλικρίνειας και της ακρίβειας».
2. Παρατηρείται μια σταδιακή ετήσια αύξηση του υπολοίπου που εκκρεμεί προς είσπραξη και αφορά ως επί το πλείστον βεβαιωθέντες άμεσους και έμμεσους φόρους παρελθόντων οικονομικών ετών, καθώς και πρόστιμα και χρηματικές ποινές. Το τελευταίο σε συνδυασμό με τη σημαντική απόκλιση των πιστωτικών εσόδων από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, την αύξηση δηλαδή του δημόσιου δανεισμού για την κάλυψη των πάσης φύσεως υποχρεώσεων του Δημοσίου, καταδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των εισπρακτικών μηχανισμών του κράτους και της επίσπευσης των μέτρων για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών και της εκδίκασης των φορολογικών υποθέσεων.
3. Παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις του δικαστηρίου σε δηλώσεις προηγούμενων ετών διαπιστώνεται ότι στο εισπρακτέο υπόλοιπο του κρατικού απολογισμού δεν έχουν ποτέ συμπεριληφθεί τα βεβαιωθέντα και μη εισπραχθέντα έσοδα των τελωνείων.
4. Ως προς το σκέλος των εσόδων, παρατηρείται υστέρηση των πραγματικά εισπραχθέντων έναντι των προβλέψεων του προϋπολογισμού, η οποία οφείλεται κυρίως στις εισπράξεις φορολογικών εσόδων, που είναι απόρροια της μείωσης των δαπανών για υπηρεσίες (αποδοχές και συντάξεις). Προκειμένου να αμβλυνθούν οι διαφορές εισπραχθεισών και προϋπολογισθεισών εισπράξεων κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού επιβλήθηκαν έκτακτες εισφορές στα φυσικά πρόσωπα και στην περιουσία, οι οποίες δεν αντιστάθμισαν την υστέρηση των εσόδων, μολονότι προβλεπόταν μη επανάληψη των έκτακτων εισφορών στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του υπό εξέταση οικονομικού έτους.
5. Ως προς το σκέλος των δαπανών, διαπιστώνεται η δημιουργία πρωτογενούς ελλείμματος ύψους 2.709 εκατ. ευρώ ή 1,3% του ΑΕΠ, ενώ διαπιστώνεται και μια αύξηση των δαπανών για την εξυπηρέτηση της δημόσιας πίστης (τόκοι, χρεολύσια και έξοδα εξυπηρέτησης), η οποία σε απόλυτα μεγέθη ανέρχεται σε 30.507.414.528,68 ευρώ.
6. Δεν έχει δημιουργηθεί μητρώο παγίων, ως μια εκ των παραδοχών κατά την έναρξη εφαρμογής της Λογιστικής της Τροποποιημένης Ταμιακής Βάσης. Διευκρινίζει ότι η δημιουργία μητρώου παγίων εφεξής αποτελεί μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις της λειτουργίας του συστήματος διπλογραφικής λογιστικής καταγραφής εν όψει του ότι δεν νοείται να ανέρχεται η αξία των παγίων στοιχείων της Κεντρικής Διοίκησης σε 160.588.348,63 ευρώ, όπως φαίνεται στο σχετικό πίνακα.
7. Στις απαιτήσεις χρήσης δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις των τελωνειακών εισπράξεων, οι οποίες με τη σειρά τους περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς τάξεως. Το τελευταίο δεν συνάδει με μια ορθή λογιστική απεικόνιση, καθόσον οι λογαριασμοί τάξεως παρέχουν μόνο πληροφορίες, χρήσιμα στατιστικά στοιχεία και γεγονότα, τα οποία δημιουργούν νομικές δεσμεύσεις, χωρίς ωστόσο να επιφέρουν άμεση ποσοτική μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία, ενώ δεν υπάρχει δυνατότητα από κοινού λειτουργίας τους με τους λογαριασμούς ουσίας της Γενικής Λογιστικής. Ως εκ τούτου, δεν παρέχεται μια κατά το δυνατό ορθή εκτίμηση για την είσπραξή τους.
8. Στις απαιτήσεις χρήσης δεν προσδιορίζεται το ύψος των επισφαλών απαιτήσεων της Κεντρικής Διοίκησης, οι οποίες έχουν υψηλή πιθανότητα αθέτησης μερικά ή ολικά, με αποτέλεσμα να μη διαμορφώνεται ορθή εκτίμηση και να μην καθορίζονται με σαφήνεια οι απαιτήσεις που τελικά θα εισπραχθούν.
9. Ως προς το σκέλος του παθητικού (υποχρεώσεις) δεν υφίστανται προβλέψεις για την κάλυψη πιθανής ζημίας ή ενδεχόμενης υποτίμησης των στοιχείων του ενεργητικού (αποτίμηση τέλους χρήσης), που σε κάθε περίπτωση πρέπει να πραγματοποιούνται έστω και κατά ικανοποιητική προσέγγιση. Για τις απαιτήσεις των καταπτώσεων των εγγυήσεων όφειλε να υπάρχει πρόβλεψη για πιθανή επισφάλεια, η οποία όμως δεν έχει πραγματοποιηθεί κατά την υπό εξέταση περίοδο.
10. Η μη ορθή απεικόνιση της Καθαρής Θέσης Πολιτών, η οποία παρουσιάζεται αρνητική, δυνητικώς όμως θα μπορούσε να προσδιοριζόταν σε ουσιωδώς διαφορετικό ύψος, καθώς αυτή επηρεάζεται άμεσα από τη μη υλοποίηση των προαναφερομένων λογιστικών υποχρεώσεων. «Εξάλλου, κατ’ αυτό τον τρόπο πλήττονται βασικές λογιστικές αρχές και ειδικότερα, αυτές της αντικειμενικότητας, της συντηρητικότητας, της συνέπειας των λογιστικών μεθόδων και αυτής της πλήρους γνωστοποίησής τους», αναφέρει το Ε.Σ.
11. Το Π.Δ. 15/2011 που παρέχει «ανεπίτρεπτη εξουσιοδότηση» στον υπουργό Οικονομικών να ορίζει ημερομηνία έναρξης, μεταξύ άλλων, για τις αποσβέσεις των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού, καθώς και για προβλέψεις πιθανής ζημίας ή ενδεχόμενης υποτίμησης των στοιχείων του ενεργητικού. «Αφενός μεν επηρεάζει άμεσα την ορθότητα των λογαριασμών του ισολογισμού και των λοιπών χρηματοοικονομικών καταστάσεων, αφετέρου, δε, αντιτίθεται στις βασικές λογιστικές αρχές, όπως αυτές προσδιορίζονται στο ίδιο το προεδρικό διάταγμα».
Ανάληψη των χρεών φορέων του Δημοσίου
Από την αποκαλυπτική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαπιστώνεται ακόμη ότι:
* Τα στοιχεία του ισολογισμού επηρεάζονται επιπλέον σε αρκετά σημαντικό βαθμό από τη μείωση της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης των εταιρειών, οι οποίες είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, καθώς και αυτών οι μετοχές των οποίων δεν διαπραγματεύονται, εξαιτίας της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας.
* Τα συνολικά χρηματικά διαθέσιμα, τα οποία τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, παρουσιάζουν αρνητικό υπόλοιπο, ενώ, από τη συσχέτιση των λογαριασμών της λογιστικής με αυτών της ΤτΕ, προκύπτει μια σημαντική διαφορά, η οποία ανέρχεται σε 1.481.180.290,51 ευρώ. Για την απόκλιση αυτή, δεν έχουν δοθεί οι απαραίτητες διευκρινίσεις, που να τη δικαιολογούν, ενώ παρατηρείται και μια αύξηση σε σχέση με την απογραφή κατά την 31.12.2010. Για το λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτητη η διενέργεια ελέγχου, προκειμένου να προσδιοριστούν τα σφάλματα και να γίνουν οι σχετικές λογιστικές διορθώσεις κατά την επόμενη οικονομική χρήση.
* Το ύψος του δημοσίου χρέους κατά την 31.12.2011 διαμορφώνεται σε 367,95 δισ. ευρώ ή 176,45% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά 27,66 δισ. ευρώ ή 8,14% σε σύγκριση με το 2010, εξέλιξη που οφείλεται στην κάλυψη του ελλείμματος της Κεντρικής Κυβέρνησης, στην ανάληψη χρεών φορέων Γενικής Κυβέρνησης και στην εξόφληση υποχρεώσεων παλαιοτέρων ετών.
* Οι χορηγηθείσες εγγυήσεις ανέρχονται κατά την 31.12.2011 στο ποσό των 85,04 δισ. ευρώ ή 40,78% του ΑΕΠ, ενώ περιλαμβάνονται για πρώτη φορά και οι εγγυήσεις του προς τα πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής, οι οποίες ανέρχονται σε 65,09 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 18,5 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το 2010.
Όπως αναλυτικά περιγράφει ο Πάνος Κακούρης στη Ναυτεμπορική της 17/12/2012,εκρηκτική αύξηση των ληξιπρόθεσμων και ανείσπρακτων οφειλών προς το Δημόσιο καταγράφηκε το 2011, όπως αποκαλύπτει η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που κατατέθηκε στη Βουλή, ενώ η αυξητική τάση των χρεών προς το Δημόσιο συνεχίστηκε και το 2012 λόγω της συρρίκνωσης των εισοδημάτων.
Το ύψος των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο το 2011 έφτασε στο ποσό των 44 δισ. ευρώ ή στο 21,1% του ΑΕΠ από 38,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2010. Σημειώνεται πως εντός του 2012 τα ληξιπρόθεσμα χρέη παρουσιάζουν νέα αύξηση και έχουν διαμορφωθεί μέχρι τον Οκτώβριο στο ποσό των 54 δισ. ευρώ ή στο 27,7% του ΑΕΠ.
Αναφορικά με τις εκκρεμείς οφειλές που έχουν φτάσει στο ποσό των 43,97 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2011, το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει πως το ποσό είναι μεγαλύτερο δεδομένου ότι δεν καταγράφονται τα βεβαιωθέντα αλλά μη εισπραχθέντα έσοδα των τελωνείων. Επικρίνει μάλιστα την τακτική των κυβερνήσεων, τονίζοντας πως επειδή δεν εισπράττονται τα βεβαιωθέντα, επιβάλλονται έκτακτες εισφορές.
Τα πρόσθετα χρέη του 2011 προέκυψαν επειδή, μετά την αφαίρεση των διαγραφών, τα βεβαιωθέντα έσοδα διαμορφώθηκαν σε 104,5 δισ. ευρώ, αλλά εισπράχθηκαν μόνο 55,2 δισ. ευρώ ή το 52,87%. Ακόμη, εντάσσει στο σύνολο των εγγυήσεων και εκείνων που έχουν χορηγηθεί στις τράπεζες, με συνέπεια το συνολικό τους ύψος να διαμορφώνεται σε 85 δισ. ευρώ, ενώ αφήνει αιχμές για τα πιστωτικά ιδρύματα για τη μη διοχέτευση ρευστότητας στην οικονομία.
Αναλυτικότερα οι παρατηρήσεις-επισημάνσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου στη δημοσιονομική διαχείριση είναι οι ακόλουθες:
1. Προκύπτει σημαντική απόκλιση από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, η οποία λαμβάνει χώρα επί σειρά ετών, τόσο ως προς το σκέλος των εσόδων όσο και ως προς το σκέλος των δαπανών, γεγονός το οποίο «δεν συνάδει με τις διατάξεις του Συντάγματος, σύμφωνα με τις οποίες όλα τα έσοδα και έξοδα του κράτους πρέπει να αναγράφονται στον προϋπολογισμό και στον απολογισμό. Στην προκειμένη περίπτωση, επειδή τα πραγματοποιούμενα έσοδα και έξοδα απέκλιναν σημαντικά από τις προβλέψεις, θα έπρεπε να είχε υποβληθεί στη Βουλή συμπληρωματικός ή διορθωτικός προϋπολογισμός προς ψήφιση, συνοδευόμενος από προσωρινό απολογισμό, «προκειμένου να διασφαλιστεί η δημοσιονομική νομιμότητα, η οποία αποσκοπεί στην εξασφάλιση της διαφάνειας καθώς και στην τήρηση των βασικών αρχών της ειλικρίνειας και της ακρίβειας».
2. Παρατηρείται μια σταδιακή ετήσια αύξηση του υπολοίπου που εκκρεμεί προς είσπραξη και αφορά ως επί το πλείστον βεβαιωθέντες άμεσους και έμμεσους φόρους παρελθόντων οικονομικών ετών, καθώς και πρόστιμα και χρηματικές ποινές. Το τελευταίο σε συνδυασμό με τη σημαντική απόκλιση των πιστωτικών εσόδων από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, την αύξηση δηλαδή του δημόσιου δανεισμού για την κάλυψη των πάσης φύσεως υποχρεώσεων του Δημοσίου, καταδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των εισπρακτικών μηχανισμών του κράτους και της επίσπευσης των μέτρων για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών και της εκδίκασης των φορολογικών υποθέσεων.
3. Παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις του δικαστηρίου σε δηλώσεις προηγούμενων ετών διαπιστώνεται ότι στο εισπρακτέο υπόλοιπο του κρατικού απολογισμού δεν έχουν ποτέ συμπεριληφθεί τα βεβαιωθέντα και μη εισπραχθέντα έσοδα των τελωνείων.
4. Ως προς το σκέλος των εσόδων, παρατηρείται υστέρηση των πραγματικά εισπραχθέντων έναντι των προβλέψεων του προϋπολογισμού, η οποία οφείλεται κυρίως στις εισπράξεις φορολογικών εσόδων, που είναι απόρροια της μείωσης των δαπανών για υπηρεσίες (αποδοχές και συντάξεις). Προκειμένου να αμβλυνθούν οι διαφορές εισπραχθεισών και προϋπολογισθεισών εισπράξεων κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού επιβλήθηκαν έκτακτες εισφορές στα φυσικά πρόσωπα και στην περιουσία, οι οποίες δεν αντιστάθμισαν την υστέρηση των εσόδων, μολονότι προβλεπόταν μη επανάληψη των έκτακτων εισφορών στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του υπό εξέταση οικονομικού έτους.
5. Ως προς το σκέλος των δαπανών, διαπιστώνεται η δημιουργία πρωτογενούς ελλείμματος ύψους 2.709 εκατ. ευρώ ή 1,3% του ΑΕΠ, ενώ διαπιστώνεται και μια αύξηση των δαπανών για την εξυπηρέτηση της δημόσιας πίστης (τόκοι, χρεολύσια και έξοδα εξυπηρέτησης), η οποία σε απόλυτα μεγέθη ανέρχεται σε 30.507.414.528,68 ευρώ.
6. Δεν έχει δημιουργηθεί μητρώο παγίων, ως μια εκ των παραδοχών κατά την έναρξη εφαρμογής της Λογιστικής της Τροποποιημένης Ταμιακής Βάσης. Διευκρινίζει ότι η δημιουργία μητρώου παγίων εφεξής αποτελεί μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις της λειτουργίας του συστήματος διπλογραφικής λογιστικής καταγραφής εν όψει του ότι δεν νοείται να ανέρχεται η αξία των παγίων στοιχείων της Κεντρικής Διοίκησης σε 160.588.348,63 ευρώ, όπως φαίνεται στο σχετικό πίνακα.
7. Στις απαιτήσεις χρήσης δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις των τελωνειακών εισπράξεων, οι οποίες με τη σειρά τους περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς τάξεως. Το τελευταίο δεν συνάδει με μια ορθή λογιστική απεικόνιση, καθόσον οι λογαριασμοί τάξεως παρέχουν μόνο πληροφορίες, χρήσιμα στατιστικά στοιχεία και γεγονότα, τα οποία δημιουργούν νομικές δεσμεύσεις, χωρίς ωστόσο να επιφέρουν άμεση ποσοτική μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία, ενώ δεν υπάρχει δυνατότητα από κοινού λειτουργίας τους με τους λογαριασμούς ουσίας της Γενικής Λογιστικής. Ως εκ τούτου, δεν παρέχεται μια κατά το δυνατό ορθή εκτίμηση για την είσπραξή τους.
8. Στις απαιτήσεις χρήσης δεν προσδιορίζεται το ύψος των επισφαλών απαιτήσεων της Κεντρικής Διοίκησης, οι οποίες έχουν υψηλή πιθανότητα αθέτησης μερικά ή ολικά, με αποτέλεσμα να μη διαμορφώνεται ορθή εκτίμηση και να μην καθορίζονται με σαφήνεια οι απαιτήσεις που τελικά θα εισπραχθούν.
9. Ως προς το σκέλος του παθητικού (υποχρεώσεις) δεν υφίστανται προβλέψεις για την κάλυψη πιθανής ζημίας ή ενδεχόμενης υποτίμησης των στοιχείων του ενεργητικού (αποτίμηση τέλους χρήσης), που σε κάθε περίπτωση πρέπει να πραγματοποιούνται έστω και κατά ικανοποιητική προσέγγιση. Για τις απαιτήσεις των καταπτώσεων των εγγυήσεων όφειλε να υπάρχει πρόβλεψη για πιθανή επισφάλεια, η οποία όμως δεν έχει πραγματοποιηθεί κατά την υπό εξέταση περίοδο.
10. Η μη ορθή απεικόνιση της Καθαρής Θέσης Πολιτών, η οποία παρουσιάζεται αρνητική, δυνητικώς όμως θα μπορούσε να προσδιοριζόταν σε ουσιωδώς διαφορετικό ύψος, καθώς αυτή επηρεάζεται άμεσα από τη μη υλοποίηση των προαναφερομένων λογιστικών υποχρεώσεων. «Εξάλλου, κατ’ αυτό τον τρόπο πλήττονται βασικές λογιστικές αρχές και ειδικότερα, αυτές της αντικειμενικότητας, της συντηρητικότητας, της συνέπειας των λογιστικών μεθόδων και αυτής της πλήρους γνωστοποίησής τους», αναφέρει το Ε.Σ.
11. Το Π.Δ. 15/2011 που παρέχει «ανεπίτρεπτη εξουσιοδότηση» στον υπουργό Οικονομικών να ορίζει ημερομηνία έναρξης, μεταξύ άλλων, για τις αποσβέσεις των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού, καθώς και για προβλέψεις πιθανής ζημίας ή ενδεχόμενης υποτίμησης των στοιχείων του ενεργητικού. «Αφενός μεν επηρεάζει άμεσα την ορθότητα των λογαριασμών του ισολογισμού και των λοιπών χρηματοοικονομικών καταστάσεων, αφετέρου, δε, αντιτίθεται στις βασικές λογιστικές αρχές, όπως αυτές προσδιορίζονται στο ίδιο το προεδρικό διάταγμα».
Ανάληψη των χρεών φορέων του Δημοσίου
Από την αποκαλυπτική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαπιστώνεται ακόμη ότι:
* Τα στοιχεία του ισολογισμού επηρεάζονται επιπλέον σε αρκετά σημαντικό βαθμό από τη μείωση της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης των εταιρειών, οι οποίες είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, καθώς και αυτών οι μετοχές των οποίων δεν διαπραγματεύονται, εξαιτίας της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας.
* Τα συνολικά χρηματικά διαθέσιμα, τα οποία τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, παρουσιάζουν αρνητικό υπόλοιπο, ενώ, από τη συσχέτιση των λογαριασμών της λογιστικής με αυτών της ΤτΕ, προκύπτει μια σημαντική διαφορά, η οποία ανέρχεται σε 1.481.180.290,51 ευρώ. Για την απόκλιση αυτή, δεν έχουν δοθεί οι απαραίτητες διευκρινίσεις, που να τη δικαιολογούν, ενώ παρατηρείται και μια αύξηση σε σχέση με την απογραφή κατά την 31.12.2010. Για το λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτητη η διενέργεια ελέγχου, προκειμένου να προσδιοριστούν τα σφάλματα και να γίνουν οι σχετικές λογιστικές διορθώσεις κατά την επόμενη οικονομική χρήση.
* Το ύψος του δημοσίου χρέους κατά την 31.12.2011 διαμορφώνεται σε 367,95 δισ. ευρώ ή 176,45% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά 27,66 δισ. ευρώ ή 8,14% σε σύγκριση με το 2010, εξέλιξη που οφείλεται στην κάλυψη του ελλείμματος της Κεντρικής Κυβέρνησης, στην ανάληψη χρεών φορέων Γενικής Κυβέρνησης και στην εξόφληση υποχρεώσεων παλαιοτέρων ετών.
* Οι χορηγηθείσες εγγυήσεις ανέρχονται κατά την 31.12.2011 στο ποσό των 85,04 δισ. ευρώ ή 40,78% του ΑΕΠ, ενώ περιλαμβάνονται για πρώτη φορά και οι εγγυήσεις του προς τα πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής, οι οποίες ανέρχονται σε 65,09 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 18,5 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου