Θα ξεκινήσω με μιά προσωπική εξομολόγηση.
Φοβάμαι πολύ -όπως όλοι- το τέρας της οικονομικής κρίσης, που εκθεμελιώνει ό,τι χτίσαμε εδώ και δεκαετίες.
Μα πιό πολύ φοβάμαι εμάς τους ίδιους, τους Έλληνες.
Φοβάμαι τον κοινωνικό κατακερματισμό, τρομάζω με την απουσία κάθε έννοιας κοινωνικής αλληλεγγύης.
Φοβάμαι όταν βλέπω να μη δίνει δεκάρα κανένας για το δράμα του συναδέλφου του στον ίδιο επαγγελματικό χώρο.
Φοβάμαι όταν διαπιστώνω ότι κανένας επαγγελματικός κλάδος δε νοιάζεται αν -εξαιτίας του- υποφέρουν όλοι οι υπόλοιποι.
Τρομάζω όταν παρατηρώ τις κλειστές κοινωνικές κάστες να δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα για να διατηρήσουν στο ακέραιο τα κεκτημένα τους, χωρίς να τους καίγεται καρφάκι για τους συμπολίτες τους.
Φοβάμαι πολύ όταν βλέπω τοπικούς πληθυσμούς να απειλούν ότι θα χυθεί αίμα αν τους ζητηθεί να μοιραστούν τα τεράστια προβλήματα άλλων περιοχών.
Φοβάμαι ότι ο τόπος δεν θα έχει αύριο, ότι τα παιδιά μας θα φύγουν μετανάστες όπως οι πατεράδες μας, και υπεύθυνοι γι αυτό δεν θα είναι μόνον η Μέρκελ, ο Τόμσεν και η παρέα τους -που μας έχουν επιβάλλει αυτή τη θανατηφόρα πολιτική.
Υπεύθυνοι θα είμαστε και εμείς οι ίδιοι που, στη δυσκολότερη στιγμή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν κάνουμε ό,τι τότε οι παπούδες μας.
Δεν ομονοούμε σε τίποτα. Δεν δείχνουμε το παραμικρό ενδιαφέρον για τον καημό του διπλανού μας, δεν κάνουμε καμιά υποχώρηση βάζοντας το γενικό συμφέρον πάνω απ’ όλα –τα άλλα ως πρόσωπα, ως επαγγελματίες, ως κοινωνικές ομάδες, ως τοπικοί πληθυσμοί.
Γι αυτό φοβάμαι.
Όχι γιατί φτωχαίνουμε όλοι -κάποιοι φτάνοντας στα όρια της εξαθλίωσης. Θα μπορούσαμε να το αντιμετωπίσουμε με θυσίες -το έχουμε ξανακάνει.
Φοβάμαι γιατί σήμερα λείπει ο βασικός συνεκτικός κρίκος: η αλληλεγγύη, το νοιάξιμο για το σπίτι του διπλανού που καίγεται.
Φοβάμαι γιατί η στάση μας δείχνει βαθειά άγνοια της ιστορίας.
Φοβάμαι γιατί δεν αντιλαμβανόμαστε το στοιχειώδες: δε γίνεται να καταστραφεί η χώρα και κάποιοι από εμάς να ζήσουν πλούσιοι και ευτυχισμένοι.
Φοβάμαι γιατί πληρώνουν δυο και τρεις φορές τις συνέπειες της κρίσης μόνο όσοι δεν μπορούν να το αποφύγουν. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.
Όλοι οι υπόλοιποι, στο μέτρο του δυνατού ο καθένας, συνεχίζουν να κλέβουν το κράτος -δηλαδή εμάς που πληρώνουμε κανονικά- συνεχίζουν να βγάζουν τα λεφτά τους στην Αγγλία, την Ελβετία και την Κύπρο, συνεχίζουν να παριστάνουν τους τυφλούς για να παίρνουν το επίδομα, συνεχίζουν να δηλώνουν αυθαίρετα που δεν έχουν καν χτίσει, συνεχίζουν, συνεχίζουν, συνεχίζουν…
Οι τοπικές κοινωνίες δε θέλουν στα μέρη τους χώρους φύλαξης παράνομων μεταναστών. Με πρωταγωνιστές δημάρχους και περιφερειάρχες σηκώνουν το λάβαρο της επανάστασης!
«Μολών λαβέ» ακούσαμε να λέει η δήμαρχος Βοΐου Κοζάνης, , «εμείς εδώ είμαστε σημείο εξόδου όχι εισόδου μεταναστών» είπε υπερηφάνως ο περιφερειάρχης Δυτ. Ελλάδας, «δεν έχουμε στον τόπο μας λαθρομετανάστες και δεν θέλουμε να αποκτήσουμε»βροντοφώναξε ο αγωνιστής περιφερειάρχης Θεσσαλίας.
Άρα, ας πεθάνουν η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και οι άλλες μεγάλες πόλεις.
Όλοι αυτοί -και δεν είναι οι μόνοι- αποτελούν τους γνήσιους συνεχιστές του «εθνικοαπελευθερωτικού» αγώνα κατά των κέντρων απεξάρτησης ναρκομανών, κατά των μονάδων του ΟΚΑΝΑ, αλλά και των χώρων υγειονομικής ταφής σκουπιδιών.
Συνυπάρχουν με τους αρειμάνιους ταξιτζήδες, που δίνουν μάχη για να παραμείνουν στάβλοι τα ταξί και να μπορούν να τα μεταβιβάζουν στα παιδιά και τα εγγόνια τους!
Συνυπάρχουν με τους ακατάβλητους φορτηγατζήδες, που αγωνίζονται να διατηρήσουν στα ύψη τις τιμές στην αγορά και να κρατήσουν τις άδειές τους μόνο για τα μέλη των οικογένειών τους!
Συνυπάρχουν με τους ηρωικούς φαρμακοποιούς, που κόβουν την πίστωση στα φάρμακα του συνταξιούχου καρκινοπαθούς για να μη χάσουν ούτε δεκάρα απ’ τα κέρδη τους!
Συνυπάρχουν με δικηγόρους και συμβολαιογράφους, που δηλώνουν αποφασισμένοι να πέσουν μέχρις ενός για να προστατεύσουν το «δικαίωμά» τους να πληρώνει ο έρμος πολίτης τρεις φορές αντί για μια, την ίδια υπηρεσία σε κάθε αγοραπωλησία.
Συνυπάρχουν με μηχανικούς, αρχιτέκτονες κλπ που, εδώ και χρόνια, έχουν επιβάλλει καρτέλ σε όλες τις οικοδομικές άδειες, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί ο ανταγωνισμός και να επιβαρύνονται οι πολίτες.
Συνυπάρχουν με τους λαϊκούς αγωνιστές της ΔΕΗ, που τόσα χρόνια «μάτωσαν» για πληρώνουν μόνο 20% του ρεύματος που κατανάλωναν (!) και να παίρνουν δεκάδες εκατομύρια απ’ το κράτος για να κάνουν ταξίδια αναψυχής!
Συνυπάρχουν με τους εργατοπατέρες στην ακτοπλοΐα, που αποκλείουν τα νησιά τη Μεγάλη Εβδομάδα, «πυροβολούν» τον τουρισμό και κρατούν ομήρους εκατοντάδες χιλιάδες ταλαιπωρημένους πολίτες στα αστικά κέντρα. Γιατί; Για μα μην αλλάξουν ούτε κατά κεραία όσα ίσχυσαν εδώ και δεκαετίες και βούλιαξαν το ΝΑΤ.
Όλοι αυτοί, βέβαια, συνυπάρχουν με επιχειρηματίες που έμαθαν να επιβιώνουν μόνο με δάνεια. Και τα κέρδη να τα κάνουν επαύλεις, μυθικά εξοχικά, σκάφη, καταθέσεις στην Ελβετία, off shore εταιρείες. Και όταν έφτανε η ώρα της μεγάλης απώλειας, το μόνο που είχαν ως απάντηση ήταν οι απολύσεις και οι μειώσεις μισθών.
Ούτε λόγος, φυσικά, για να βάλουν λεφτά απ’ την τσέπη τους.
Σταματάω εδώ, όχι γιατί ο κατάλογος τελείωσε, αλλά γιατί αισθάνομαι ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να σωθεί όσα δανεικά και αν πάρει, όσο χαμηλότερα επιτόκια κι αν εξασφαλίσει, σε όποιο ποσοστό και αν καταφέρει να «κουρέψει» το εξωτερικό χρέος.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να σωθεί αν όλοι οι Έλληνες, αν όλοι εμείς, δεν συμφωνήσουμε ότι το σπίτι που καίγεται δεν είναι του διπλανού, αλλά το δικό μας. Αν δεν αποκτήσουμε κοινωνική συνείδηση και αλληλεγγύη.
Το «έλα μωρέ, έχει ο Θεός», το «ας ψηφίσουμε όποιον μας τάζει τα περισσότερα»το «μακριά απ’ τον κ…ο μας και όπου θέλει ας πάει», είναι μερικά από τα στερεότυπα που μας έφεραν εδώ.
Διότι ο Θεός δεν είχε! Κι αν είχε, του τελείωσε για μας!
Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Πηγή: Φοβάμαι… Ο Θεός δεν έχει για μας. Και αν είχε του τελείωσε… - RAMNOUSIA
Φοβάμαι πολύ -όπως όλοι- το τέρας της οικονομικής κρίσης, που εκθεμελιώνει ό,τι χτίσαμε εδώ και δεκαετίες.
Μα πιό πολύ φοβάμαι εμάς τους ίδιους, τους Έλληνες.
Φοβάμαι τον κοινωνικό κατακερματισμό, τρομάζω με την απουσία κάθε έννοιας κοινωνικής αλληλεγγύης.
Φοβάμαι όταν βλέπω να μη δίνει δεκάρα κανένας για το δράμα του συναδέλφου του στον ίδιο επαγγελματικό χώρο.
Φοβάμαι όταν διαπιστώνω ότι κανένας επαγγελματικός κλάδος δε νοιάζεται αν -εξαιτίας του- υποφέρουν όλοι οι υπόλοιποι.
Τρομάζω όταν παρατηρώ τις κλειστές κοινωνικές κάστες να δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα για να διατηρήσουν στο ακέραιο τα κεκτημένα τους, χωρίς να τους καίγεται καρφάκι για τους συμπολίτες τους.
Φοβάμαι πολύ όταν βλέπω τοπικούς πληθυσμούς να απειλούν ότι θα χυθεί αίμα αν τους ζητηθεί να μοιραστούν τα τεράστια προβλήματα άλλων περιοχών.
Φοβάμαι ότι ο τόπος δεν θα έχει αύριο, ότι τα παιδιά μας θα φύγουν μετανάστες όπως οι πατεράδες μας, και υπεύθυνοι γι αυτό δεν θα είναι μόνον η Μέρκελ, ο Τόμσεν και η παρέα τους -που μας έχουν επιβάλλει αυτή τη θανατηφόρα πολιτική.
Υπεύθυνοι θα είμαστε και εμείς οι ίδιοι που, στη δυσκολότερη στιγμή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν κάνουμε ό,τι τότε οι παπούδες μας.
Δεν ομονοούμε σε τίποτα. Δεν δείχνουμε το παραμικρό ενδιαφέρον για τον καημό του διπλανού μας, δεν κάνουμε καμιά υποχώρηση βάζοντας το γενικό συμφέρον πάνω απ’ όλα –τα άλλα ως πρόσωπα, ως επαγγελματίες, ως κοινωνικές ομάδες, ως τοπικοί πληθυσμοί.
Γι αυτό φοβάμαι.
Όχι γιατί φτωχαίνουμε όλοι -κάποιοι φτάνοντας στα όρια της εξαθλίωσης. Θα μπορούσαμε να το αντιμετωπίσουμε με θυσίες -το έχουμε ξανακάνει.
Φοβάμαι γιατί σήμερα λείπει ο βασικός συνεκτικός κρίκος: η αλληλεγγύη, το νοιάξιμο για το σπίτι του διπλανού που καίγεται.
Φοβάμαι γιατί η στάση μας δείχνει βαθειά άγνοια της ιστορίας.
Φοβάμαι γιατί δεν αντιλαμβανόμαστε το στοιχειώδες: δε γίνεται να καταστραφεί η χώρα και κάποιοι από εμάς να ζήσουν πλούσιοι και ευτυχισμένοι.
Φοβάμαι γιατί πληρώνουν δυο και τρεις φορές τις συνέπειες της κρίσης μόνο όσοι δεν μπορούν να το αποφύγουν. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.
Όλοι οι υπόλοιποι, στο μέτρο του δυνατού ο καθένας, συνεχίζουν να κλέβουν το κράτος -δηλαδή εμάς που πληρώνουμε κανονικά- συνεχίζουν να βγάζουν τα λεφτά τους στην Αγγλία, την Ελβετία και την Κύπρο, συνεχίζουν να παριστάνουν τους τυφλούς για να παίρνουν το επίδομα, συνεχίζουν να δηλώνουν αυθαίρετα που δεν έχουν καν χτίσει, συνεχίζουν, συνεχίζουν, συνεχίζουν…
Οι τοπικές κοινωνίες δε θέλουν στα μέρη τους χώρους φύλαξης παράνομων μεταναστών. Με πρωταγωνιστές δημάρχους και περιφερειάρχες σηκώνουν το λάβαρο της επανάστασης!
«Μολών λαβέ» ακούσαμε να λέει η δήμαρχος Βοΐου Κοζάνης, , «εμείς εδώ είμαστε σημείο εξόδου όχι εισόδου μεταναστών» είπε υπερηφάνως ο περιφερειάρχης Δυτ. Ελλάδας, «δεν έχουμε στον τόπο μας λαθρομετανάστες και δεν θέλουμε να αποκτήσουμε»βροντοφώναξε ο αγωνιστής περιφερειάρχης Θεσσαλίας.
Άρα, ας πεθάνουν η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και οι άλλες μεγάλες πόλεις.
Όλοι αυτοί -και δεν είναι οι μόνοι- αποτελούν τους γνήσιους συνεχιστές του «εθνικοαπελευθερωτικού» αγώνα κατά των κέντρων απεξάρτησης ναρκομανών, κατά των μονάδων του ΟΚΑΝΑ, αλλά και των χώρων υγειονομικής ταφής σκουπιδιών.
Συνυπάρχουν με τους αρειμάνιους ταξιτζήδες, που δίνουν μάχη για να παραμείνουν στάβλοι τα ταξί και να μπορούν να τα μεταβιβάζουν στα παιδιά και τα εγγόνια τους!
Συνυπάρχουν με τους ακατάβλητους φορτηγατζήδες, που αγωνίζονται να διατηρήσουν στα ύψη τις τιμές στην αγορά και να κρατήσουν τις άδειές τους μόνο για τα μέλη των οικογένειών τους!
Συνυπάρχουν με τους ηρωικούς φαρμακοποιούς, που κόβουν την πίστωση στα φάρμακα του συνταξιούχου καρκινοπαθούς για να μη χάσουν ούτε δεκάρα απ’ τα κέρδη τους!
Συνυπάρχουν με δικηγόρους και συμβολαιογράφους, που δηλώνουν αποφασισμένοι να πέσουν μέχρις ενός για να προστατεύσουν το «δικαίωμά» τους να πληρώνει ο έρμος πολίτης τρεις φορές αντί για μια, την ίδια υπηρεσία σε κάθε αγοραπωλησία.
Συνυπάρχουν με μηχανικούς, αρχιτέκτονες κλπ που, εδώ και χρόνια, έχουν επιβάλλει καρτέλ σε όλες τις οικοδομικές άδειες, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί ο ανταγωνισμός και να επιβαρύνονται οι πολίτες.
Συνυπάρχουν με τους λαϊκούς αγωνιστές της ΔΕΗ, που τόσα χρόνια «μάτωσαν» για πληρώνουν μόνο 20% του ρεύματος που κατανάλωναν (!) και να παίρνουν δεκάδες εκατομύρια απ’ το κράτος για να κάνουν ταξίδια αναψυχής!
Συνυπάρχουν με τους εργατοπατέρες στην ακτοπλοΐα, που αποκλείουν τα νησιά τη Μεγάλη Εβδομάδα, «πυροβολούν» τον τουρισμό και κρατούν ομήρους εκατοντάδες χιλιάδες ταλαιπωρημένους πολίτες στα αστικά κέντρα. Γιατί; Για μα μην αλλάξουν ούτε κατά κεραία όσα ίσχυσαν εδώ και δεκαετίες και βούλιαξαν το ΝΑΤ.
Όλοι αυτοί, βέβαια, συνυπάρχουν με επιχειρηματίες που έμαθαν να επιβιώνουν μόνο με δάνεια. Και τα κέρδη να τα κάνουν επαύλεις, μυθικά εξοχικά, σκάφη, καταθέσεις στην Ελβετία, off shore εταιρείες. Και όταν έφτανε η ώρα της μεγάλης απώλειας, το μόνο που είχαν ως απάντηση ήταν οι απολύσεις και οι μειώσεις μισθών.
Ούτε λόγος, φυσικά, για να βάλουν λεφτά απ’ την τσέπη τους.
Σταματάω εδώ, όχι γιατί ο κατάλογος τελείωσε, αλλά γιατί αισθάνομαι ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να σωθεί όσα δανεικά και αν πάρει, όσο χαμηλότερα επιτόκια κι αν εξασφαλίσει, σε όποιο ποσοστό και αν καταφέρει να «κουρέψει» το εξωτερικό χρέος.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να σωθεί αν όλοι οι Έλληνες, αν όλοι εμείς, δεν συμφωνήσουμε ότι το σπίτι που καίγεται δεν είναι του διπλανού, αλλά το δικό μας. Αν δεν αποκτήσουμε κοινωνική συνείδηση και αλληλεγγύη.
Το «έλα μωρέ, έχει ο Θεός», το «ας ψηφίσουμε όποιον μας τάζει τα περισσότερα»το «μακριά απ’ τον κ…ο μας και όπου θέλει ας πάει», είναι μερικά από τα στερεότυπα που μας έφεραν εδώ.
Διότι ο Θεός δεν είχε! Κι αν είχε, του τελείωσε για μας!
Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Πηγή: Φοβάμαι… Ο Θεός δεν έχει για μας. Και αν είχε του τελείωσε… - RAMNOUSIA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου