του Σταύρου Λυγερού
Μέχρι τώρα, οι αυτοδιοικητικές εκλογές
διεξάγονταν σε συνθήκες κυριαρχίας του παραδοσιακού δικομματισμού. Για τις
περιφέρειες και τους μεγάλους δήμους το χρίσμα του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ ήταν κατά
κανόνα το διαβατήριο για εκλογή. Εξαίρεση δεν αποτέλεσαν ούτε οι εκλογές του
2010. Τότε, η κρίση είχε κτυπήσει την πόρτα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά δεν
είχε ακόμα συσσωρεύσει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια. Οι «πράσινοι» και
«γαλάζιοι» υποψήφιοι έχασαν έδαφος, αλλά παρέμειναν οι πρωταγωνιστές αφενός λόγω
πολιτικοεκλογικής αδράνειας, αφετέρου λόγω της ψευδαίσθησης των πολιτών ότι
μπόρα είναι και θα περάσει.Από το 2010 έχει
κυλήσει πολύ νερό. Οι κάλπες του 2012 ανέτρεψαν τον παραδοσιακό δικομματισμό.
Από μικρό κόμμα διαμαρτυρίας ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση και
όλα δείχνουν ότι τώρα βρίσκεται στην πρώτη θέση. Παρόλα αυτά, οι υποψήφιοί του
για τις περιφέρειες και τους μεγάλους δήμους δεν θα αποσπάσουν ποσοστά
αντίστοιχα με το ποσοστό του κόμματος.
Το πλεονέκτημα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι ότι υποστηρίζουν προβεβλημένους υποψηφίους, οι οποίοι διαθέτουν τοπικά δίκτυα επιρροής. Εκτός αυτού, οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές δεν έχουν την πολιτική φόρτιση που συνδέεται με το Μνημόνιο. Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι η σοδειά των «γαλάζιων» και των «πράσινων» στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση θα είναι μεγάλη σε σύγκριση με τα ποσοστά τους στις ευρωεκλογές.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, οι αυτοδιοικητικές εκλογές αποτελούν δοκιμασία. Καλείται να αποδείξει πως είναι κόμμα εξουσίας και σ’ αυτό το επίπεδο. Όλα δείχνουν, όμως, ότι δεν θα τα καταφέρει. Τα ποσοστά των υποψηφίων του κατά κανόνα θα αντιστοιχούν σε μεσαίο κόμμα κι όχι σε πρώτο κόμμα.
Υπενθυμίζουμε ότι στις εθνικές εκλογές του 2009, ο ΣΥΡΙΖΑ απέσπασε περίπου 4,5%. Εάν αφαιρέσουμε 1,5% που αντιστοιχεί στην αποσχισθείσα ΔΗΜΑΡ, μένει ένα 3%. Το 27% του 2012 δεν προέκυψε επειδή οι ψηφοφόροι είδαν ξαφνικά το φως το αληθινό, που δεν έβλεπαν για δεκαετίες! Προέκυψε, λόγω της συσσώρευσης οικονομικών και κοινωνικών ερειπίων. Κεντροαριστεροί που δεν τους εξέφραζε το ΠΑΣΟΚ του Μνημονίου, αλλά και κάποιοι κεντροδεξιοί, κατέφυγαν μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ ως εκλογικοί πρόσφυγες.
Ο λόγος που το 2012 ψήφισαν και στις ευρωεκλογές θα ξαναψηφίσουν το κόμμα του Τσίπρα δεν είναι επειδή ασπάσθηκαν τις ιδεολογικές αντιλήψεις του. Είναι για να απαλλαγούν από την κυβέρνηση Σαμαρά και από τις μνημονιακές πολιτικές της. Στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, όμως, έχουν την άνεση να ψηφίσουν με αυτοδιοικητικά κριτήρια και με κριτήρια που είναι πιο συμβατά με τις ιδεολογικές προτιμήσεις τους.
Η τάση μετατόπισης από τους στενά κομματικούς υποψηφίους προς σχετικά αυτόνομες προσωπικότητες, άλλωστε, είχε εκδηλωθεί και στις εκλογές του 2010. Οι Καμίνης και Μπουτάρης κέρδισαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη πρωτίστως επειδή ενσάρκωσαν αυτή την τάση. Μία τάση που φαίνεται πως θα επιβεβαιωθεί και τώρα.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υποτίμησε την τάση αυτονόμησης των ψηφοφόρων, παρότι είναι πολύ εντονότερη στους εκλογικούς πρόσφυγες που τον ψηφίζουν. Όπως από την πρώτη στιγμή έχουμε επισημάνει από αυτές εδώ τις στήλες, πίστεψε ανοήτως ότι το 27% του 2012 θα ήταν η εκλογική βάση του και στις αυτοδιοικητικές εκλογές! Γι’ αυτό και επέλεξε –με ελάχιστες εξαιρέσεις– υποψηφίους από τον κομματικό μηχανισμό. Όπου, μάλιστα, έδωσε το χρίσμα σε ανεξάρτητους, επέλεξε αμφιλεγόμενα πρόσωπα.
Αναμφισβήτητα, οι κομματικοί υποψήφιοι θα ευνοηθούν από το γενικό ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ στο εκλογικό σώμα. Τίποτα, όμως, περισσότερο. Τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά εάν η Κουμουνδούρου είχε στηρίξει προσωπικότητες υψηλού κύρους, ικανές και να εκφράσουν το γενικό αντιμνημονιακό αίσθημα και να ικανοποιήσουν τα αυτοδιοικητικά κριτήρια.
Τέτοιοι υποψήφιοι θα συσπείρωναν τους –κατά κανόνα κεντροαριστερούς– εκλογικούς πρόσφυγες και ως εκ τούτου θα αποσπούσαν υψηλότερα ποσοστά στον πρώτο γύρο. Λόγω της ευρύτερης απήχησής τους, μάλιστα, στον δεύτερο γύρο θα ήταν φαβορί για την κατάκτηση περιφερειών και μεγάλων δήμων.
Σεχταρισμός και ετερογονία των σκοπών
Ενδεικτική των κριτηρίων της Κουμουνδούρου είναι η επιλογή υποψηφίου δημάρχου Αθηναίων. Ο Σακελλαρίδης είναι νέο στέλεχος, βγαλμένο από τον κομματικό σωλήνα, το οποίο από κάθε άποψη παραπέμπει στο πρότυπο του ακραιφνούς συριζαίου. Το γεγονός αυτό δεν είναι το καλύτερο διαβατήριο όχι μόνο για να προσελκύσει στον δεύτερο γύρο ψηφοφόρους από άλλους χώρους (εάν μπει), αλλά και για να συσπειρώσει τους εκλογικούς πρόσφυγες που ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ.
Μία εξήγηση είναι ο πολιτικός αταβισμός της Κουμουνδούρου. Προσπαθεί να επαναλάβει το πείραμα με την υποψηφιότητα Τσίπρα στον δήμο Αθηναίων το 2006. Εκείνη η υποψηφιότητα είχε φέρει φρέσκο αέρα και είχε πάει καλά. Τότε, όμως, το πολιτικό διακύβευμα ήταν η αύξηση του κομματικού ποσοστού, ενώ σήμερα στόχος για ένα κόμμα εξουσίας είναι η δημαρχία.
Μία δεύτερη εξήγηση για την επιλογή σχεδόν αποκλειστικά κομματικών στελεχών ως υποψηφίων είναι ότι αντανακλά την τάση του παραδοσιακού κομματικού μηχανισμού να διατηρεί τον έλεγχο. Αυτό δεν αφορά μόνο τις πολιτικές θέσεις, αλλά και τα αξιώματα. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Όσοι έχουν συσσωρεύσει ένσημα στην Κουμουνδούρου αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά στελέχη που εκφράζουν τους κεντροαριστερούς εκλογικούς πρόσφυγες περίπου σαν επίδοξους εισβολείς!
Δεν αποκλείεται την Κυριακή το βράδυ να μιλήσουν για καλή επίδοση, συγκρίνοντας τα τωρινά αποτελέσματα με τα αντίστοιχα των αυτοδιοικητικών του 2010. Στην πολιτική, άλλωστε, ο στρουθοκαμηλισμός ήταν πάντα ένας τρόπος για να αποφεύγεις την αυτοκριτική.
Στην πολιτική, όμως, υπάρχει και η –κατά Αριστοτέλη– ετερογονία των σκοπών. Τα ευνοϊκά για τους μνημονιακούς αποτελέσματα του πρώτου γύρου θα επηρεάσουν αντιφατικά την ψήφο στις ευρωκάλπες. Κάποιοι ψηφοφόροι θα θεωρήσουν ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είναι ευσταθής και ίσως παραμείνουν στη ΝΔ.
Οι πανηγυρισμοί των κυβερνώντων, όμως, πιθανότατα θα στρέψουν προς την αντίθετη κατεύθυνση πολλαπλάσιους μικρομεσαίους ψηφοφόρους. Θα φοβηθούν ότι εάν ο Σαμαράς δεν ηττηθεί καθαρά στις ευρωεκλογές, θα συνεχίσει ακόμα πιο άγρια τις μνημονιακές πολιτικές. Ο φόβος αυτός ενδέχεται να ανοίξει την ψαλίδα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ σε βαθμό που να εκπλήξει.
Το πλεονέκτημα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι ότι υποστηρίζουν προβεβλημένους υποψηφίους, οι οποίοι διαθέτουν τοπικά δίκτυα επιρροής. Εκτός αυτού, οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές δεν έχουν την πολιτική φόρτιση που συνδέεται με το Μνημόνιο. Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι η σοδειά των «γαλάζιων» και των «πράσινων» στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση θα είναι μεγάλη σε σύγκριση με τα ποσοστά τους στις ευρωεκλογές.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, οι αυτοδιοικητικές εκλογές αποτελούν δοκιμασία. Καλείται να αποδείξει πως είναι κόμμα εξουσίας και σ’ αυτό το επίπεδο. Όλα δείχνουν, όμως, ότι δεν θα τα καταφέρει. Τα ποσοστά των υποψηφίων του κατά κανόνα θα αντιστοιχούν σε μεσαίο κόμμα κι όχι σε πρώτο κόμμα.
Υπενθυμίζουμε ότι στις εθνικές εκλογές του 2009, ο ΣΥΡΙΖΑ απέσπασε περίπου 4,5%. Εάν αφαιρέσουμε 1,5% που αντιστοιχεί στην αποσχισθείσα ΔΗΜΑΡ, μένει ένα 3%. Το 27% του 2012 δεν προέκυψε επειδή οι ψηφοφόροι είδαν ξαφνικά το φως το αληθινό, που δεν έβλεπαν για δεκαετίες! Προέκυψε, λόγω της συσσώρευσης οικονομικών και κοινωνικών ερειπίων. Κεντροαριστεροί που δεν τους εξέφραζε το ΠΑΣΟΚ του Μνημονίου, αλλά και κάποιοι κεντροδεξιοί, κατέφυγαν μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ ως εκλογικοί πρόσφυγες.
Ο λόγος που το 2012 ψήφισαν και στις ευρωεκλογές θα ξαναψηφίσουν το κόμμα του Τσίπρα δεν είναι επειδή ασπάσθηκαν τις ιδεολογικές αντιλήψεις του. Είναι για να απαλλαγούν από την κυβέρνηση Σαμαρά και από τις μνημονιακές πολιτικές της. Στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, όμως, έχουν την άνεση να ψηφίσουν με αυτοδιοικητικά κριτήρια και με κριτήρια που είναι πιο συμβατά με τις ιδεολογικές προτιμήσεις τους.
Η τάση μετατόπισης από τους στενά κομματικούς υποψηφίους προς σχετικά αυτόνομες προσωπικότητες, άλλωστε, είχε εκδηλωθεί και στις εκλογές του 2010. Οι Καμίνης και Μπουτάρης κέρδισαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη πρωτίστως επειδή ενσάρκωσαν αυτή την τάση. Μία τάση που φαίνεται πως θα επιβεβαιωθεί και τώρα.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υποτίμησε την τάση αυτονόμησης των ψηφοφόρων, παρότι είναι πολύ εντονότερη στους εκλογικούς πρόσφυγες που τον ψηφίζουν. Όπως από την πρώτη στιγμή έχουμε επισημάνει από αυτές εδώ τις στήλες, πίστεψε ανοήτως ότι το 27% του 2012 θα ήταν η εκλογική βάση του και στις αυτοδιοικητικές εκλογές! Γι’ αυτό και επέλεξε –με ελάχιστες εξαιρέσεις– υποψηφίους από τον κομματικό μηχανισμό. Όπου, μάλιστα, έδωσε το χρίσμα σε ανεξάρτητους, επέλεξε αμφιλεγόμενα πρόσωπα.
Αναμφισβήτητα, οι κομματικοί υποψήφιοι θα ευνοηθούν από το γενικό ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ στο εκλογικό σώμα. Τίποτα, όμως, περισσότερο. Τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά εάν η Κουμουνδούρου είχε στηρίξει προσωπικότητες υψηλού κύρους, ικανές και να εκφράσουν το γενικό αντιμνημονιακό αίσθημα και να ικανοποιήσουν τα αυτοδιοικητικά κριτήρια.
Τέτοιοι υποψήφιοι θα συσπείρωναν τους –κατά κανόνα κεντροαριστερούς– εκλογικούς πρόσφυγες και ως εκ τούτου θα αποσπούσαν υψηλότερα ποσοστά στον πρώτο γύρο. Λόγω της ευρύτερης απήχησής τους, μάλιστα, στον δεύτερο γύρο θα ήταν φαβορί για την κατάκτηση περιφερειών και μεγάλων δήμων.
Σεχταρισμός και ετερογονία των σκοπών
Ενδεικτική των κριτηρίων της Κουμουνδούρου είναι η επιλογή υποψηφίου δημάρχου Αθηναίων. Ο Σακελλαρίδης είναι νέο στέλεχος, βγαλμένο από τον κομματικό σωλήνα, το οποίο από κάθε άποψη παραπέμπει στο πρότυπο του ακραιφνούς συριζαίου. Το γεγονός αυτό δεν είναι το καλύτερο διαβατήριο όχι μόνο για να προσελκύσει στον δεύτερο γύρο ψηφοφόρους από άλλους χώρους (εάν μπει), αλλά και για να συσπειρώσει τους εκλογικούς πρόσφυγες που ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ.
Μία εξήγηση είναι ο πολιτικός αταβισμός της Κουμουνδούρου. Προσπαθεί να επαναλάβει το πείραμα με την υποψηφιότητα Τσίπρα στον δήμο Αθηναίων το 2006. Εκείνη η υποψηφιότητα είχε φέρει φρέσκο αέρα και είχε πάει καλά. Τότε, όμως, το πολιτικό διακύβευμα ήταν η αύξηση του κομματικού ποσοστού, ενώ σήμερα στόχος για ένα κόμμα εξουσίας είναι η δημαρχία.
Μία δεύτερη εξήγηση για την επιλογή σχεδόν αποκλειστικά κομματικών στελεχών ως υποψηφίων είναι ότι αντανακλά την τάση του παραδοσιακού κομματικού μηχανισμού να διατηρεί τον έλεγχο. Αυτό δεν αφορά μόνο τις πολιτικές θέσεις, αλλά και τα αξιώματα. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Όσοι έχουν συσσωρεύσει ένσημα στην Κουμουνδούρου αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά στελέχη που εκφράζουν τους κεντροαριστερούς εκλογικούς πρόσφυγες περίπου σαν επίδοξους εισβολείς!
Δεν αποκλείεται την Κυριακή το βράδυ να μιλήσουν για καλή επίδοση, συγκρίνοντας τα τωρινά αποτελέσματα με τα αντίστοιχα των αυτοδιοικητικών του 2010. Στην πολιτική, άλλωστε, ο στρουθοκαμηλισμός ήταν πάντα ένας τρόπος για να αποφεύγεις την αυτοκριτική.
Στην πολιτική, όμως, υπάρχει και η –κατά Αριστοτέλη– ετερογονία των σκοπών. Τα ευνοϊκά για τους μνημονιακούς αποτελέσματα του πρώτου γύρου θα επηρεάσουν αντιφατικά την ψήφο στις ευρωκάλπες. Κάποιοι ψηφοφόροι θα θεωρήσουν ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είναι ευσταθής και ίσως παραμείνουν στη ΝΔ.
Οι πανηγυρισμοί των κυβερνώντων, όμως, πιθανότατα θα στρέψουν προς την αντίθετη κατεύθυνση πολλαπλάσιους μικρομεσαίους ψηφοφόρους. Θα φοβηθούν ότι εάν ο Σαμαράς δεν ηττηθεί καθαρά στις ευρωεκλογές, θα συνεχίσει ακόμα πιο άγρια τις μνημονιακές πολιτικές. Ο φόβος αυτός ενδέχεται να ανοίξει την ψαλίδα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ σε βαθμό που να εκπλήξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου