Οι μίζες του νέου αιώνα
Τρέμουν μήπως σπάσει το κύκλωμα Λιακουνάκου • Ποιους «καίει» η απολογία-ποταμός του Αντώνη Κάντα• 2 δισ. μίζες για αγορές όπλων 20 δισ. ευρώ σε 25 χρόνια
■ Μαύρη Πρωτοχρονιά από το Μανχάταν έως την Κουρσεβέλ κάνουν Ελληνες κροίσοι μετά την αποκάλυψη του μεγαλύτερου κυκλώματος διαφθοράς όλων των εποχών
■ «Οπλάδες», μεγαλοπρομηθευτές του Δημοσίου, υπουργοί, πολιτικοί, αξιωματικοί, νομικοί, εκδότες-μεσάζοντες και μεγαλοδημοσιογράφοι στο στόχαστρο του ανακριτή
■ Λιακουνάκος, Δαφέρμος, Μπαρτζώκας, Κομνόπουλος στους 10 εμπόρους όπλων και αντιπροσώπους ξένων εταιρειών που κατονομάζει
Καταιγιστικές εξελίξεις σε ένα παρασιτικό σύστημα που είχε μάθει να συντηρείται και να πλουτίζει εκμεταλλευόμενο τις αγορές όπλων από την Ελλάδα τη δεκαετία μετά την κρίση των Ιμίων πυροδοτεί η σύλληψη του Αντώνη Κάντα. Στο σύστημα της διαπλοκής περιλαμβάνονται έμποροι όπλων, πολιτικοί, υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Αμυνας, αξιωματικοί, νομικοί, ακόμη και εκπρόσωποι του δημοσιογραφικού κατεστημένου. Η άκρη του νήματος βρέθηκε όταν ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής Εξοπλισμών την περίοδο 1996-2002 εκλήθη από τους ανακριτές να εξηγήσει πώς βρέθηκαν στους λογαριασμούς του ποσά που δεν δικαιολογούνταν από την επαγγελματική του πορεία.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο αντεισαγγελέας κ. Παναγιώτης Νικολούδης, πρόεδρος της αρχής για την καταπολέμηση μαύρου χρήματος, εντόπισε το ιλιγγιώδες ποσό των 13.700.000 δολαρίων σε λογαριασμό του Α. Κάντα σε τράπεζα της Σιγκαπούρης. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την… καριέρα του Α. Κάντα στον κόσμο των εξοπλισμών, αλλά και για την αποκάλυψη ενός συμπλέγματος εμπόρων όπλων, αντιπροσώπων, συμβούλων, αξιωματικών, εκπροσώπων του εκδοτικού κατεστημένου και κυβερνητικών στελεχών που μοιράζονταν χρήματα τα οποία προορίζονταν για να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας. Από τα εκατομμύρια μίζες που μοιράζονταν δεξιά κι αριστερά για να υλοποιηθούν χωρίς καθυστερήσεις και αστερίσκους οι προαποφασισμένες αγορές όπλων προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα που αγόραζαν οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν υπερκοστολογημένα, σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων. Στις περισσότερες εξ αυτών που σήμερα απασχολούν τη Δικαιοσύνη και αφορούν την περίοδο 1996-2006, τότε που οι ελληνικές κυβερνήσεις έτρεχαν σε μια παράλογη κούρσα εξοπλισμών, οι ανάγκες για αγορά οπλικών συστημάτων δεν ήταν πραγματικές, αλλά κατασκευάζονταν με κριτήριο τις μίζες που θα μπορούσε να αποφέρει κάθε πρόγραμμα στους εμπλεκομένους…
Οι ανακριτές υπολογίζουν ότι την περίοδο 1996-2005 που οι Ελληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν 20 δισ. ευρώ μόνο για τις αγορές μεγάλων οπλικών συστημάτων διακινήθηκαν μίζες περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η τυπικά νομιμοφανής διαδικασία ξεκινούσε από μια κεντρική συμφωνία του υπουργού με τους εμπόρους όπλων και στη συνέχεια οι επιτροπές των αξιωματικών και τα υπόλοιπα μέλη της ιεραρχίας αναλάμβαναν να επικυρώνουν συμφωνώντας και να προωθούν τις συμβάσεις χωρίς καθυστερήσεις… Αυτό αποκαλύπτει στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφερόμενος στον τρόπο που λειτουργούσαν επί των ημερών του οι Ακης Τσοχατζόπουλος και Γιάννης Σμπώκος. Πιεζόμενος από τους ανακριτές κυρίους Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλο, ο Α. Κάντας, ο οποίος κάποτε θεωρούνταν μυστικοπαθής, άρχισε να αποκαλύπτει μυστικά που είχε καλά κρυμμένα στο αρχείο του, προσωπικές σημειώσεις μιας πορείας που σημαδεύτηκε από «δώρα» εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία είχε εθιστεί να λαμβάνει από εμπόρους και αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
Ο Λιακουνάκος και τα Leopard
Ο Α. Κάντας περιέγραψε μια συνάντηση που είχε στο γραφείο του με τον επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκο τον Δεκέμβριο του 2001, όταν τελικά «πείστηκε» να μη φέρει κανένα πρόβλημα στη διαδικασία προμήθειας των αρμάτων Leopard 2. Σε αντάλλαγμα ο Α. Κάντας βρέθηκε με ένα σακ βουαγιάζ με 600.000 ευρώ.
Στο ερώτημα γιατί ο επιχειρηματίας τον δωροδόκησε με ένα τόσο μεγάλο ποσό, ο Α. Κάντας, ο οποίος ήταν στη Διεύθυνση Εξοπλισμών από το 1996 μέχρι τις αρχές του 2002 (δηλαδή όλο το διάστημα της υπουργίας του Α. Τσοχατζόπουλου και τους πρώτους μήνες της υπουργίας του Γιάννου Παπαντωνίου), είπε ότι την εποχή εκείνη ο Θ. Λιακουνάκος ενδιαφερόταν για το συμβόλαιο των γερμανικών αρμάτων τύπου Leopard. Οι διαπραγματεύσεις ήδη είχαν ξεκινήσει από το 2000 και το συμβόλαιο που ανήλθε στο ιλιγγιώδες ποσό των 1,7 δισ. ευρώ υπεγράφη το 2003. Ο Α. Κάντας, σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος στους ανακριτές, είχε μεταφέρει στον Γ. Παπαντωνίου τη διαφωνία του για την απόκτηση νέων αρμάτων μάχης, με το επιχείρημα ότι η χώρα δεν χρειαζόταν περισσότερα άρματα. Μάλιστα υποστήριξε ότι τη διαφωνία του την είχε μεταφέρει και στον Γ. Παπαντωνίου λίγες εβδομάδες προτού λάβει το σακ βουαγιάζ με τα 600.000 ευρώ από τον Θ. Λιακουνάκο.
«Με πλήρωναν γιατί είχα τη δυνατότητα να μπλοκάρω τα προγράμματα», απάντησε κυνικά ο Α. Κάντας στο ερώτημα των ανακριτών γιατί οι έμποροι όπλων τού έδιναν μίζες και εξηγώντας έτσι εμμέσως γιατί σταμάτησε να εκφράζει τις αντιρρήσεις του για την προμήθεια των Leopard αφού εισέπραξε τη μίζα των 600.000 ευρώ. Στο ερώτημα αν δωροδοκήθηκαν και ανώτεροί του, ο Α. Κάντας υποστήριξε ευθέως ότι αυτό συνέβαινε. «Με βάση τον κοινό νου, θεωρώ απίθανο να μην πήραν παράνομες προμήθειες οι από πάνω μου», απάντησε στους ανακριτές ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών.
«Μας δίνεις μαρίδες, θέλουμε καρχαρίες…»
Οταν οι ανακριτές ζήτησαν από τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών να απαριθμήσει συγκεκριμένα τις υποθέσεις για τις οποίες πήρε μίζες, εκείνος εξέφρασε αδυναμία να μιλήσει με συγκεκριμένα ποσά με τα οποία δωροδοκήθηκε κατ’ έτος και ανά πρόγραμμα. Τόσο πολλές ήταν οι υποθέσεις δωροληψίας και τόσο πυκνές οι συναλλαγές του με τους αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων.
«Μας δίνεις μαρίδες, πρέπει να μιλήσεις και για τους καρχαρίες. Μιλάς μόνο για μικρούς. Δεν μπορεί να τα έπαιρνες μόνο από μαρίδες». Με την τακτική αυτή οι ανακριτές κύριοι Μαλλής και Σταυρόπουλος προσπάθησαν να εκμαιεύσουν από τον Α. Κάντα περισσότερες λεπτομέρειες για τα «μεγάλα ψάρια» που διακινούσαν τεράστιες μίζες. Ο Α. Κάντας κατονόμασε δέκα αντιπροσώπους ή εμπόρους όπλων που του είχαν δώσει μίζες:
■ τον Πάνο Ευσταθίου, 83 ετών σήμερα, εκπρόσωπο της γερμανικής εταιρείας STN ATLAS και αργότερα της Rheinmetall, ο οποίος κατέβαλε στον Α. Κάντα 1,5 εκατ. ευρώ για να μην μπλοκάρει τα προγράμματα των γερμανικών υποβρυχίων που ενεργοποιήθηκαν το 2000 και τη σύμβαση των γερμανικών αντιαεροπορικών Asrad, που υπεγράφη το 1999. Ο Α. Κάντας αποκαλύπτει ότι ήταν στη λίστα μισθοδοσίας του 83χρονου εμπόρου όπλων από το 1989. Τότε, την εποχή της οικουμενικής κυβέρνησης του Ξενοφώντα Ζολώτα, είχε πάρει μίζα 1 εκατ. ευρώ από τον Π. Ευσταθίου για να ετοιμάσει γρήγορα τη σύμβαση αναβάθμισης των αρμάτων Μ48.
■ τον Kωνσταντίνο Δαφέρμο, εκπρόσωπο της ρωσικής εταιρείας KBP που κατασκεύαζε τα αντιαρματικά Kornet. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Α. Κάντας, από ένα πρόγραμμα ύψους 108,6 εκατ. ευρώ έλαβε μίζα ύψους 3 εκατ. ευρώ.
■ τον Λάμπρο Μπαρτζώκα, ο οποίος φέρεται να δωροδόκησε τον Α. Κάντα με 1,7 εκατ. ευρώ για να πουληθούν στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τα ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα OSA AK.
■ τον Θωμά Λιακουνάκο, από τους μεγαλύτερους εμπόρους όπλων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος, σύμφωνα με όσα λέει στην απολογία του ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών, του έδωσε 600.000 ευρώ σε ζεστό χρήμα για να μη δημιουργήσει προβλήματα στην πώληση των γερμανικών αρμάτων Leopard. Επίσης ο Α. Κάντας αποκάλυψε ότι ο Θ. Λιακουνάκος τον είχε στη μισθοδοσία του από το 1988 και του είχε καταβάλει 1 εκατ. ευρώ για να ξεμπλοκάρει διάφορα προγράμματα που τον ενδιέφεραν.
■ τον Σταύρο Κομνόπουλο, συνιδιοκτήτη της εταιρείας Kestrel. Σύμφωνα με όσα είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας, ο Σ. Κομνόπουλος του έδωσε 400.000 ευρώ για το πρόγραμμα εξοπλισμού του Πολεμικού Ναυτικού με γαλλικούς πυραύλους επιφανείας-επιφανείας Exocet.
■ τον Παύλο Νικολαΐδη, ο οποίος του κατέβαλε 800.000 ευρώ μετρητά για να προχωρήσει ταχέως η αγορά γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών τύπου Mirage 2000-5. Το πρόγραμμα υπεγράφη το 2000 και κόστισε στους φορολογουμένους 1,220 δισ. ευρώ.
■ τον Δημήτρη Παπαχρήστο, εκπρόσωπο της γερμανικής Krauss-Maffei Wegmann, από τον οποίο ο Α. Κάντας δωροδοκήθηκε με 750.000 ευρώ για τη σύμβαση των γερμανικών πυροβόλων PZH 2000.
■ τον Χρήστο Τούμπα, απόστρατο της Πολεμικής Αεροπορίας, εκπρόσωπο της βραζιλιάνικης Embraer, από τον οποίο έλαβε μίζα 250.000 ευρώ μετά την απόφαση να αποκτηθεί το σύστημα Erieye, δηλαδή το σουηδο-βραζιλιάνικο ιπτάμενο ραντάρ (σύστημα της Ericsson επί αεροσκάφους Embraer), το οποίο υπεγράφη το 1999 και στοίχισε στο Δημόσιο 531,6 εκατ. ευρώ.
■ τον Κωνσταντίνο Μπαλέρμπα ή Μπαλέμπα, σύμβουλο της σουηδικής εταιρείας Ericsson, που του κατέβαλε 240.000 ευρώ για τα σουηδικά ραντάρ αντιπυροβολικού ARTHUR.
■ τον Κωστή Αποστόλου, στενό συνεργάτη του Θ. Λιακουνάκου. Κατά τον Α. Κάντα, ο Κ. Αποστόλου «και άλλοι μεσολαβητές», όπως αναφέρει στην απολογία του, κατέβαλαν χρήματα στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών, αν και δεν μπορούσε να ανακαλέσει το ακριβές ποσό…
Οι Εισαγγελείς τους «δένουν» ως εγκληματική οργάνωση
Η απολογία-ποταμός που έχει κάνει εμπόρους όπλων, αντιπροσώπους ξένων εταιρειών, αξιωματικούς και πολιτικούς να χάσουν τον ύπνο τους λύνει τα χέρια στις δικαστικές αρχές για την απαγγελία βαρύτατων κατηγοριών σε τουλάχιστον δέκα νέα πρόσωπα, που δεν αποκλείεται να βρεθούν αντιμέτωπα ακόμη και με κατηγορίες για εγκληματική οργάνωση. Ακόμη, φέρνει στο φως στοιχεία για συμβάσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων που μέχρι σήμερα δεν είχαν μπει στο μικροσκόπιο της Δικαιοσύνης. Τα ευρήματα των ανακριτών ανατροφοδοτούν τη συζήτηση για τα αδικήματα και τις μίζες που εισέπραξε ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος έχει καταδικαστεί μόνο για δύο από τα προγράμματα που υλοποίησε στο υπουργείο Αμυνας: τα γερμανικά υποβρύχια και τα ρωσικά αντιαεροπορικά TOR. Οι ξένες εταιρείες που εμπλέκονται στο κύκλωμα μίζας που αποκάλυψε ο Α. Κάντας βρίσκονται σε αναβρασμό. Νομικοί και οικονομικοί σύμβουλοι των ξένων κατασκευαστών όπλων κάνουν φύλλο και φτερό τα στοιχεία των συμβάσεων.
Η απολογία Κάντα αποτελεί για τη Δικαιοσύνη το πρώτο μεγάλο όπλο στον εντοπισμό μαύρου χρήματος που προέρχεται από δωροδοκίες πολιτικών και αξιωματούχων για την υπογραφή συγκεκριμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος των 2 δισ. ευρώ που διακινήθηκαν ως μίζες την τελευταία 10ετία δεν έχει εντοπιστεί και ίσως να έχει διοχετευθεί σε χώρες όπως η Κίνα, ο Λίβανος ή άλλοι φορολογικοί παράδεισοι όπως η Σιγκαπούρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι εισαγγελείς κατά της διαφθοράς με παράλληλες έρευνες διερευνούν τη νομιμότητα συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα από το 1990 έως και το 2010. Οι συνθήκες υπογραφής των προγραμμάτων αυτών ερευνώνται και µε τη συνδροµή του Σώµατος Δίωξης Οικονοµικού Εγκλήµατος (ΣΔΟΕ), ενώ ήδη έχουν σταλεί αιτήματα δικαστικής συνδρομής στο εξωτερικό για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Με βάση την αρχή «follow the money» θα προσπαθήσουν να ανασυνθέσουν τις διαδρομές της μίζας και να εντοπίσουν όλους όσοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διαπλοκής των εξοπλισμών κανιβαλίζοντας το δημόσιο χρήμα.
Συνήγοροι Κάντα: Θα επιστραφούν τα χρήματα στο Δημόσιο
Οι συνήγοροι του Α.Κάντα κύριοι Γιάννης Μαντζουράνης και Ηλίας Μπίσιας επιδιώκουν να αποδοθούν στο Ελληνικό Δημόσιο τα χρήματα με τα οποία δωροδοκήθηκε ο πελάτης τους. «Ο Αντώνης Κάντας έκανε την αρχή. Ας ελπίσουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι με επιστροφή χρημάτων και συμβολή στην αποκάλυψη της αλήθειας», δήλωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης.
Τι είπε για Λιακουνάκο
Οι μίζες του «άπληστου Θωμά»
Για μια 25ετία με λάδωνε», καταθέτει ο Αντώνης Κάντας για τον Θ. Λιακουνάκο
Ο επιχειρηματίας διαψεύδει για «μίζες σε σακ βουαγιάζ» και καταθέτει μηνύσεις
Ενα περιστατικό που μοιάζει σαν να είναι βγαλμένο από κατασκοπικές ταινίες περιγράφει στην απολογία του ο προφυλακισμένος Αντώνης Κάντας για τις μεθόδους που ακολουθούσαν οι αντιπρόσωποι οπλικών συστημάτων προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους. Τον Δεκέμβριο του 2001, ο τότε αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών ουσιαστικά τελούσε υπό παραίτηση. Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας είχε αλλάξει και ύστερα από έξι χρόνια «τσοχατζοπουλικής» παντοκρατορίας επικεφαλής στο Πεντάγωνο είχε τοποθετηθεί ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου.
Ο Α. Κάντας, όπως τουλάχιστον ισχυρίστηκε ενώπιον των ανακριτών κυρίων Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλου, διαφωνούσε με την προμήθεια των γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard. Ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος ήταν ο αντιπρόσωπος της Krauss-Maffei Wegmann και είχε επενδύσει πολλά στο συμβόλαιο αυτό, ο αρχικός προϋπολογισμός του οποίου ανερχόταν στο «αυτοκρατορικό» ποσό των 2 δισ. ευρώ. Σε συνομιλία του με τον κ. Παπαντωνίου, ο Α. Κάντας υποστηρίζει ότι είχε μεταφέρει στον υπουργό τις επιφυλάξεις του για την αναγκαιότητα αγοράς των γερμανικών αρμάτων, παρότι ο μεγάλος ωφελημένος από το συμβόλαιο θα ήταν ο Θ. Λιακουνάκος, ένας επιχειρηματίας που μισθοδοτούσε τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών από το 1988 και μετά, όπως ομολόγησε ο ίδιος ο Α. Κάντας. Ο προφυλακισμένος πρώην διευθυντής Εξοπλισμών εκμυστηρεύτηκε στον τότε υπουργό Αμυνας τους προβληματισμούς του για την απόκτηση των Leopard, επιχειρηματολογώντας ότι η σύμβαση αυτή θα κόστιζε πολύ και δεν ήταν αναγκαία. «Πήραμε για το Ναυτικό και την Αεροπορία, δεν μπορούμε να μην πάρουμε και για τον Στρατό», φέρεται να του απάντησε ο κ. Παπαντωνίου, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα είπε απολογούμενος ο Α. Κάντας.
■ Από την πλευρά του ο Θ. Λιακουνάκος υποστηρίζει ότι δεν έχει δωροδοκήσει τον Α. Κάντα. Συνομιλητές του επιχειρηματία αναφέρουν μάλιστα ότι ο Θ. Λιακουνάκος είναι έτοιμος να προβεί σε μηνύσεις.
Ο «εθνικός προμηθευτής»
Ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπος ξένων οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα. Αυτός είναι ο βασικός τίτλος του επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκου. Από το 1996 έως το 2003 η «αυτοκρατορία» του Θ. Λιακουνάκου κέρδισε συμβόλαια πώλησης όπλων στις Ενοπλες Δυνάμεις που υπερβαίνουν τα 5,7 δισ. ευρώ! Τα χρόνια μετά την κρίση των Ιμίων, όπου η Ελλάδα υλοποιούσε ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα αμυντικών εξοπλισμών, ο Θ. Λιακουνάκος κατέστη ο απόλυτος πρωταγωνιστής τους. Ωστόσο, η απολογία του Α. Κάντα καταφέρνει ένα ισχυρό χτύπημα στον θεωρούμενο κυρίαρχο στο πεδίο των οπλικών συστημάτων στην Ελλάδα. Ο Θ. Λιακουνάκος καταγγέλλεται ότι μισθοδοτούσε έναν πρώην αναπληρωτή γενικό διευθυντή Εξοπλισμών και ότι μαζί με τους συνεργάτες του είχε δημιουργήσει φιλικό δίκτυο επιτελών, αξιωματικών και κυβερνητικών στελεχών. Τώρα οι ανακριτές θα επιχειρήσουν να ανασυνθέσουν τις μεθόδους με τις οποίες καταβάλλονταν οι μίζες, όπως τουλάχιστον υποστήριξε ο προφυλακισμένος πρώην διευθυντής Εξοπλισμών του Ακη Τσοχατζόπουλου. Αναζητώντας τους τροφοδότες λογαριασμούς και ελέγχοντας τις τραπεζικές πράξεις οι δικαστικοί λειτουργοί θα δώσουν απάντηση στο ερώτημα αν ο Θ. Λιακουνάκος ήταν ο απόλυτος άρχοντας της μίζας στην Ελλάδα. Δικτυωμένος με ισχυρά λόμπι στο εσωτερικό και το εξωτερικό και έχοντας στενές σχέσεις με ανθρώπους του δημοσιογραφικού κατεστημένου αλλά και της πολιτικής, ο Θ. Λιακουνάκος δεν θα είναι εύκολος στόχος για τους ανακριτές. Ωστόσο, όπως έδειξε η υπόθεση του «ηλεκτρονικού πολέμου», ενός οπλικού συστήματος που παραγγέλθηκε το 2000 αλλά ουδέποτε παραδόθηκε στον Στρατό και απέφερε στον επιχειρηματία 43 εκατ. ευρώ, ο Θ. Λιακουνάκος δεν είναι άτρωτος. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, το αφεντικό της Axon αντιμετωπίζει βαριές κακουργηματικές κατηγορίες.
«Οταν τα παίρνουν όλοι οι από πάνω, γιατί όχι κι εγώ;»
«…Στα μεγάλα προγράμματα τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο θα τα έδιναν οι κατασκευάστριες εταιρείες τις οποίες εκπροσωπούσε ο Λιακουνάκος. Τα χρήματα στον Σμπώκο θα τα έδινε ο κύριος Λιακουνάκος και σε χαμηλότερο επίπεδο (από τον κύριο Σμπώκο και κάτω) θα τα έδινε ο κύριος Αποστόλου», λέει χαρακτηριστικά στην απολογία του ο Αντώνης Κάντας, για να αφήσει λίγο μετά σαφέστατες αιχμές και για τον Γιάννο Παπαντωνίου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ακη Τσοχατζόπουλο στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
«Του είπα (σ.σ.: του Γιάννου Παπαντωνίου) ότι αυτό το πρόγραμμα, τo “Leopard 2”, κόστιζε πάρα πολύ και δεν ήταν απαραίτητο. Μου απάντησε ότι το ζητάει ο Στρατός και δεν μπορούμε να τους το αρνηθούμε. Συγκεκριμένα μου είπε: “Πήραμε για το Ναυτικό και την Αεροπορία, δεν μπορούμε να μην πάρουμε και για τον Στρατό”», είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας αναφερόμενος στο διάστημα που το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εθνικής Aμυνας είχε ο Γιάννος Παπαντωνίου.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει για τον Θωμά Λιακουνάκο στο σχετικό απόσπασμα της απολογίας του ο Α. Κάντας:
«Το επόμενο πρόγραμμα ήταν αυτό των αρμάτων Leopard 2, το οποίο προμηθευτήκαμε από τη γερμανική Kraus Maffei Wegmann (KMW). Η σύμβαση υπογράφηκε όταν είχα φύγει εγώ επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου από τον Σπυρίδωνα Τραυλό. Εκπρόσωπος της κατασκευάστριας εταιρείας στην Ελλάδα ήταν ο κ. Θωμάς Λιακουνάκος.
Ο Θωμάς Λιακουνάκος ήταν εκπρόσωπος της άνω γερμανικής εταιρείας και ο ίδιος είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας AXON. Eχει μεσολαβήσει για πολλά εξοπλιστικά προγράμματα και έχει εκπροσωπήσει πολλές εξοπλιστικές εταιρείες. Τον κύριο Λιακουνάκο τον είχα γνωρίσει από το 1988, όπως και τον κύριο Αποστόλου, τον συνεργάτη του. Από τον κύριο Λιακουνάκο είχα δεχτεί εκείνη την περίοδο κάποια χρήματα, αλλά δεν θυμάμαι πόσα ακριβώς. Δεν θυμάμαι αν ήταν μετρητά ή καταθέσεις σε τραπεζικό λογαριασμό μου, πιθανόν στη UBS Ζυρίχης (πρώην Swiss Bank Corporation). Oταν τοποθετήθηκα στη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών στην αρχή δεν είχα καμία συνάντηση με τον κύριο Λιακουνάκο, παρά δύο – τρεις φορές το 1997 με τον κύριο Αποστόλου. Δεν ήθελα να συναντιέμαι με τον κύριο Λιακουνάκο.
Ανακριτής: Γιατί δεν θέλατε να συναντιέστε με τον κύριο Λιακουνάκο αφού τον γνωρίζατε και είχατε παλαιότερα λάβει χρήματα από αυτόν;
Απάντηση: Το 1997 είχα πληροφορηθεί από τον συνεργάτη του, τον κύριο Αποστόλου, ότι τα προγράμματα που αυτοί εκπροσωπούσαν θα προτιμούνταν, θα προωθούνταν και θα επιλέγονταν οπωσδήποτε γιατί αυτό το είχε συμφωνήσει οι ίδιος ο Λιακουνάκος με τον κύριο Σμπώκο και τον κύριο Τσοχατζόπουλο. Οι πρώτες συζητήσεις μεταξύ Λιακουνάκου – Σμπώκου – Τσοχατζόπουλου είχαν γίνει στο πολιτικό γραφείο του Τσοχατζόπουλου. Ακόμα, μου είχε πει για τα επίπεδα ιεραρχίας, πώς και ποιος θα ελάμβανε χρήματα. Συγκεκριμένα, μου είχε πει ότι στα μεγάλα προγράμματα τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο θα τα έδιναν οι κατασκευάστριες εταιρείες τις οποίες εκπροσωπούσε ο Λιακουνάκος, χωρίς να μου πει μέσω ποιου θα γινόταν αυτό. Τα χρήματα στον Σμπώκο θα τα έδινε ο κύριος Λιακουνάκος και σε χαμηλότερο επίπεδο (από τον κύριο Σμπώκο και κάτω) θα τα έδινε ο κύριος Αποστόλου. Γι’ αυτό λοιπόν εγώ απέφευγα να συναντώ τον Λιακουνάκο. Στη συνέχεια προσπάθησε πολύ στα επόμενα χρόνια ο κύριος Λιακουνάκος να με συναντήσει στέλνοντας τον κύριο Αποστόλου και τον κύριο Αρκουμανέα, ο οποίος ήταν διευθυντής της εταιρείας SONAK, συμφερόντων Λιακουνάκου».
Τι λέει για Γ. Παπαντωνίου
Αναφερόμενος στη θητεία του κ. Γιάννου Παπαντωνίου στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής γενικός διευθυντής Εξοπλισμών καταθέτει:
«Οταν στο υπουργείο ανέλαβε ο κύριος Παπαντωνίου, στον οποίο είχα ετοιμάσει να υποβάλω την παραίτησή μου, τον Νοέμβριο του 2001, εκείνος δεν ήθελε να φύγω και δεν την έκανε δεκτή. Του είπα ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να ενημερώσω αυτόν και τον κύριο Τραυλό για την πορεία των εξοπλιστικών προγραμμάτων, αυτών που ήταν προς υλοποίηση και αυτών που βρίσκονταν σε διαδικασία λήψης αποφάσεων. Του συμπλήρωσα επειδή υπήρχε τότε σε εξέλιξη ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα, αυτό των Leopard 2, και του είπα ότι αυτό το πρόγραμμα κόστιζε πάρα πολύ και δεν ήταν απαραίτητο. Μου απάντησε ότι αυτό το ζητάει ο Στρατός και δεν μπορούμε να τους το αρνηθούμε. Συγκεκριμένα μου είπε: “Πήραμε για το Ναυτικό και την Αεροπορία, δεν μπορούμε να μην πάρουμε και για το Στρατό.” Του απάντησα ότι η επιχειρησιακή τους ωφέλεια είναι δυσανάλογη με το κόστος και η προμήθειά τους δεν είναι αναγκαία. Εκτοτε δεν με ξαναφώναξε ούτε για ενημέρωση, παρά το ότι τον ήξερα πάρα πολύ καλά από παλιά και στην αρχή δεν ήθελε να φύγω. Η αίσθησή μου ήταν ότι ήθελε το πρόγραμμα των Leopard 2. Στη συνέχεια ο κύριος Λιακουνάκος ίσως να πληροφορήθηκε ότι δεν ήμουν υποστηρικτής των αρμάτων και τηλεφωνικά επέμενε να με συναντήσει, ίσως και γιατί είχε αλλάξει το καθεστώς υπουργών».
Η συνάντηση αυτή έγινε, σύμφωνα με τον Α. Κάντα, τον Δεκέμβριο του 2001, οπότε, όπως λέει, δέχτηκε στο γραφείο του τον Θ. Λιακουνάκο: «Εκείνος μου υπενθύμισε για τις πολύ φιλικές σχέσεις που είχαμε στο παρελθόν. Μου μίλησε ακόμη και για τα οικογενειακά του προβλήματα. Ηξερα ότι ενδιαφέρεται για τα οικογενειακά του προβλήματα. Ηξερα ότι ενδιαφέρεται για τα Leopard, αλλά δεν μου ανέφερε τίποτα», λέει στην απολογία του ο Α. Κάντας και συνεχίζει: «Μετά από λίγες μέρες, τον Δεκέμβριο του 2001, ξαναζήτησε και ήρθε στο γραφείο μου. Ηταν αργά το απόγευμα και μου είπε στο επίπεδό μου να μη φέρω κανένα πρόβλημα στη διαδικασία προμήθειας των Leopard 2. Μαζί του κρατούσε και ένα sac de voyage, το οποίο φεύγοντας το άφησε στον καναπέ του γραφείου μου. Μόλις το αντιλήφθηκα βγήκα από το γραφείο στην πόρτα και του είπα: “Ξέχασες την τσάντα”. Εκείνος γύρισε και μου είπε: “Είναι για σένα, δεν την έχω ξεχάσει”. Μόλις έφυγε, άνοιξα την τσάντα και διαπίστωσα ότι εντός υπήρχαν 600.000 ευρώ. Εγώ πράγματι έπαψα να φέρνω αντιρρήσεις για την προμήθεια αυτή και δεν ξαναμίλησα γι’ αυτό το θέμα ούτε στον υπουργό, ούτε στον γενικό διευθυντή.
Ανακριτής: Αν εσείς πήρατε 600.000 ευρώ για να μην ξανασχοληθείτε και φέρνετε αντιρρήσεις για το θέμα αυτό, τι κατά την άποψή σας πρέπει να έχουν λάβει όσοι εισηγήθηκαν και ενέκριναν το πρόγραμμα αυτό πάνω από εσάς (Τραυλός – Παπαντωνίου) ή και κάτω από εσάς;
Απάντηση: Οταν δόθηκαν 600.000 ευρώ σε εμένα, ο οποίος έφυγα πριν από την υπογραφή και υλοποίηση της σύμβασης, με βάση τον κοινό νου θεωρώ απίθανο να μην πήραν παράνομες προμήθειες οι από πάνω μου που αναφέρατε και θεωρώ βέβαιο ότι αυτά τα ποσά θα ήταν πολύ μεγαλύτερα από τα δικά μου. Αυτό το συμπέρασμα εξάγεται με βάση την κοινή λογική χωρίς να μπορώ να κατονομάσω και να φέρω αποδείξεις».
«Δεν ήθελα συνεργασία»
Στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφέρει στους ανακριτές ότι στην πρώτη συνάντηση που είχε με τον Θ. Λιακουνάκο, τον Δεκέμβριο του 2001, «όταν μου είπε να μη φέρω αντιρρήσεις στο πρόγραμμα του “Leopard 2”», του πρότεινε να συνεργαστούν με καταθέσεις στον τραπεζικό του λογαριασμό, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κατηγορούμενος. «Εγώ του είπα ότι δεν θέλω γιατί είχε δημιουργηθεί κάποιος θόρυβος δημοσιογραφικός για το όνομά του σε κάποια εξοπλιστικά προγράμματα. Μου είπε να μη φοβάμαι γιατί όλα γίνονται μέσω offshore εταιρειών που έχει ιδρύσει ένα δικηγορικό γραφείο στο Μονακό και υπάρχει μυστικότητα και διασφάλιση», λέει ο Α. Κάντας, για να προσθέσει: «Παρ’ όλα αυτά εγώ αρνήθηκα και έτσι μου έφερε τα χρήματα στην τσάντα που έχω προαναφέρει».
Για τα Leopard
Η ξεχασμένη τσάντα με τα 600.000€
Ο Α. Κάντας περιέγραψε μια συνάντηση που είχε στο γραφείο του με τον επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκο τον Δεκέμβριο του 2001. Ο Θ. Λιακουνάκος ζήτησε από τον τότε αναπληρωτή γενικό διευθυντή Εξοπλισμών να μη φέρει κανένα πρόβλημα στη διαδικασία προμήθειας των αρμάτων Leopard 2. Αφού μετέφερε το… αίτημά του, ο αντιπρόσωπος της γερμανικής εταιρείας που κατασκεύαζε τα άρματα βγήκε από το γραφείο του Α. Κάντα αφήνοντας πάνω στον καναπέ ένα σακ βουαγιάζ. Ο Α. Κάντας πρόσεξε ότι ο συνομιλητής του είχε αφήσει την τσάντα, βγήκε στην πόρτα και του είπε: «Ξέχασες την τσάντα». Η απάντηση του Θ. Λιακουνάκου, σύμφωνα με όσα υποστήριξε ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών απολογούμενος στους ανακριτές, ήταν: «Είναι για σένα, δεν την έχω ξεχάσει». Οταν άνοιξε το σακ βουαγιάζ μέτρησε στο εσωτερικό του το εξωπραγματικό ποσό των 600.000 ευρώ, χρήματα που ο Α. Κάντας δεν είχε κανένα πρόβλημα να κρατήσει…
Οι διαδρομές της μίζας
Μέχρι και στο υπόγειο του σπιτιού του έκρυβε το μαύρο χρήμα ο Αντώνης Κάντας. Συνήθως προτιμούσε τις offshore, ενώ τα χρήματα μετέφεραν στο εξωτερικό με σακούλες Ελβετοί διαχειριστές της περιουσίας του
― Της Βασιλικής Κόκκαλη
Εκρυβε τις μίζες που έπαιρνε από τους μεσάζοντες των εταιρειών οπλικών συστημάτων μέχρι και το 2012 (!) ακόμα και στο υπόγειο του σπιτιού του. Τις περισσότερες φορές, όμως, προτιμούσε τη διακίνηση των δυσθεώρητων ποσών -το ακριβές ύψος των οποίων και ο ίδιος δυσκολεύεται να θυμηθεί – μέσω offshore εταιρειών για να σβήσει τα ίχνη τους.
Ο Α. Κάντας ομολόγησε στους ανακριτές τις δαιδαλώδεις διαδρομές του χρήματος που συγκέντρωνε όλα αυτά τα χρόνια προωθώντας εξοπλιστικά προγράμματα για τα οποία λαδωνόταν από τις κατασκευάστριες εταιρείες τους. Οπως αναφέρει, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που έπαιρνε προτιμούσε να βρίσκεται εκτός Ελλάδας και το «έργο» αυτό είχαν αναλάβει Ελβετοί, κατά κανόνα, διαχειριστές της περιουσίας του, οι οποίοι μετέφεραν τα χρήματα στο εξωτερικό με σακούλες!
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο κατηγορητήριο που συνέταξαν οι ανακριτές σε βάρος του Α. Κάντα, το 2000 πήρε από την προμηθεύτρια εταιρεία των υποβρυχίων «ωφελήματα» που ανέρχονται στο ποσό των 13.971.315 δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία στη συνέχεια τοποθέτησε σε λογαριασμούς των offshore εταιρειών Olav Engineering corp. και Guldenberg International Saa, των οποίων ο ίδιος ήταν δικαιούχος στην τράπεζα Julius Baer.
Στη συνέχεια, κατόπιν δικής του εντολής, τα χρήματα αυτά μεταφέρθηκαν, με τον ίδιο σκοπό συγκάλυψης και απόκρυψης της αληθινής προέλευσής τους, στην τράπεζα Julius Baer 7 Co LTD στη Σιγκαπούρη, σε δύο λογαριασμούς που άνοιξαν το 2009 και το 2012.
Καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση των μαύρων εκατομμυρίων που έρεαν στους λογαριασμούς του έπαιξε, σύμφωνα με τον ίδιο τον Α. Κάντα, ο τραπεζίτης στην Ελβετία Φάνης Λυγινός, τον οποίο του σύστησε ο Π. Ευσταθίου. Οπως αναφέρει στην απολογία του, ο Φ. Λυγινός με ελληνική και ελβετική ιθαγένεια του άνοιξε ονομαστικό λογαριασμό στην τράπεζα Dresdner Bank στη Γενεύη, όπως και έναν ακόμη υπολογαριασμό. «Εκτιμώ», λέει ο Α. Κάντας, «πως στο λογαριασμό της τράπεζας αυτής από τα υποβρύχια ο Ευσταθίου μού ενέβασε ένα μικρό ποσό, περίπου 80.000 ευρώ. Δεν θυμάμαι αν κάποιο ποσό είχε εμβαστεί στον υπολογαριασμό για τον οποίο σήμερα δεν διατηρώ στοιχεία αφού έχει κλείσει από το 2005».
Μάλιστα, ο Α. Κάντας αναφέρει στους ανακριτές ότι ο Π. Ευσταθίου τού είχε καταβάλει χρήματα και σε λογαριασμό του στην τράπεζα Hofmann στη Ζυρίχη με τον κωδικό «Μάρκος». Στον λογαριασμό αυτό, ο οποίος άνοιξε το 1997 και έκλεισε το 2000, ο Π. Ευσταθίου, σύμφωνα με τον Α. Κάντα, του ενέβασε το υπόλοιπο ποσό από τις 600.000 ευρώ περίπου που εκτιμά, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, ότι του έδωσε για τα υποβρύχια.
Πέντε χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2005, ο Φ. Λυγινός αποφασίζει, σύμφωνα με τον Α. Κάντα, να αλλάξει τράπεζα και να πάει στην BNP Paribas. «Τον ακολούθησα τόσο εγώ όσο και ο Π. Ευσταθίου», λέει στην απολογία του ο προφυλακισμένος πρώην αξιωματούχος του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και προσθέτει: «Ετσι ανοίχθηκε κι άλλος λογαριασμός, νομίζω ότι ήταν σε offshore εταιρεία, στην οποία μπήκαν οι δόσεις μετά το 2005. [...] Δεν θυμάμαι το όνομα της εταιρείας νομίζω ότι ονομάζονταν Kourkoumpini COR».
Σε ό,τι αφορά τη μίζα για τα αντιαρματικά Cornet ο εκπρόσωπος της ρωσικής κατασκευάστριας ρωσικής εταιρείας τού κατέθεσε, όπως λέει ο Α. Κάντας, ποσό περίπου 700.000 ευρώ στην ελβετική τράπεζα UBS. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα υπόλοιπα χρήματα τα πήρε σε δυο δόσεις στο τέλος του 2001. Αρχικά, αναφέρει ο Α. Κάντας «έκρυψα τα χρήματα στο υπόγειο του σπιτιού μου» και κατόπιν τα κατέθεσε σε τραπεζική θυρίδα. Τα χρήματα μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στο υποκατάστημα της Dresdner Bank στην Αθήνα, το οποίο ο Α. Κάντας, όπως λέει, επισκέφθηκε μαζί με τον Φ. Λυγινό και τον Oswald. Εκεί, υποστηρίζει ο Α. Κάντας, παρέδωσε τις 500.000 ευρώ και του έδωσαν απόδειξη παραλαβής την οποία υπέγραψε ο Oswald.
Και σε θυρίδες
Οταν δε ο ανακριτής ρωτάει τον Α. Κάντα πού τοποθέτησε ποσό 1.800.000 ευρώ που πήρε από μίζες, ο Α. Κάντας απαντά: «Τα χρήματα αυτά τα έβαζα σταδιακά σε θυρίδα στην Ελλάδα, στην Εμπορική Τράπεζα και στη Citibank και στη συνέχεια τα έστελνα στο εξωτερικό μέσω των διαχειριστών μου. Οι διαχειριστές ήταν ο Λυγινός και ο Oswald στην Dresdner Bank στη Γενεύη, οι οποίοι έβγαλαν και τα περισσότερα χρήματα από τα μετρητά αυτά αλλά και άλλοι όπως κάποιος Miller στη UBS και Smastrixt στη UBS και αυτός. Ενα μεγάλο ποσό το έβγαλα σταδιακά και εγώ ο ίδιος έξω… Τις περισσότερες φορές τα έβγαζαν με τσάντες οι ίδιοι και τα κατέθεταν στους λογαριασμούς μου. Αποδείξεις άλλοτε μου έδιναν, άλλοτε όχι».
Ακόμη, στην απολογία του ο Α. Κάντας αναφέρει ότι μετρητά στους λογαριασμούς του κατέθεσε για πρώτη φορά το 1998 ο Θωμάς Λιακουνάκος, όπως επίσης και ο Δημήτρης Παπαχρήστος, εκπρόσωπος της εταιρείας Wegmann, ο Χρήστος Τούμπας, απόστρατος της Πολεμικής Αεροπορίας, εκπρόσωπος της EMBRAER, από τον οποίο επίσης, όπως λέει, πήρε μίζα ύψους 250.000 ευρώ. Τέλος, κατονομάζει τον Κωνσταντίνο Μπαλέρμπα ή Μπαλέμπα σύμβουλο της Ericsson, που του κατέθεσε, όπως λέει, το 2002, σε λογαριασμό του στην Ελβετία 240.000 ευρώ.
Ηθελε να κάνει έμβασμα και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου…
Ενα άλλο σημαντικό πρόσωπο στη διαχείριση του μαύρου χρήματος από τις μίζες, εκτός από τον τραπεζίτη Φ. Λυγινό, είναι και ο Σπύρος Μεταξάς, ο οποίος ασχολούνταν με τη σύσταση offshore εταιρειών. «Ηξερε το ύψος του χαρτοφυλακίου που είχα», αναφέρει ο Α. Κάντας στην απολογία του και συνεχίζει: «Αποφάσισα να συνεργαστώ μαζί του για τη σύσταση πληθώρας υπεράκτιων εταιρειών που διασφάλιζαν την ανωνυμία σε ενδεχόμενο έλεγχο, αφού δεν φαίνεται το όνομά μου σε ενδεχόμενο τραπεζικό λογαριασμό». Μάλιστα, ο Α. Κάντας δηλώνει θύμα εξαπάτησης από τον Σπ. Μεταξά, αφού, όπως λέει, του έχει δώσει, ως διαχειριστή του λογαριασμού του στη Σιγκαπούρη, να εμβάσει τα χρήματα αυτά στην Τράπεζα της Ελλάδος υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και εκείνος αρνείται.
Τι είπε για Μπαρτζώκα
ΠΛΗΡΩΝΕ ΚΑΙ ΠΙΟ «ΨΗΛΑ»
«Εμένα μου έδωσε 1,7 εκατ. δολάρια, αλλά πάνω από εμένα ήταν ο Σμπώκος και ο Ακης»
― Των Μάκη Πολλάτου, Βασιλικής Κόκκαλη
Ο Λάμπρος Μπαρτζώκας, ομογενής από την Τασκένδη με σπουδές στις χημικές επιστήμες, εμφανίστηκε στα εξοπλιστικά πράγματα περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Ηταν η εποχή που ο Ακης Τσοχατζόπουλος έκανε στροφή προς τη ρωσική αγορά κλείνοντας συμφωνίες με τη Μόσχα για την προμήθεια πλοίων ταχείας μεταφοράς τύπου Zubr, αντιαεροπορικά τύπου Tor και Osa, αλλά και αντιαρματικά Kornet.
Οι Ελληνες στρατιωτικοί δεν ήξεραν ρωσικά και οι Ρώσοι δεν μιλούσαν ούτε την αγγλική, οπότε ένας άνθρωπος με γνώση της ελληνικής και της ρωσικής ήταν υπερπολύτιμος. Στο πρόσωπο του κ. Μπαρτζώκα και οι δύο πλευρές είδαν τον έμπιστο που χρειάζονταν ώστε να έρθουν σε συνεννόηση. Από διερμηνέας των αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού που εκπαιδεύονταν στη χρήση των ρωσικών αντιαεροπορικών, ο κ. Μπαρτζώκας εξελίχθηκε σε μεσάζοντα και τελικώς σε αντιπρόσωπο των κρατικών ρωσικών οπλικών βιομηχανιών. Στην απολογία του, ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών Αντώνης Κάντας υποστήριξε ότι για την προμήθεια των αντιαεροπορικών μικρού βεληνεκούς OSA AMK έλαβε μίζα 1,7 εκατ. δολάρια, «δώρο» το οποίο του είχε υποσχεθεί ο κ. Μπαρτζώκας.
«Οταν ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα και υπεγράφη η σύμβαση, ρώτησα τον κύριο Μπαρτζώκα πόσο θα είναι αυτό το δώρο που μου είχε πει», λέει στην απολογία του o Α. Κάντας και συνεχίζει: «Μου απάντησε ότι δεν ξέρει ακόμη ακριβώς, γιατί έχει εκτός από εμένα και πιο ψηλά υποχρεώσεις. Δεν μου προσδιόρισε ποιους, αλλά πιο ψηλά από εμένα ήταν ο κύριος Σμπώκος και ο κύριος Τσοχατζόπουλος. Ο κύριος Μπαρτζώκας επισκεπτόταν συχνά το γραφείο του κυρίου Σμπώκου». Απολογούμενος ενώπιον των ανακριτών, ο Αντώνης Κάντας ισχυρίστηκε ότι ο κ. Μπαρτζώκας εμφανιζόταν αργότερα και ως διεθνής σύμβουλος μιας εταιρείας στην Ελλάδα που είχε αναλάβει τα αντισταθμιστικά των Tor. Ωστόσο, ο προφυλακισμένος πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών λησμόνησε να αναφέρει μια μικρή «λεπτομέρεια» της υπόθεσης. Ο Α. Κάντας μεταξύ άλλων υποθέσεων χειρίστηκε την αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων TOR-M1 που έγινε το 1999 με δύο διαφορετικές συμβάσεις και η αγορά τους κόστισε στο Δημόσιο περίπου 720 εκατ. ευρώ. Η υπόθεση αυτή διερευνάται ακόμη, αφού μυστηριωδώς ένα κονδύλι περίπου 25 εκατ. ευρώ που προοριζόταν για αντισταθμιστικά ωφελήματα «χάθηκε». Μέσω offshore εταιρειών, τα χρήματα αυτά διοχετεύτηκαν στην Ελβετία και την Κύπρο. Σε έγγραφο του 2005 ο Α. Κάντας έδινε προκαταβολική πίστωση για τα αντισταθμιστικά ωφελήματα (ΑΩ) των TOR-M1 και ταυτοχρόνως απάλλασσε τη ρωσική εταιρεία από ισόποση υποχρέωση εκτέλεσης των λεγόμενων ΑΩ… Με τα χρόνια ο κ. Μπαρτζώκας εδραιώθηκε στον τομέα των οπλικών συστημάτων και από επιχειρηματίας χαμηλών τόνων μετατράπηκε σε ισχυρός πόλος. Σήμερα είναι επικεφαλής της ανώνυμης εταιρείας Rosoboronservice Hellas.
Πρόκειται για θυγατρική της ρωσικής κρατικής εταιρείας εξοπλισμών Rosoboronexport, στη μετοχική σύνθεση της οποίας συμμετέχουν κατά 50% η μητρική εταιρεία (Rososboronexport) και η ελληνικών συμφερόντων Industrial Solutions, η οποία ανήκει κατά 95% στον κ. Μπαρτζώκα, ενώ το 5% διαθέτει ο δικηγόρος κ. Κωνσταντίνος Χαρώνης. Στο παρελθόν η εταιρεία Industrial Solutions είχε αναλάβει τα αντισταθμιστικά ωφελήματα από την αγορά των ρωσικών πλοίων ταχείας μεταφοράς τύπου Zubr, που προέβλεπαν την κατασκευή προβλήτας (κεκλιμένου) για τον ελλιμενισμό των αερόστρωμνων (τα περίφημα hovercrafts).
Τι είπε για Κομνόπουλο
Μου έδωσε 400.000 € στην εκκλησία της Άγιας Σκεπής
Ενα από τα πρόσωπα τα οποία ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών κατονόμασε ως εμπλεκόμενα στην αλυσίδα των δωροδοκιών είναι και ο κ. Σταύρος Κομνόπουλος της εταιρείας Kestrel, αντιπρόσωπος κυρίως γαλλικών οπλικών συστημάτων.
Για τα προγράμματα που ανατέθηκαν στις εταιρείες με τις οποίες συνεργαζόταν ο κ. Κομνόπουλος το Ελληνικό Δημόσιο δαπάνησε περισσότερα από ένα δισ. ευρώ. Κι αυτό μόλις για τρία προγράμματα: την απόκτηση πυραύλων τύπου Mica και Scalp, με τους οποίους εξοπλίστηκαν τα μαχητικά τύπου Mirage 2000-5 και την αγορά των πυροσβεστικών αεροσκαφών τύπου Canadair CL-415.
Επί υπουργίας Ακη Τσοχατζόπουλου η Kestrel του κ. Κομνόπουλου ανέλαβε μια σειρά από σημαντικά προγράμματα ως αντιπρόσωπος της καναδικής Bombardier και της γαλλικής MBDA. Το 1998 κέρδισε το συμβόλαιο των πυροσβεστικών αεροσκαφών και ανέλαβε να προμηθεύσει την Πολεμική Αεροπορία με αεροσκάφη Canadair τύπου CL-415 αντί 228,2 εκατ. ευρώ. Το 2000 ο κ. Κομνόπουλος υπέγραψε συμβόλαιο προμήθειας της Πολεμικής Αεροπορίας με βλήματα τύπου Mica και Scalp που κόστισαν 427,5 εκατ. ευρώ. Σε δημοσιεύματα της εποχής εκείνης τα βλήματα αυτά περιγράφονταν ως το «μακρύ χέρι» της Πολεμικής Αεροπορίας.
Το 2003, επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου, η Kestrel πέτυχε να ενεργοποιήσει την option του αρχικού συμβολαίου εξασφαλίζοντας ακόμη ένα πρόγραμμα συνολικού ύψους 300 εκατ. ευρώ. Ο κ. Κομνόπουλος, σύμφωνα με όσα λέει ο Α. Κάντας στην απολογία του, έδωσε στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών 400.000 ευρώ σε μετρητά, από το 2001 μέχρι το 2004, για την αγορά πυραύλων επιφανείας-επιφανείας τύπου Exocet από το Πολεμικό Ναυτικό. Ο Α. Κάντας αποκαλύπτει ένα περιστατικό που συνέβη το 2000, όταν ο κ. Κομνόπουλος πήγε στο γραφείο του πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών στο Πεντάγωνο, αλλά δεν πρόλαβε να συζητήσει τους όρους της συνδιαλλαγής επειδή έπαθε κρίση και για να συνέλθει ήπιε… χάπι. Η δωροδοκία έγινε με δόσεις και με τη βοήθεια της… Θείας Χάρης, αφού, όπως λέει ο Α. Κάντας, η παράδοση των χρημάτων γινόταν στου Παπάγου, κοντά στην Αγία Σκέπη.
Τι είπε για Δαφέρμο
Οι Ρώσοι έδιναν τα διπλα
«Υπήρχε περιθώριο μεγάλης υπερκοστολόγησης και συνακόλουθα χρήσιμων πληρωμών», ομολόγησε ο Κάντας
― Του Μάκη Πολλάτου
Ο επιχειρηματίας Κωνσταντίνος Δαφέρμος ήταν αυτός που έδωσε τη μεγαλύτερη μίζα στον Αντώνη Κάντα, σύμφωνα με όσα είπε στην απολογία του ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών του Ακη Τσοχατζόπουλου.
Συνολικά 3 εκατ. ευρώ υποστηρίζει ότι εισέπραξε ο Α. Κάντας από τον Κ. Δαφέρμο, ως αντίδωρο για την αγορά του αντιαρματικού συστήματος Kornet από τον Ελληνικό Στρατό με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης. Το πρόγραμμα υπεγράφη το 2001 και κόστισε 108,6 εκατ. ευρώ, ενώ το 2003 επεκτάθηκε όταν η Αθήνα ζήτησε να αγοράσει ακόμη περισσότερα συστήματα καταβάλλοντας επιπλέον 104,5 εκατ. ευρώ. «Η προμήθειά μου ήταν εντυπωσιακά μεγάλη και αυτό με κάνει να καταλαβαίνω ότι στα ρωσικά εξοπλιστικά προγράμματα, περισσότερο από τα δυτικά, υπήρχε περιθώριο μεγάλης υπερκοστολόγησης και συνακόλουθα χρήσιμων πληρωμών», ομολόγησε ο Α. Κάντας.
Μάλιστα, ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών του Α. Τσοχατζόπουλου μετέφερε παρασκηνιακές πιέσεις Ρώσων αξιωματούχων να αντικαταστήσουν τον Κ. Δαφέρμο και να προμηθευτούν τα αντιαρματικά απευθείας από τη ρωσική κρατική εταιρεία Rosvoorouzhenie.
Μετρητά και σε δόσεις
Οταν υπεγράφη η σύμβαση ο κ. Λάμπρος Μπαρτζώκας φέρεται να κατέβαλε 700.000 ευρώ σε μετρητά στον Α. Κάντα ενώ ο αντιπρόσωπος της ρωσικής KBP κατέθεσε το υπόλοιπο ποσό σε δόσεις στην τράπεζα UBS της Ζυρίχης. «Ο Δαφέρμος μού έδωσε αυτά τα χρήματα για να μην τον διώξει από εκπρόσωπο η κατασκευάστρια εταιρεία και για να μη δοθεί η δουλειά στην κρατική εξαγωγική εταιρεία. Επίσης, για να υπογράψω χωρίς καθυστερήσεις, αντιρρήσεις και παρατηρήσεις την εισήγηση κατακύρωσης σύμβασης», είπε στους ανακριτές ο Α. Κάντας αιτιολογώντας τη μίζα των 3 εκατ. ευρώ. Τις τελευταίες ημέρες, πάντως, συνεργάτες του Κ. Δαφέρμου διαρρέουν ότι δεν είχε κανέναν λόγο να δωροδοκήσει τον Α. Κάντα για το πρόγραμμα των Kornet, επειδή ήταν ένα όπλο που η ηγεσία του Στρατού επιθυμούσε να αποκτήσει λόγω της αποτελεσματικότητάς του.
Το 2001 ο επιχειρηματίας είχε απασχολήσει τις δικαστικές αρχές όταν συνελήφθη στην Τουρκία έπειτα από διεθνές ένταλμα της Ιντερπόλ. Ο Κ. Δαφέρμος φερόταν αναμεμειγμένος σε υπόθεση λαθρεμπορίας όπλων και πυρομαχικών, παρέμεινε περίπου τρεις μήνες σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης, οπότε και αφέθηκε ελεύθερος.
Μεγάλος ευεργέτης
Ο πολυσχιδής επιχειρηματίας κατέχει τον τίτλο του «Αρχοντα» του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, αξίωμα που απονέμεται στους μεγάλους ευεργέτες του Οικουμενικού Θρόνου, και έχει διαθέσει μεγάλα ποσά για την αναστήλωση εκκλησιών στη Χάλκη, ακόμη και στο ελληνικό χωριό Μπελογιάννης της Ουγγαρίας.
Τα τελευταία χρόνια η εταιρεία του Κ. Δαφέρμου νοικιάζει στην Πυροσβεστική ρωσικά ελικόπτερα αεροπυρόσβεσης (MiL Mi-26).
Τι είπε για Μητσοτάκη-Εβερτ
Εμφύλιος για F-16 ή F-15
Το βυζαντινό παρασκήνιο πίσω από τους αμυντικούς εξοπλισμούς και το πώς διαμορφώνονταν οι ισορροπίες πριν από τη λήψη αποφάσεων που επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό με κονδύλια ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ αποκάλυψε, μεταξύ άλλων, στην απολογία του ο προφυλακισμένος Αντώνης Κάντας. Ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής Εξοπλισμών αναφέρεται με λεπτομέρειες στην προμήθεια των αμερικανικών μαχητικών F-16 που υπεγράφη το 2000 μεταξύ του ελληνικού κράτους και της αμερικανικής εταιρείας Lockheed Martin επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό με το ιλιγγιώδες ποσό των 2,445 δισ. ευρώ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο συμβόλαιο αγοράς όπλων της τελευταίας 20ετίας.
Πριν την τελική απόφαση του ΚΥΣΕΑ επί κυβέρνησης Σημίτη, ο τότε υπουργός Αμυνας Ακης Τσοχατζόπουλος είχε φέρει το θέμα στην Επιτροπή Αμυνας. Οπως παρατηρεί ο Αντώνης Κάντας, στη συνεδρίαση της επιτροπής ο κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επιχειρηματολογούσε υπέρ των F-16, ενώ ο έτερος βουλευτής τότε της Ν.Δ., Μιλτιάδης Εβερτ, τόνιζε την ανάγκη απόκτησης των επίσης αμερικανικών μαχητικών F-15 συντασσόμενος με την άποψη Τσοχατζόπουλου. Στην αγορά ήταν γνωστή η σχέση του Μιλτιάδη Εβερτ με τον Θωμά Λιακουνάκο, ο οποίος αντιπροσώπευε τα F-15 της Boeing, ενώ, σύμφωνα με όσα κατήγγειλε ο Αντώνης Κάντας στους ανακριτές Γαβριήλ Μαλλή και Γιάννη Σταυρόπουλο, ο Ακης Τσοχατζόπουλος είχε συνάψει κεντρική συμφωνία-πλαίσιο με τον κ. Λιακουνάκο.
Παρά το γεγονός ότι η εισήγηση του τότε υπουργού Αμυνας προς το ΚΥΣΕΑ ήταν να αποκτηθούν τα F-15, ο κ. Σημίτης επέλεξε τα «φθηνότερα» F-16 απογοητεύοντας τον Ακη Τσοχατζόπουλο. Ο αστικός μύθος λέει ότι την προηγουμένη της συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ εκδότης μεγάλης ημερήσιας εφημερίδας είχε μεταβεί στο Μέγαρο Μαξίμου και είχε εγχειρίσει προσωπικά στον κ. Σημίτη φάκελο με επιχειρήματα υπέρ της επιλογής των F-16. Το γεγονός της ανοιχτής δημόσιας διαφωνίας Μητσοτάκη – Εβερτ για ένα συμβόλαιο τόσο μεγάλου ύψους αποδεικνύει ότι πολλές φορές το lobbying των εμπόρων όπλων μπορεί να διασπάσει ακόμη και τις κομματικές γραμμές.
Διαβάστε ολόκληρη την απολογία Κάντα