Powered By Blogger

4.3.15

Η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ και της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς»



Περίληψη: Το άρθρο αυτό σκοπεύει να δείξει ότι η συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ στο να αποδεχτεί ουσιαστικά τη παράταση του υπάρχοντος Μνημονίου, και τον Ιούλη ίσως και ένα νέο Μνημόνιο, δεν είναι τυχαία. Ούτε είναι απλά το αποτέλεσμα προδοσίας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Οποιαδήποτε κυβέρνηση στην εξουσία, όσο και “αριστερή” να ήταν, θα εφάρμοζε τις ίδιες περίπου πολιτικές, όσο η Ελλάδα παραμένει μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, το φιάσκο του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί απλώς τη χρεοκοπία της ‘παγκοσμιοποιητικής’ Αριστεράς, στην οποία ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνο όμως που είναι ασυγχώρητο είναι ότι αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να εξηγήσει στον Λαό το γιατί, μέσα στην ΕΕ, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο, προσπάθησε να τον εξαπατήσει με κάθε τρόπο ότι δήθεν κέρδισε τη μάχη της αξιοπρέπειας και της εθνικής κυριαρχίας κλπ Με αυτή την έννοια όσο δεν προχωρούν σε ριζικές αλλαγές έξω από την ΕΕ, είναι και αυτοί δωσίλογοι απέναντι στον Λαό για την αναπόφευκτη συνέχιση της καταστροφής, όπως βέβαια και οι προηγούμενες κυβερνήσεις που πρωταγωνίστησαν στη φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων.


  1. Παγκοσμιοποιητική Αριστερά και αντισυστημικό κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης
Πριν από ένα μήνα, λίγο πριν από τις ελληνικές εκλογές, είχα τονίσει τα εξής σχετικά με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Podemos, το “αδελφό κόμμα» του, στην Ισπανία:
«Παίρνοντας ως δεδομένη τη δέσμευση (του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και του Podemos στην Ισπανία) στην ΕΕ και το ευρώ, δεν υπάρχει απολύτως καμία πιθανότητα ότι θα μπορέσουν να πάρουν κάποια από τα ριζοσπαστικά μέτρα που απαιτούνται για να ανακουφίσουν πραγματικά την απελπιστική οικονομική κατάσταση της πλειοψηφίας του πληθυσμού και στις δύο χώρες, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, στο πλαίσιο των περιορισμών που επιβάλλονται από την ΕΕ και των συνταγματικών Συνθηκών που θεσμοθετούν τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.[1]
Το συμπέρασμα αυτό πήγαινε σαφώς κόντρα στην επικρατούσα άποψη ανάμεσα στην «παγκοσμιοποιητική» Αριστερά και τις πολυάριθμές εκδόσεις της (έντυπες και ηλεκτρονικές) σε όλο τον κόσμο.[2] Δηλαδή την Αριστερά που άμεσα η έμμεσα παίρνει ως δεδομένα (και κατά συνέπεια δεν διανοείται να αμφισβητήσει) την παγκοσμιοποίηση και τα θεσμικά της όργανα (π.χ. την ΕΕ). Ο μόνος της στόχος, επομένως, είναι η βελτίωσή τους «από τα μέσα». Στο παρελθόν ονομάζαμε αυτού του είδους την Αριστερά “ρεφορμιστική” για να τη διακρίνουμε από την αντισυστημική ή αντικαπιταλιστική Αριστερά. Ωστόσο, το ισχυρό κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης που αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, ήταν σε μεγάλο βαθμό ένα αντισυστημικό κίνημα, το οποίο τελικά συνετρίβη από τον συνδυασμό της κρατικής βίας (στο Σιάτλ, τη Γένοβα, κλπ), αλλά και της συστηματικής προσπάθειας της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς που αναπτύχθηκε εκείνη την εποχή (με τη μορφή κυρίως του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ). Η έμμεση υποστήριξη των μέσων μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) που ελέγχονται από την Υπερεθνική Ελίτ (δηλαδή τις ελίτ που εδράζονται κυρίως στις χώρες της G7) ήταν ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας στη διαδικασία αυτή. Και φυσικά, ο ρόλος της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς στο να ευνουχίσει ουσιαστικά το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, –μετατρέποντας το από ένα αντισυστημικό κίνημα σε ρεφορμιστικό–ήταν ζωτικής σημασίας.[3] Το αναπότρεπτο αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευση ολόκληρου του αντισυστημικού κινήματος εναντίον της παγκοσμιοποίησης, προς μεγάλη χαρά των πολυεθνικών (αλλά και διαφόρων ‘ευεργετών’ της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς τύπου Σόρος) που προφανώς βρίσκονταν πίσω από αυτή την τεράστια εκστρατεία.
Η κύρια διαφορά μεταξύ της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς και του κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, η οποία δεν ήταν τόσο καθαρή εκείνη τη χρονική στιγμή αλλά έγινε φανερή αργότερα, αφορά, αυτό καθεαυτό, το αντικείμενο της κοινωνικής πάλης.
Έτσι, για το αντισυστημικό κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, η αιτία της αυξανόμενης συγκέντρωσης της οικονομικής εξουσίας σε λίγα χέρια είναι η ίδια η παγκοσμιοποίηση, που έχει οδηγήσει στη σημερινή πρωτοφανή ανισότητα, η οποία, με βάση τις σημερινές τάσεις, το 2016, το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού θα κατέχει περισσότερο πλούτο από το υπόλοιπο 99%![4]Επιπλέον, η παγκοσμιοποίηση, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,[5] σε μια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς μπορεί να είναι μόνο νεοφιλελεύθερη. Αυτό σημαίνει ότι ο νεοφιλελευθερισμός, σε αντίθεση με τη μυθολογία της παγκοσμιοποίησης Αριστεράς, δεν είναι ούτε ένα «δόγμα»,[6] ούτε η “κακιά” πολιτική ορισμένων κακών ή «ανίκανων» στελεχών που ελέγχουν τους υπερεθνικούς θεσμούς όπως η ΕΕ, όπως ισχυρίζονται ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos, σε μια προφανή προσπάθεια να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους. Δεν πρέπει λοιπόν να εκπλήσσει το γεγονός ότι ο Τσίπρας και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν συμμετάσχει οι ίδιοι στην παγκοσμιοποιητική Αριστερά, με τη μορφή του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, το οποίο ήταν το κύριο όργανο που χρησιμοποιήθηκε για να ευνουχίσει το αντισυστημικό κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης!
Επίσης δεν είναι περίεργο ότι ο Thomas Piketty, το νέο μεγάλο αστέρι στα οικονομικά, ο οποίος προωθείται μαζικά από τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Υ/Ε, όπως οι Financial Times, σαν ένα είδος «νέου Μαρξ” για την καταπολέμηση της ανισότητας, είναι ένα εξέχον στέλεχος της ίδιας της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς, που δηλώνει ρητά ότι «αν δεν βρούμε έναν τρόπο να πείσουμε τους ανθρώπους ότι ο καθένας μπορεί να κερδίσει από την παγκοσμιοποίηση, ο κίνδυνος είναι ότι μια αυξανόμενη μερίδα του πληθυσμού θα στραφεί μακριά από αυτή, ενάντια στην παγκοσμιοποίηση».[7] (όπως ήδη κάνουν οι συμπατριώτες του στη Γαλλία!).
Τουλάχιστον όμως ο Piketty, από όσο γνωρίζω, δεν έχει το θράσος να αποκαλεί τον εαυτό του «μαρξιστή» (παρότι άλλοι μπορεί να τον πλασάρουν έτσι), σε αντίθεση με τον νέο Έλληνα “ποπ σταρ» των οικονομικών, τον οποίο πάλι προωθούν μαζικά τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης της Υ/Ε (είτε με θετική είτε με αρνητική διαφήμιση) –ο οποίος είναι επίσης ‘κατά σύμπτωση’ (τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη) εξέχον στέλεχος της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς. Αναφέρομαι, φυσικά, στον Γιάνη Βαρουφάκη, τον Τσάρο της Οικονομίας, ο οποίος αυτοαποκαλείται «ελευθεριακός μαρξιστής». Στην πραγματικότητα, όμως, τόσο η θεωρία όσο και η πρακτική του Βαρουφάκη δεν έχουν καμία σχέση ούτε με την Μαρξιστική αλλά ούτε με την αριστερή ελευθεριακή θεωρία και πρακτική, όπως εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς από την αυτό-παρουσίαση του, που πλασαρίστηκε μαζικά από την εφημερίδα The Guardian[8] (τη γνωστή ναυαρχίδα της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς που υποστήριξε όλους τους πολέμους της Υ/Ε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης). Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για έναν «φιλελεύθερο ψευδο-κεϋνσιανό» (δηλαδή η θεωρητική εκδοχή του επικρατούντος σήμερα σοσιαλφιλελευθερισμού, ο οποίος είναι φυσικά εντελώς ασύμβατος με το ίδιο το έργο του Κέυνς!) καθώς και για ένα ένθερμο υποστηρικτή της παγκοσμιοποίησης, όπως φανερώνουν δηλώσεις σαν την ακόλουθη:
«Τι καλό θα έκανε σήμερα να απαιτούσαμε τη διάλυση της ευρωζώνης, της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός κάνει το παν για να υπονομεύσει την Ευρωζώνη, την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην πραγματικότητα τον ίδιο τον καπιταλισμό;»[9]
Έτσι σύμφωνα με τη «μεγαλοφυή» αυτή σκέψη (μια από τις… άπειρες που εκφράζει καθημερινά o ίδιος με στόμφο 12 καρδιναλίων) –που θα ήταν απλά διασκεδαστική εάν δεν ήταν συγχρόνως και άκρως αποπροσανατολιστική–οι λαοί δεν χρειάζεται να παλεύουν κατά της παγκοσμιοποίησης, της ΕΕ η του ίδιου καπιταλισμού, αφού θα πέσουν μόνοι τους!
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δεν εμπόδισαν το ηλεκτρονικό περιοδικό Counterpunch, ηγετικό όργανο της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς, να δημοσιεύσει άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο «Το Επαναστατικό Σχέδιο του ‘σιδηρού’ Βαρουφάκη για την Ευρώπη», που κάνει σαφή την απόλυτη χρεοκοπία αυτού του είδους της «Αριστεράς», η οποία δεν έχει κανένα ενδοιασμό να συμπεράνει ότι το σχέδιο του Βαρουφάκη είναι «Η Επανάσταση από τα μέσα” και να προτείνει δήθεν εχέμυθα “απλά μην το πείτε σε κανέναν στο Βερολίνο »![10]
  1. Οι πολιτικές λιτότητας ως η δήθεν αιτία της οικονομικής καταστροφής και ο μύθος της “δημοκρατικής” ΕΕ
Έτσι, για την παγκοσμιοποιητική Αριστερά, η αιτία της οικονομικής καταστροφής σε χώρες όπως η Ελλάδα είναι οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται από τις νεοφιλελεύθερες και σοσιαλφιλελεύθερες κυβερνήσεις, με τις οποίες όμως πολιτικές δεν έχει αντίρρηση αυτό το είδος «Αριστεράς» να έρθει εν τέλει σε συμβιβασμό, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ μόλις απέδειξε στην πράξη, δηλαδή ακόμη και να συμβιβαστεί στην εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών! Η συνήθης δόλια επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούν πολλοί στην ηγεσία του κόμματος για να δικαιολογήσουν την προφανή στροφή 180 μοιρών που συνεπάγεται τελικά η υιοθέτηση των πολιτικών αυτών είναι ότι η κωλοτούμπα αυτή αποτελεί τμήμα κάποιας ιδιοφυούς στρατηγικής, με στόχο μια νέα «καλή» Ευρώπη των λαών να αντικαταστήσει τη σημερινή Ευρώπη του κεφαλαίου, η οποία θα πετάξει στα σκουπίδια τους νεοφιλελεύθερους και τις σχετικές πολιτικές τους. Αυτός είναι ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν έχει εγείρει το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ και τη δημιουργία αντ ‘αυτής μιας νέας πραγματικής Ευρώπης των λαών. Έτσι, αυτό που κτυπά η «Αριστερά» αυτή είναι το “σαμάρι”, δηλαδή τις πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται από αυτούς τους «κακούς» νεοφιλελεύθερους, και ποτέ το ίδιο το “γαϊδούρι”, δηλαδή την ίδια την Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και την Υ/Ε. Όμως, οι πολιτικές αυτές είναι αναπόφευκτες για μια κυβέρνηση η οποία δεν ελέγχει τις αγορές της χώρας (εξαιτίας του ανοίγματος και της “απελευθέρωσης” των αγορών που επιβάλλει η ΝΔΤ), και ακόμη περισσότερο όταν δεν ελέγχει καν το νόμισμα της και τις δημοσιονομικές πολιτικές της, όπως συμβαίνει στην Ευρωζώνη. Αναγκαστικά στην περίπτωση αυτή μια χώρα θα στηρίξει όλη της την στρατηγική ανάπτυξης στις ξένες επενδύσεις και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, ούτως ώστε οι ξένες εισαγωγές να μην παραγκωνίζουν την εγχώρια παραγωγή, ενώ παράλληλα να προωθούνται οι εξαγωγές (στη δική μας περίπτωση βασικά ο Τουρισμός!)
Ωστόσο, αν και οι πολιτικές αυτές μπορεί πράγματι να οδηγήσουν σε ένα είδος ανάπτυξης –που θα καταλήξει όμως, όπως συνήθως, σε τεράστιες ανισότητες και φτώχεια για τους περισσότερους– σίγουρα δεν μπορεί να οδηγήσει στην αναδιάρθρωση της παραγωγής, έτσι ώστε η οικονομία να μπορεί πραγματικά να γίνει ανταγωνιστική, όπως ισχυρίζονται. Έτσι, οι ντόπιοι εργαζόμενοι σε χώρες της περιφέρειας της ΕΕ θα πρέπει στην πράξη να ανταγωνίζονται είτε ξένους εργάτες στο εξωτερικό που εργάζονται υπό συνθήκες σχεδόν δουλείας (π.χ. Ινδία, Πακιστάν, Κίνα και ούτω καθεξής), καθώς και με μετανάστες από χώρες με παρόμοια χαρακτηριστικά, ή με εργαζόμενους σε εξαιρετικά προηγμένες χώρες όσον αφορά την έρευνα και την ανάπτυξη, που συνδέονται με πολύ υψηλότερες παραγωγικότητες (π.χ. Γερμανία). Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως σε μια οικονομική ένωση που αποτελείται από χώρες σε άνισα επίπεδα ανάπτυξης, οι περιφερειακές χώρες δεν έχουν καμία πιθανότητα να ανταγωνιστούν τις προηγμένες χώρες του κέντρου, όπου εδράζονται [όχι απλά με τη νομική έννοια αλλά «φυσικώς» πχ η Amazon που εδράζεται νομικά στο Λουξεμβούργο αλλά η φυσική της βάση είναι στις ΗΠΑ και Βρετανία] οι ελίτ οι οποίες ελέγχουν την οικονομική πολιτική ολόκληρης της Ένωσης.
Επομένως, είναι αποπροσανατολιστικός μύθος ότι μια ένωση όπως η ευρωζώνη θα μπορούσε ποτέ να είναι δημοκρατική, όπως ξεδιάντροπα δήλωσε ο Βαρουφάκης ότι είναι ο συν-συγγραφέας των πολιτικών που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα από την ΕΕ! Μια δημοκρατική ένωση προϋποθέτει μέλη ίσης οικονομικής δύναμης, δηλαδή κυρίαρχα έθνη, και η Ελλάδα δεν έχει οποιαδήποτε οικονομική ή εθνική κυριαρχία μέσα στην Ευρωζώνη, ιδιαίτερα κάτω από τους νέο-αποικιακούς κανόνες που επιβάλλονται από την τρόικα (διάβαζε Υ/Ε). Πέρα από αυτό, μόνο ένας φιλελεύθερος κρετίνος (ή ένας απατεώνας) θα υποστήριζε ότι θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει δημοκρατική σχέση μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη, ή, εναλλακτικά, μεταξύ εκείνων που ελέγχουν το πορτοφόλι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των υπολοίπων. Ακόμη και συστημικοί συγγραφείς, (αντίθετα με τον δικό μας “ελευθεριακό Μαρξιστή” που προφανώς δεν είναι κρετίνος) το κατανοούν πλήρως αυτό, όπως όταν ο Βρετανός Συντηρητικός Dominic Lawson έγραφε πρόσφατα ότι:
«Δεδομένου ότι το 1/4 περίπου των κεφαλαίων της ΕΚΤ στηρίζονται στους Γερμανούς φορολογούμενους, η γνώμη του Σόιμπλε μετράει πολύ περισσότερο από εκείνη του Βαρουφάκη. (…) Έτσι, δεν είναι περίεργο ότι αυτός που ταπεινώθηκε (κν. εξευτελίστηκε) είναι ο Βαρουφάκης. Οι όροι που συμφωνήθηκαν αργά την Παρασκευή συνεπάγονται την αποδοχή ότι το πακέτο διάσωσης συνεχίζει να καθορίζεται και να επιτηρείται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την ΕΚΤ και τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ. Και ότι αν η τρόικα αυτή (Σ.Σ. οι “θεσμοί” κατά τον γελοίο ευφημισμό του ΣΥΡΙΖΑ) δεν είναι ικανοποιημένη με την ελληνική δέσμευση για οικονομική μεταρρύθμιση, η ΕΚΤ θα παγώσει τη ρευστότητα­­–δηλαδή, θα συμβεί αυτό ακριβώς που ο ΣΥΡΙΖΑ ορκίστηκε ότι ποτέ δεν θα δεχόταν»[11]
Με βάση παρόμοιους συλλογισμούς, συμπέρανα σε ένα άρθρο μετά τις εκλογές[12] ότι:
Οι δύο βασικές επιλογές που είχε η νέα κυβέρνηση ήταν: α) ο δρόμος της υποταγής στις απαιτήσεις της υπερεθνικής ελίτ (Υ/Ε) και της ΕΕ, σε αντάλλαγμα κάποιων μικρό-παραχωρήσεων τους και β) ο δρόμος της αντίστασης, η οποία συνεπάγεται την άμεση μονομερή έξοδο από την ΕΕ και την Ευρωζώνη, που θα επιτρέψει την εισαγωγή αυστηρών ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και την εκ νέου εισαγωγή του εθνικού νομίσματος, την εθνικοποίηση όλων των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδας, την κοινωνικοποίηση όλων των τομέων- κλειδιά που καλύπτουν βασικές ανάγκες, καθώς και εκείνων που αφορούν τον κοινωνικό πλούτο (πετρέλαιο, λιγνίτης, χρυσός, κλπ.).[13]
Ακόμη και εκείνη τη στιγμή, μόλις μία εβδομάδα μετά τις εκλογές, με βάση τα πρώτα διαθέσιμα σημάδια, ήμουν στη θέση να γράψω πως «είναι ασφαλές να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η (α) ανωτέρω είναι η λύση που θα επιλεγεί από την αποπροσανατολιστική ρεφορμιστική Αριστερά που ήλθε στην εξουσία στην Ελλάδα! Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα είναι ότι καμία από τις κύριες προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι στον δρόμο της άμεσης υλοποίησης της.» Στη συνέχεια, θα αναφέρω τις κυριότερες προεκλογικές δεσμεύσεις για να δούμε πώς μεταμορφώθηκαν στη “λίστα των διαρθρωτικών αλλαγών”, τις οποίες υποτίθεται “συνέγραψε” ο ποπ Τσάρος με τους “θεσμούς”!
  1. Η αναίρεση ή διαστρέβλωση κάθε σημαντικής προεκλογικής δέσμευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ
α) Η δέσμευση να πετάξει έξω την τρόικα (που αποτελείται από εκπροσώπους της υπερεθνικής ελίτ, δηλαδή τα ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ), η οποία είχε τον έλεγχο της εφαρμογής των όρων του μνημονίου στο παρελθόν, αλλά στην πραγματικότητα ασχολούνταν ακόμη και με τον σχεδιασμό της κατάλληλης νομοθεσίας και, στη συνέχεια, με τον έλεγχο της εκτέλεσής της!. Σήμερα είναι φανερό ότι όχι μόνο δεν πετάχθηκε έξω η Τρόικα, αλλά απλά μετονομάστηκε σε «θεσμούς» που αποτελείται πάλι από τους ίδιους θεσμούς όπως πριν (ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ)–ίσως εκπροσωπούμενοι από διαφορετικό προσωπικό!. Η μόνη (ψεύτικη) αλλαγή είναι ότι επισήμως οι αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται στο μέλλον από τους “θεσμούς” και την Ελλάδα, σαν “συν-συγγραφείς, σύμφωνα με τη «δημοκρατική διαδικασία». Είναι προφανής επομένως η απόπειρα του «Τσάρου» να μας κάνει να πιστέψουμε ότι θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει πραγματική δημοκρατία (η οποία σημαίνει ίση κατανομή της πολιτικής δύναμης), ακόμη και χωρίς μια αντίστοιχη ισοκατανομή της οικονομικής δύναμης, και μάλιστα μέσα σε ένα καπιταλιστικό σύστημα![14]
β) Η δέσμευση να σκίσει το “Μνημόνιο”. Σήμερα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόζει στην πράξη ένα μίνι-μνημόνιο (που μετονομάστηκε σε “λίστα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων”), οι οποίες απλά αποτελούν τους όρους εφαρμογής της κύριας δανειακής σύμβασης, η οποία και μόνο παρατάθηκε, ενώ το Μνημόνιο καθεαυτό υποτίθεται καταργήθηκε. Έτσι με τους δικολαβισμούς αυτούς προσπαθούν να εξαπατήσουν τα λαϊκά στρώματα ότι αποκτήσαμε πάλι την εθνική και οικονομική κυριαρχία μας, όπως υποστήριξε ο ανεκδιήγητος “Τσάρος της Οικονομίας” σε τηλεοπτική συνέντευξη του, ο οποίος φαίνεται δεν έχει ακούσει ποτέ του ότι δεν νοείται οικονομική κυριαρχία χωρίς έλεγχο των αγορών, της δημοσιονομικής πολιτικής, ακόμη και του ίδιου του νομίσματος μιας χώρας! Φρόντισαν μάλιστα να προσθέσουν στη λίστα των μεταρρυθμίσεων και κάποιες πετσοκομμένες “ανθρωπιστικές” εφαρμογές του προγράμματος που ανακοίνωσαν στη Θεσσαλονίκη, αφού προηγουμένως δεσμεύτηκαν στους “θεσμούς” ότι θα κάνουν τις μεταρρυθμίσεις με τέτοιο τρόπο ώστε δεν θα υπάρξει επιπρόσθετο δημοσιονομικό κόστος. Η προσθήκη όμως των ανώδυνων πια για τους “θεσμούς” ανθρωπιστικών διευθετήσεων είχε απλώς τον σκοπό της δημιουργίας της εσφαλμένης εντύπωσης ότι πρόκειται για ένα νέο πρόγραμμα που “συνέγραψε” και ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό όταν ακόμη και ο ίδιος ο Βαρουφάκης παραδέχτηκε δημόσια ότι το 70% των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμόσει η Κυβέρνηση υπήρχαν και στο δήθεν ακυρωθέν Μνημόνιο! Παράλληλα, οι “εταίροι” μας επέβαλλαν ότι η Ελλάδα δεν θα πάρει καμία επιπλέον οικονομική βοήθεια από την ΕΕ η το ΔΝΤ εκτός αν, και μέχρις ότου, η παρούσα λίστα μεταρρυθμίσεων θα συμπληρωθεί και με άλλες απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες πρέπει να συμφωνηθούν μέχρι τα τέλη Απριλίου, και μόνο αφού αξιολογηθούν από τους θεσμούς, θα αποδεσμευθούν τα οιοδήποτε περαιτέρω κεφάλαια! Τότε, όταν το παρόν πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί τον Ιούνιο, θα μπορούσε να αντικατασταθεί από ένα νέο πρόγραμμα (δηλαδή ένα νέο μνημόνιο), εφόσον όμως η κυβέρνηση θα έχει εφαρμόσει την τρέχουσα λίστα των μεταρρυθμίσεων (το μίνι-μνημόνιο) με τρόπο που θα ικανοποιεί τους “εταίρους” της. Εννοείται ότι στη καινούργια εξαπάτηση με βάση την αρχή της “πολιτικής ορθότητας” που εφαρμόζει η “κυβέρνηση της Αριστεράς­­–σύμφωνα με τις Αμερικάνικες προδιαγραφές των συμβούλων της– το νέο “πρόγραμμα” δεν θα ονομάζεται Μνημόνιο.
γ) Η δέσμευση για ακύρωση του χρέους (ή του μεγαλύτερου μέρους του). Η δέσμευση αυτή έχει εξαφανιστεί εντελώς από το παρόν «πρόγραμμα γέφυρα» και αντικαταστάθηκε από μια αόριστη υπόσχεση ότι κάποια ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να εισαχθεί στο μνημόνιο του Ιουλίου. Ωστόσο, ενώ οι δανειστές και τα θεσμικά όργανα αναφέρονται, το πολύ, σε ενδεχόμενη παράταση της διάρκειας του δανείου ή/και μείωση των επιτοκίων, ο Βαρουφάκης ρίχνει διάφορες ιδέες, με βάση την «έξυπνη μηχανική του χρέους» που πλασάρει, ώστε να επιτευχθεί ακόμη και κάποια εικονική μείωση του, π.χ. ανταλλαγή ομολόγων με ομόλογα αορίστου χρόνου που αποδίδουν μόνο τόκους, ή ομόλογα των οποίων η απόδοση θα πρέπει να συνδέεται με την αύξηση του ΑΕΠ πέραν ενός ορισμένου ορίου, κ.λπ. ― ιδέες που ως επί το πλείστον αγνοούνται από τους «θεσμούς».
δ) Η δέσμευση –η πιο σημαντική, σύμφωνα με τον Σύριζα, πτυχή του «ριζοσπαστικού» προγράμματος του– για να αντικαταστήσει τη λιτότητα με την ανάπτυξη, καθώς θεωρούν τη λιτότητα ως την κυρίως υπεύθυνη για τη σημερινή οικονομική και κοινωνική καταστροφή στην Ελλάδα. Ωστόσο, το σύνολο του καταλόγου των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που μόλις συμφωνήθηκε μεταξύ των «θεσμών» και της κυβέρνησης του Σύριζα είναι ακριβώς ο συνήθης νεοφιλελεύθερος κατάλογος μέτρων που προτείνεται από τον ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα κ.λπ. Δηλαδή η επανεξέταση των δημοσίων δαπανών (συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των δαπανών για τις κοινωνικές υπηρεσίες, όπως η υγεία), με στόχο τη μείωση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών, δηλαδή τη παραπέρα μείωση του μεγέθους των δημόσιων δαπανών, πέραν των μαζικών περικοπών που επιβλήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια! Αυτό είναι φυσικά ένα ακόμη μέτρο λιτότητας με διαφορετικό όνομα.
ε) Η δέσμευση να χρησιμοποιήσουν μια δημοσιονομική πολιτική με στόχο την ανάπτυξη και όχι ως μέσο λιτότητας, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Για μια μάλιστα χώρα που υπόκειται σε κάποιο «πρόγραμμα διάσωσης», όπως η Ελλάδα, αυτό απαιτεί τη δημιουργία σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό ύψους περίπου 4% ανά έτος. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που πέτυχε η ‘σκληρή επαναδιαπραγμάτευση’ του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κάποια υπόσχεση να μειωθεί το μέγεθος του απαιτούμενου πλεονάσματος. Ωστόσο, όσο χαμηλότερο είναι το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο λιγότερα χρήματα θα είναι διαθέσιμα για την κάλυψη των δημόσιων δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών τόκων, πράγμα που στην πράξη συνήθως σημαίνει, με δεδομένα τα φορολογικά έσοδα, μια περαιτέρω περικοπή των δημόσιων δαπανών. Δηλαδή, περισσότερη λιτότητα! Και αυτό διότι βέβαια , η Υ/Ε δεν έχει να προσφέρει εναλλακτική λύση, εφόσον μια δραστική μείωση του πλεονάσματος του προϋπολογισμού απαιτεί ένα σημαντικό κούρεμα του χρέους,[15] η οποία είναι ανάθεμα για τους δανειστές.
στ) Η δέσμευση για αντιστροφή των ιδιωτικοποιήσεων που συμφωνήθηκαν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις της κρίσης, οι οποίες θεωρήθηκαν ως ξεπούλημα του κοινωνικού πλούτου από τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. βιομηχανίες ενέργειας). Η δέσμευση αυτή έχει ουσιαστικά παγώσει. Αντίθετα, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε τώρα να μην αγγίξει καμία ιδιωτικοποίηση που έχει ολοκληρωθεί, ή ακόμη και εκείνες για τις οποίες έχει ήδη αρχίσει η διαδικασία. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι όταν ο υπουργός Ενέργειας που ανήκει στην αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει στη πώληση της κύριας επιχείρησης ηλεκτρισμού της ΔΕΗ ή του φορέα εκμετάλλευσης του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας ΑΔΗΜΕ, εισέπραξε μια οργισμένη αντίδραση από το Βερολίνο, όπου ένας εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών είπε ότι η Αθήνα δεν μπορεί να αποφασίζει μονομερώς την καθυστέρηση ή το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων [15], εμμέσως αναφερόμενος σε μια ρήτρα της συμφωνίας για τη λίστα των μεταρρυθμίσεων ότι μονομερείς ενέργειες από την Ελλάδα δεν θα γίνουν ανεκτές–πράγμα που σημαίνει ότι οποιεσδήποτε τέτοιες ενέργειες θα συνεπάγονται διακοπή της ρευστότητας.[16]
ζ) Η δέσμευση για την προστασία της εργασίας και την κατάργηση των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων. Η δέσμευση αυτή έχει εγκαταλειφθεί εντελώς τώρα και έχει αντικατασταθεί από μια νέα δέσμευση για την υιοθέτηση «των βέλτιστων πρακτικών της ΕΕ», δηλαδή των καλύτερων σχετικά νεοφιλελεύθερων πρακτικών, δεδομένου ότι οι ευέλικτες εργασιακές συνθήκες έχουν ήδη εισαχθεί σχεδόν παντού στην Ευρωζώνη. Ακόμη και η σχετική δέσμευση για την αύξηση, αμέσως μετά την εκλογή τους, του κατώτατου ημερομισθίου σε πάνω από 700 ευρώ έχει πλέον αντικατασταθεί από μια υπόσχεση ότι η αύξηση αυτή θα γίνει σταδιακά «σε βάθος χρόνου» και πάντα σε συνεννόηση με τους «θεσμούς»! Αυτό, πέραν της συνηθισμένης δέσμευσης για το περαιτέρω άνοιγμα και την απελευθέρωση των αγορών, αποτελεί «τμήμα μιας ευρύτερης στρατηγικής για να αντιμετωπιστούν τα κατεστημένα συμφέροντα» (με τα οποία συνήθως εννοούν οι νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλφιλελεύθεροι τα συνδικαλιστικά συμφέροντα).
η) Η δέσμευση να φροντίσει ο ΣΥΡΙΖΑ μόλις εκλεγεί τις συνέπειες της ανθρωπιστικής κρίσης, ως αποτέλεσμα της μαζικής φτωχοποίησης των τελευταίων ετών, έχει επίσης αποδυναμωθεί. Έτσι, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν πρέπει να μην έχουν χρηματικό κόστος (π.χ. κουπόνια τροφίμων) και, οπωσδήποτε, όλη αυτή η μάχη κατά της ανθρωπιστικής κρίσης δεν πρέπει να έχει καμία αρνητική δημοσιονομική επίπτωση!
  1. Πώς με τη μέθοδο της έμμεσης διακοπής ρευστότητας επιβάλλεται η κωλοτούμπα στον ΣΥΡΙΖΑ
Είναι, επομένως, φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αναιρέσει όλες τις κύριες δεσμεύσεις του που θα τον διαφοροποιούσαν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, οι οποίες στη πραγματικότητα διοριζόντουσαν από τους «θεσμούς» (δηλαδή την Υ/Ε). Αυτή η κανονική «μεταβολή» (κν. κωλοτούμπα) της ελληνικής παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς, επιτεύχθηκε πολύ απλά από την ΕΕ μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία χρησιμοποίησε το άκρως επιτυχημένο «Ιρλανδικό» μοντέλο για το σκοπό αυτό, που εφαρμόστηκε επίσης αργότερα και στην Κύπρο.
Έτσι, όταν η Ιρλανδία ήταν στο χείλος της χρεωκοπίας το 2010 και η Υ/Ε πίεζε την Ιρλανδική κυβέρνηση να ζητήσει ένα πακέτο «διάσωσης», το οποίο αυτή προσπαθούσε φυσικά να αποφύγει, απειλήθηκε με διακοπή της «Επείγουσας Παροχής Ρευστότητας» (Emergency Liquidity Assistance. ELA) στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ιρλανδίας, δηλαδή με «κλείσιμο της στρόφιγγας» ρευστού.
Την περασμένη εβδομάδα η ΕΚΤ αφού έκανε πρώτα τις ελληνικές τράπεζες πλήρως εξαρτημένες από το ELA, μετά δεν ενέκρινε το αίτημα τους για 10 δισ. ευρώ επιτρέποντας, αντί αυτού, μια αύξηση μόνο 3,8 δις ευρώ, εν πλήρη γνώσει ότι με το μίνι πανικό ρευστότητας που αναπτυσσόταν εκείνη την στιγμή, τα υπάρχοντα ταμειακά αποθέματα των Τραπεζών θα είχαν εξαντληθεί αμέσως σχεδόν μετά την Καθαρά Δευτέρα[17]. Με τους καταθέτες να αποσύρουν τις καταθέσεις τους, και τις αγορές να τις έχουν αποκλείσει, οι ελληνικές τράπεζες δεν είχαν πουθενά αλλού να στραφούν. Όμως, όταν συμβεί αυτό, οι Τράπεζες έρχονται σε πλήρη αδυναμία να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των πελατών και χρεοκοπούν οδηγώντας σε «πιστωτικό γεγονός» (δηλ. χρεωκοπία) τη χώρα.
Αυτό ακριβώς τόνιζα όλα αυτά τα χρόνια στην αρθρογραφία μου, η οποία (έμμεσα) δεχόταν την ειρωνεία των «ευφυών» οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν προβλέπεται από τις συνθήκες η διακοπή ρευστότητας (λες και είναι δύσκολο να βρουν οι ελίτ έμμεσους τρόπους σαν τον παραπάνω) και επομένως αυτοί, σαν πιο «έξυπνοι» διαπραγματευτές από Ιρλανδούς, Πορτογάλους, Ισπανούς κ.α. θα μπορούσαν να εκβιάσουν καλύτερους όρους σε μια επαναδιαπραγμάτευση με τους «εταίρους».
  1. Η εξαπάτηση του Λαού με τη δήθεν «νίκη» του ΣΥΡΙΖΑ
Το πόσο επικίνδυνα άσχετοι με την οικονομική πραγματικότητα αλλά και ανεύθυνοι ήταν, αποδείχνεται τώρα, που παρέσυραν έναν ολόκληρο λαό σε μια εύκολη δήθεν λύση, όπου θα μπορούσαμε να επιβάλλουμε καλύτερους όρους στους δανειστές, χωρίς να χάσουμε και το Ευρώ «μας». Έτσι σήμερα προσπαθούν απλά να εξαπατήσουν τον λαό ότι πετυχαίνουν νίκες στις καθημερινές μάχες (τη στιγμή που δεν υπάρχει σοβαρή οικονομική ή πολιτική εφημερίδα στο εξωτερικό που να μη μιλά για την Ελληνική κωλοτούμπα–εκτός βέβαια από τις φυλλάδες της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» και τους σοσιαλφιλελεύθερους οικονομολόγους και …Νομπελίστες που υποστηρίζουν τις επικίνδυνες ανοησίες του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα μπορούσε να υπάρξει και άλλος δρόμος μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη από αυτόν που επέβαλλαν στον Ελληνικό λαό με καταστροφικές συνέπειες. Πολύ εύστοχα ο γνωστός, πάντα οξυδερκής, οικονομικός αναλυτής του κάθε άλλο παρά ριζοσπαστικού BBC συνόψισε την απάτη του ΣΥΡΙΖΑ, σε ένα άρθρο με τίτλο «Ο ΣΥΡΙΖΑ πετά στη χωματερή τον Μαρξ για χάρη του Μπλερ», και περιγράφει με άκρως ειρωνικά σχόλια την κυβέρνηση των «Μαρξιστών» του ΣΥΡΙΖΑ ότι ενσαρκώνει «την ταχύτερη επανεφεύρεση παγκοσμίως του τι σημαίνει να είσαι σοσιαλιστής»:
«Στις μεταρρυθμίσεις που προτάθηκαν από τον Έλληνα Υπουργό Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη για την εξασφάλιση μιας παράτασης τεσσάρων μηνών του προγράμματος διάσωσης, που ήταν πια θέμα ζωής ή θανάτου, εξαφανίστηκαν η φαινομενική αδιάλλακτη εχθρότητα του κόμματος για ιδιωτικοποιήσεις, η αποφασιστικότητα για την επαναπρόσληψη των απολυμένων υπαλλήλων στο δημόσιο τομέα, καθώς και η επιθυμία για την ταχεία αύξηση των κατώτατων μισθών. Ή για να το θέσουμε διαφορετικά, η πλατφόρμα με βάση την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις πρόσφατες γενικές εκλογές «υποδομήθηκε» σημαντικά. Στη θέση της είναι ό,τι θα μπορούσαμε να δούμε ως τα μέτρα του «Νέου ΣΥΡΙΖΑ” (ΣΣ κατά το πρότυπο του «Νέου» (–δηλ. Μπλερικού) Εργατικού κόμματος): δεσμεύσεις για τη βελτίωση της αποδοτικότητας του δημόσιου τομέα και την εξάλειψη της σπατάλης, την προώθηση του ανταγωνισμού μέσα από μια ενισχυμένη επιτροπή ανταγωνισμού, τη μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, για τον εξορθολογισμό των συνταξιοδοτικών συστημάτων, την μη αντιστροφή των ιδιωτικοποιήσεων και την υιοθέτηση μιας ρεαλιστικής προσέγγισης όσον αφορά τις μελλοντικές πωλήσεις κρατικών περιουσιακών στοιχείων.»[18]
Ωστόσο, ο Peston, σαν φιλελεύθερος οικονομολόγος, βλέπει μόνο τις αλλαγές στο πολιτικό «εποικοδόμημα» για να εξηγήσει την κωλοτουμπα και αγνοεί τις σεισμικές αλλαγές στην οικονομική δομή που ήταν οι απώτερες αιτίες των αλλαγών στην πολιτική δομή. Δηλαδή, την ανάδυση της NΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που αποκαλύπτει σήμερα όχι μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους Podemos και οποιαδήποτε άλλα τμήματα της παγκοσμιοποιητικής Αριστεράς με παρόμοιες πολιτικές, ως εντελώς άσχετα κόμματα με τη σημερινή πραγματικότητα.
Όμως, κάποιοι μπορεί να θεωρήσουν επίσης εκπληκτικό το γεγονός ότι ακόμη και το μεγαλύτερο μέρος της Μαρξιστικής αντισυστημικής Αριστεράς κάνει το ίδιο λάθος, όπως φαίνεται από το παρακάτω απόσπασμα από το World Socialist Web Site:
«Η επαίσχυντη συνθηκολόγηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ φανερώνει την απόλυτη πολιτική χρεοκοπία των μυριάδων μικροαστικών ψευδο-αριστερών οργανώσεων σε όλο τον κόσμο, που μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, χαιρέτησαν την εκλογική νίκη του Τσίπρα ως ένα συγκλονιστικό γεγονός. Αντί να καταγγείλουν την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, αυτές οι ομάδες εργάζονται τώρα υπερωρίες για να βρουν προφάσεις και δικαιολογίες. Όμως, μεγάλα τμήματα της ελληνικής εργατικής τάξης θα δουν τη συμφωνία για αυτό που είναι: μια κυνική και δειλή πράξη πολιτικής προδοσίας.»[19]
Είναι όμως σαφές, με βάση την παραπάνω ανάλυση, ότι η στάση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι θέμα προδοσίας. Κάθε αριστερό κόμμα που δεν θα ήταν αποφασισμένο να έρθει σε άμεση ρήξη όχι μόνο με την ΕΕ και την Ευρωζώνη, αλλά και με την NΔΤ και τους θεσμούς της (ΠΟΕ, ΔΝΤ, ΝΑΤΟ, κ.λπ.), θα αναγκαζόταν τελικά να ακολουθήσει τις ίδιες πολιτικές που υιοθετεί ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα.
Παρόμοια επιχειρήματα ισχύουν και για την παλαιολιθική αντί-ιμπεριαλιστική Αριστερά που βλέπει τη σύγκρουση ως μία σύγκρουση μεταξύ της «κακής» νεοφιλελεύθερης Αυτοκρατορίας και των λαών. Για παράδειγμα, όπως γράφει ο James Petras :
«Η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ με μια πλατφόρμα για την ανάκτηση της κυριαρχίας, την απόρριψη της λιτότητας και τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων του με τους πιστωτές για χάρη της εθνικής ανάπτυξης, έθεσε τις βάσεις για μια πιθανή διηπειρωτική αντιπαράθεση.» [20]
Φυσικά, αυτό είναι ένας άλλος μύθος που συνήθως προωθείται από την παγκοσμιοποιητική Αριστερά. Στη πραγματικότητα, δεν υπήρξε ποτέ μια τέτοια επιλογή μεταξύ, αφενός, της ανάκτησης της κυριαρχίας και της εθνικής ανάπτυξης (μέσα στην ΕΕ) και, αφετέρου, της συνθηκολόγησης. Το πραγματικό δίλημμα είναι μεταξύ αφενός της ανάκτησης της εθνικής και οικονομικής κυριαρχίας μετά από την άμεση ρήξη με την ΕΕ και την ΝΔΤ και, αφετέρου της συνθηκολόγησης — κάτι που αυτό το είδος της παλαιολιθικής Αριστεράς δεν μπορεί να καταλάβει, καθώς νομίζει ότι ζούμε ακόμη στην εποχή των εθνών-κρατών!
Για παρόμοιους λόγους μπορεί κανείς να επικρίνει την «αριστερή πλατφόρμα» μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ (Λαφαζάνης, Λαπαβίτσας και άλλοι)
[21]της οποίας η πανάκεια για όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με την παρούσα ελληνική καταστροφή είναι το Grexit, δηλαδή η έξοδος από την Ευρωζώνη, αλλά όχι, επίσης, και από την ΕΕ, πόσο μάλλον η ρήξη με την NΔΤ και τους οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς της! Ωστόσο, παρόλο που μια τέτοια «λύση» μπορεί βραχυπρόθεσμα να ωφελήσει τον ελληνικό λαό, ως αποτέλεσμα της σχετικής υποτίμησης του νέου νομίσματος (της δραχμής) που θα εισαχθεί μετά το Grexit, μεσομακροπρόθεσμα η Ελλάδα θα βρεθεί σε παρόμοια κρίση με την σημερινή, ακόμη και αν το Grexit συνδυαστεί με ακύρωση μέρους ή και του συνόλου του ελληνικού χρέους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η προσέγγιση αυτή είναι επίσης παγκοσμιοποιητική, δηλαδή παίρνει την NΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ως δεδομένη και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί ποτέ να οδηγήσει στην αναδιάρθρωση της παραγωγής και της κατανάλωσης στην Ελλάδα που μόνο μια πολιτική αυτοδυναμία θα μπορούσε να εξασφαλίσει και όχι βέβαια οι επενδύσεις των πολυεθνικών η των ντόπιων ολιγαρχών! Όμως, μια τέτοια πολιτική αποκλείεται όταν οι αγορές είναι ανοικτές και απελευθερωμένες, γεγονός που  οι υποστηρικτές του Grexit παίρνουν επίσης ως δεδομένο.
Το συμπέρασμα, επομένως, είναι ότι εάν η αντισυστημική Αριστερά–που ως επί το πλείστον δεν έχει καμία θεωρία και στρατηγική για την παγκοσμιοποίηση– δεν προσπαθήσει επειγόντως να καλύψει το κενό που άφησε η παγκοσμιοποιητική Αριστερά καθώς και η παλαιολιθική αντισυστημική Αριστερά, τότε η μόνη παράταξη που θα μπορούσε να επιτύχει (σε Ευρωπαϊκό επίπεδο) το στόχο αυτό είναι η εθνικιστική Δεξιά, η οποία όμως τον τελευταίο καιρό παρουσιάζει πολύ ανησυχητικά σημάδια στροφής από τον παλαιό αντισημιτισμό στην ισλαμοφοβία, υποστηριζόμενη σε αυτό ακόμη και από τους Σιωνιστές![22]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου