Το δυαδικό μοντέλο ανάπτυξης – υπανάπτυξης στο εσωτερικό της ΟΝΕ δεν ήταν δυνατόν να συνεχιστεί επ’ άπειρον. Οδηγούσε, αργά ή γρήγορα, σε αδιέξοδο. Το αδιέξοδο πήρε τη μορφή της υπερχρέωσης. Με δεδομένη την αδυναμία υποτίμησης του ευρώ και χωρίς αποτελεσματική και ταχεία στήριξη εκ μέρους των δυνατών οικονομιών, η υπερχρέωση οδηγούσε λίγο–πολύ αυτόματα στην πτώχευση.
Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που βρέθηκε σε αυτή την εφιαλτική θέση. Το βάθος και η διάρκεια της ύφεσης, οι εκροές καταθέσεων προς τις ξένες τράπεζες και το κραχ στο ελληνικό χρηματιστήριο επέδρασαν καταλυτικά. Μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, εν μέσω ελλειμμάτων, χρεών, ανεργίας και ύφεσης, η νέα κυβέρνηση Σαμαρά δεν έχει επιλογές. Δεν μπορεί παρά να διέλθει Συμπληγάδες.
Εγινε όμως στη συνέχεια φανερό πως και οι υπόλοιπες οικονομίες του Νότου θα ακολουθούσαν την τύχη της χώρας μας. Η φράου Μέρκελ, η κεντρική παίκτρια σε αυτή τη συγκυρία, αντέδρασε αρχικά κατά εθνοκεντρικό, μικροκομματικό, μυωπικό τρόπο. Και φάνηκε πως η σιδηρά καγκελάριος είχε λιγότερο τη διορατικότητα ενός Ντελόρ ή Χέλμουτ Κολ και περισσότερο τη μικρόνοια της νοικοκυράς που δεν βλέπει τίποτα πέρα από το πουγκί της. Αλλά οι πιέσεις των εταίρων της και η ραγδαία εξελισσόμενη κρίση την υποχρεώνουν στη διήμερη σύνοδο κορυφής να δεχθεί με μισή καρδιά κάποιες προτάσεις. Σήμερα και αύριο θα βρεθεί προ των ευθυνών της.
Μολονότι το οριστικό «τέλος της ευμάρειας» εμφανίστηκε σε άμεση συνάρτηση με τη δημοσιονομική εκτροπή και την έκρηξη του δημόσιου χρέους και παγιώθηκε ως αποτέλεσμα των εσφαλμένων ή ακόμη και εγκληματικών χειρισμών των πολιτικών ηγεσιών, οι ρίζες αυτού του «τέλους» βρίσκονται και στη θρυμματισμένη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος. Οχι μόνον η Ελλάδα, ιδανικός αυτόχειρας και εύκολο θύμα, αλλά και οι περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, άλλη περισσότερο, άλλη λιγότερο, βρίσκονται πιασμένες στη μέγγενη ανεργίας – χρέους, έναντι της οποίας ουδείς φαίνεται να διαθέτει ουσιαστική στρατηγική εξόδου.
Τη δεκαετία του 1970, ο δυτικός κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν αναπάντεχο εφιάλτη, ο οποίος είχε βαλθεί, θα έλεγε κανείς, να γελοιοποιήσει όλα τα αξιοσέβαστα οικονομικά εγχειρίδια: τον διαβόητο στασιμοπληθωρισμό (stagflation), δηλαδή τη διατήρηση του πληθωρισμού σε διψήφια νούμερα, παρά το γεγονός ότι οι οικονομίες Αμερικής και Δυτικής Ευρώπης βρίσκονταν σε τροχιά συρρίκνωσης ή στασιμότητας. Η πρωτόγνωρη παθογένεια αποκάλυψε την κρίση του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους και δρομολόγησε θεραπείες–σοκ για τη μείωση του κόστους εργασίας, κάτω από τη σημαία του νεοφιλελευθερισμού.
Στην εποχή μας, και οι δύο πλευρές του Ατλαντικού βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα άλλο δικέφαλο τέρας, που αψηφά κάθε δοκιμασμένη θεραπευτική μέθοδο: την εκτίναξη της ανεργίας σε ύψη που είχε να δει ο βιομηχανικός Βορράς από την εποχή της Μεγάλης Υφεσης, του 1929–33, παρά την εφιαλτική διόγκωση των ελλειμμάτων και χρεών και τη διοχέτευση τεραστίων κονδυλίων στο τραπεζικό σύστημα για την αναθέρμανση της οικονομίας. Η εξάπλωση του ελληνικού ιού χρέους τροφοδότησε τη λαϊκιστική ρητορεία συντηρητικών κυβερνήσεων εναντίον «τεμπέληδων» και «εργατικών» Ευρωπαίων, χωρίς όμως ιδιαίτερο ουσιαστικό αντίκρισμα.
Σήμερα, το κλισέ της «ελληνικής τραγωδίας» έχει εγκατασταθεί για τα καλά στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, αλλά με πολύ διαφορετικό νόημα. Οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού εξακολουθούν να χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως πυγμαχικό σάκο, πειραματικό εργαστήριο, για την επιβολή μιας δρακόντειας πολιτικής δημοσιονομικής πειθαρχίας σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Και όχι χωρίς αποτελέσματα, όπως ήδη φαίνεται. Η γραμμή αντιμετώπισης της κρίσης με αναδιανομή πλούτου υπέρ των ασθενέστερων, με επεκτατική πολιτική αυξημένων κρατικών δαπανών, έμεινε μετέωρη. Προκρίθηκε η μείωση των ελλειμμάτων, ανεξαρτήτως κοινωνικού κόστους.
Επί τρεις δεκαετίες είχαμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε την Αμερική ως Μέκκα του νεοφιλελευθερισμού, με την Ευρώπη να ακολουθεί γογγύζοντας, διατηρώντας πάντα περισσότερα στοιχεία από την παράδοση του κοινωνικού κράτους. Ισως είναι η ώρα να αλλάξουμε οπτική γωνία. Την ώρα που όλη η Ευρώπη σύρεται από τους Γερμανούς τραπεζίτες, τα πραγματικά αφεντικά της Ευρωζώνης, στην πιο αυστηρή λιτότητα, η Αμερική του Μπαράκ Ομπάμα ήδη αναζητεί έναν άλλο δρόμο, έστω και αν δίνει την εικόνα πως προσπαθεί να τετραγωνίσει έναν φαύλο κύκλο, αντί να τον διαρρήξει.
Της Ζέζας Ζήκου
Πηγή: Το πόκερ της πτώχευσης... - RAMNOUSIA Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που βρέθηκε σε αυτή την εφιαλτική θέση. Το βάθος και η διάρκεια της ύφεσης, οι εκροές καταθέσεων προς τις ξένες τράπεζες και το κραχ στο ελληνικό χρηματιστήριο επέδρασαν καταλυτικά. Μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, εν μέσω ελλειμμάτων, χρεών, ανεργίας και ύφεσης, η νέα κυβέρνηση Σαμαρά δεν έχει επιλογές. Δεν μπορεί παρά να διέλθει Συμπληγάδες.
Εγινε όμως στη συνέχεια φανερό πως και οι υπόλοιπες οικονομίες του Νότου θα ακολουθούσαν την τύχη της χώρας μας. Η φράου Μέρκελ, η κεντρική παίκτρια σε αυτή τη συγκυρία, αντέδρασε αρχικά κατά εθνοκεντρικό, μικροκομματικό, μυωπικό τρόπο. Και φάνηκε πως η σιδηρά καγκελάριος είχε λιγότερο τη διορατικότητα ενός Ντελόρ ή Χέλμουτ Κολ και περισσότερο τη μικρόνοια της νοικοκυράς που δεν βλέπει τίποτα πέρα από το πουγκί της. Αλλά οι πιέσεις των εταίρων της και η ραγδαία εξελισσόμενη κρίση την υποχρεώνουν στη διήμερη σύνοδο κορυφής να δεχθεί με μισή καρδιά κάποιες προτάσεις. Σήμερα και αύριο θα βρεθεί προ των ευθυνών της.
Μολονότι το οριστικό «τέλος της ευμάρειας» εμφανίστηκε σε άμεση συνάρτηση με τη δημοσιονομική εκτροπή και την έκρηξη του δημόσιου χρέους και παγιώθηκε ως αποτέλεσμα των εσφαλμένων ή ακόμη και εγκληματικών χειρισμών των πολιτικών ηγεσιών, οι ρίζες αυτού του «τέλους» βρίσκονται και στη θρυμματισμένη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος. Οχι μόνον η Ελλάδα, ιδανικός αυτόχειρας και εύκολο θύμα, αλλά και οι περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, άλλη περισσότερο, άλλη λιγότερο, βρίσκονται πιασμένες στη μέγγενη ανεργίας – χρέους, έναντι της οποίας ουδείς φαίνεται να διαθέτει ουσιαστική στρατηγική εξόδου.
Τη δεκαετία του 1970, ο δυτικός κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν αναπάντεχο εφιάλτη, ο οποίος είχε βαλθεί, θα έλεγε κανείς, να γελοιοποιήσει όλα τα αξιοσέβαστα οικονομικά εγχειρίδια: τον διαβόητο στασιμοπληθωρισμό (stagflation), δηλαδή τη διατήρηση του πληθωρισμού σε διψήφια νούμερα, παρά το γεγονός ότι οι οικονομίες Αμερικής και Δυτικής Ευρώπης βρίσκονταν σε τροχιά συρρίκνωσης ή στασιμότητας. Η πρωτόγνωρη παθογένεια αποκάλυψε την κρίση του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους και δρομολόγησε θεραπείες–σοκ για τη μείωση του κόστους εργασίας, κάτω από τη σημαία του νεοφιλελευθερισμού.
Στην εποχή μας, και οι δύο πλευρές του Ατλαντικού βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα άλλο δικέφαλο τέρας, που αψηφά κάθε δοκιμασμένη θεραπευτική μέθοδο: την εκτίναξη της ανεργίας σε ύψη που είχε να δει ο βιομηχανικός Βορράς από την εποχή της Μεγάλης Υφεσης, του 1929–33, παρά την εφιαλτική διόγκωση των ελλειμμάτων και χρεών και τη διοχέτευση τεραστίων κονδυλίων στο τραπεζικό σύστημα για την αναθέρμανση της οικονομίας. Η εξάπλωση του ελληνικού ιού χρέους τροφοδότησε τη λαϊκιστική ρητορεία συντηρητικών κυβερνήσεων εναντίον «τεμπέληδων» και «εργατικών» Ευρωπαίων, χωρίς όμως ιδιαίτερο ουσιαστικό αντίκρισμα.
Σήμερα, το κλισέ της «ελληνικής τραγωδίας» έχει εγκατασταθεί για τα καλά στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, αλλά με πολύ διαφορετικό νόημα. Οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού εξακολουθούν να χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως πυγμαχικό σάκο, πειραματικό εργαστήριο, για την επιβολή μιας δρακόντειας πολιτικής δημοσιονομικής πειθαρχίας σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Και όχι χωρίς αποτελέσματα, όπως ήδη φαίνεται. Η γραμμή αντιμετώπισης της κρίσης με αναδιανομή πλούτου υπέρ των ασθενέστερων, με επεκτατική πολιτική αυξημένων κρατικών δαπανών, έμεινε μετέωρη. Προκρίθηκε η μείωση των ελλειμμάτων, ανεξαρτήτως κοινωνικού κόστους.
Επί τρεις δεκαετίες είχαμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε την Αμερική ως Μέκκα του νεοφιλελευθερισμού, με την Ευρώπη να ακολουθεί γογγύζοντας, διατηρώντας πάντα περισσότερα στοιχεία από την παράδοση του κοινωνικού κράτους. Ισως είναι η ώρα να αλλάξουμε οπτική γωνία. Την ώρα που όλη η Ευρώπη σύρεται από τους Γερμανούς τραπεζίτες, τα πραγματικά αφεντικά της Ευρωζώνης, στην πιο αυστηρή λιτότητα, η Αμερική του Μπαράκ Ομπάμα ήδη αναζητεί έναν άλλο δρόμο, έστω και αν δίνει την εικόνα πως προσπαθεί να τετραγωνίσει έναν φαύλο κύκλο, αντί να τον διαρρήξει.
Της Ζέζας Ζήκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου