Η διαρκής και προφανώς ενορχηστρωμένη σύγχυση που επικρατεί στην δημόσια ζωή και διάλογο είναι μια συνειδητή τακτική διαχείρισης της ψυχολογίας της μάζας.
Η τεχνητή παραζάλη έχει σαν στόχο την αποδιοργάνωση οποιασδήποτε πνευματικής και ηθικής αντίστασης μπορεί να προβάλλει ο λαός που έχει μπει εδώ και καιρό στο στόχαστρο του παθοκρατικού καθεστώτος της συγκυβέρνησης Σαμαρά/Βενιζέλου.
Παρακολουθώντας την ολοένα και πιο οξεία εθνική καταστροφή, και προσπαθώντας να αντιληφθεί τι συμβαίνει, η κοινή γνώμη υπνωτίζεται τόσο βαθιά από τον συγκεχυμένο, το ασαφή, ακόμα και καθηλωτικά αποθρασυμένο λόγο της πολιτικής ηγεσίας, ώστε δεν αντιλαμβάνεται ότι αποδίδει σημασία σε μια πολιτική εξουσία που δεν έχει καμία υπόσταση.
Όποτε κάποιος εγκαλεί την πολιτική εξουσία – και όποιον την εκπροσωπεί, από τυχάρπαστους βουλευτές της συμφοράς μέχρι τον ίδιο τον Πρωθυπουργό – αντί να εισπράττει κάποια λογική απάντηση, ή έστω μια ομολογία αδυναμίας ή λάθους, βρίσκεται αντιμέτωπος με κάθε είδους προβοκατόρικη ατάκα, κάθε τύπου λαϊκισμό, κάθε ύφους υπεροπτική αποστροφή.
Καλλιεργείται σκόπιμα ο εκχυδαϊσμός κάθε μορφής επικοινωνίας, προβάλλεται η κακοφωνία, επιζητείται η διαστρέβλωση κάθε λογικής και δικονομικής αξιοπρέπειας που οφείλει να διέπει τον δημόσιο διάλογο, ενθαρρύνεται η αυθαιρεσία της στρεψόδικης επιχειρηματολογίας, διαδίδεται με ρυθμούς διαδικτύου η κάθε προκλητική αλαζονεία, και εν τέλει, επιχειρείται ο εθισμός του πολίτη στην ολοένα και πιο παροξυσμική παρειδωλία, όπως αποκαλείται το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο ο ανθρώπινος εγκέφαλος αναγνωρίζει γνώριμα σχήματα εκεί που δεν υπάρχουν, π.χ. βλέπει την μορφή ενός ελέφαντα στα σύννεφα ή διακρίνει ένα πρόσωπο σε ένα λεκέ από μελάνι.
Έτσι και ο Ελληνικός λαός: νοηματοδοτεί τον αυτοσχεδιαστικά χαοτικό ειρμό της συγκυβέρνησης προκειμένου να ξεχάσει, ή αδυνατεί να επεξεργαστεί, πως οι προσπάθειες και κινήσεις αυτής δεν έχουν κανένα άλλο στόχο από την παραμονή της στην εξουσία ως αυτοσκοπό χωρίς καμία περαιτέρω έννοια.
Αυτό το φαινόμενο κοινωνικό-πολιτικής παρειδωλίας μεταμφιέζει σε κάτι που προσομοιάζει με κοινά αποδεκτή πραγματικότητα την έλλειψη νοηματικής ουσίας και λογικού κύρους από την δημόσια ζωή του τόπου. Συναρμολογεί σε αληθοφανείς σοφιστείες την απουσία ειρμού, εικονογραφεί το κενό, αξιώνει το μηδέν, εν τέλει μορφοποιεί και καθιερώνει την άβυσσο που πρέπει οπωσδήποτε να γεμίσει από κάτι, έστω οτιδήποτε, αφού είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης να τρέμει την ανυπαρξία και να αποδίδει κάποιο ηθικό νόημα ακόμα και στην πιο σουρεαλιστική ή ανεξήγητη φάρσα της ζωής και της ύπαρξης του.
Τι ηθικό νόημα όμως μπορεί να προκύπτει από την έντεχνη παρειδωλία των καπνών, των κρότων, των παραληρηματικών λόγων που συγγράφει και σκηνοθετεί ενδελεχώς η καταστροφική συγκυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου?
Πως μπορεί να είναι έγκυρος ηγέτης μια παράταξη που εκπροσωπεί μια οριακή μειοψηφία και επικαλείται την λαϊκή εντολή ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι απολαμβάνει κοινοβουλευτική υπεροχή μόνο χάρη των οχλοκρατικών εκλογικών νόμων και της μονοπωλιακής διαχείρισης των ΜΜΕ ενώ κυβερνάει πραξικοπηματικά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου?
Ποιό σεβασμό μπορεί να απολαμβάνει μια ετοιμόρροπη ελίτ που προσπαθεί πάση θυσία να διαιωνίσει την επιβολή της, αν όχι απλά να επιβιώσει, φρουρούμενη από μισθοφόρους εισαγωγής της Αμερικανικής παραστρατιωτικής εταιρείας παροχής ένοπλης προστασίας Blackwater?
Πως μπορεί κανείς να εμπιστευτεί ένα κοινοβούλιο του οποίου η συνταγματικότητα και φιλολαϊκή λειτουργία είναι τυχοδιωκτικά εξαρτώμενη από απολειφάδια ανθυποκομμάτων που προσκολλώνται όπου ευωδιάζει εξουσία και χρήμα, εκπορνεύοντας τα ελάχιστα ποσοστά τους ώστε να συνεχίσει να βυσσοδομεί η παραπαίουσα άρχουσα τάξη εναντίον της μεσαίας και εργατικής?
Πως μπορεί κανείς να πιστεύει ότι είναι νόμιμο ένα καθεστώς όπου δυο-τρεις πλουτοκρατικές δυναστείες ολιγαρχούν επί σειρά δεκαετιών, έχοντας ως εκβιαστικό μοχλό τον έλεγχο των Μέσων Μαζικής Λοβοτομής, εκμεταλλευόμενες το κράτος ανάλογα με τις περιστασιακές ανάγκες τους?
Πως είναι δυνατόν να υπάρχει κοινά αποδεκτός ηθικός προσανατολισμός και κοινωνικό όραμα όταν συλλογικά ρεμβάζουμε προς έναν ορίζοντα άγνωστο, όταν είμαστε αντιμέτωποι με κάτι που δεν έχει νόημα και του αποδίδουμε εκείνο που ο καθένας αυθαίρετα θέλει?
Δεν είναι δυνατόν, επειδή το ψέμα, η υποκειμενικότητα, η παραίσθηση δεν μπορεί ποτέ να υποκαταστήσει την κοινά αποδεκτή συναίνεση. Και χωρίς συναίνεση, η επιβολή γίνεται βιασμός.
Η ηθική είναι μια έννοια τόσο φθαρμένη από την ανάλυση και τον σχετικισμό που έχει υποστεί διαχρονικά ώστε πλέον ακούγεται σαν θέμα κουραστικής διάλεξης σε νυσταλέα αμφιθέατρα της φιλοσοφικής, ή καταγγελτική κατήχηση από ιερωμένο που εξοργίζεται άδικα με την εκ φύσεως ατελή ανθρώπινη φύση και το ιδιοτελές των ενστίκτων της.
Η ηθική όμως δεν είναι ούτε για γέλια, ούτε για χασμουρητά. Είναι επιτακτική ανάγκη να είναι προσδιορισμένη η ηθική φιλοσοφία μιας κοινωνίας που θέλει να επιβιώσει.
Όποια κοινωνία δεν οριοθετεί εαυτόν βάσει σαφών ηθικών κανόνων, που σέβονται την δικαιοσύνη, την αξιοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, πολύ σύντομα γλιστράει σε καταστάσεις που αφήνουν ανεξίτηλα τραύματα, ακόμα και εξαφανίζουν έθνη και πολιτισμούς. Έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Στην Ελλάδα σήμερα έχουν πάψει να τηρούνται ακόμα και τα πιο ισχνά προσχήματα ηθικής συνείδησης. Παραθέτω δυο παραδείγματα σκανδαλώδους ηθικής πρόκλησης σταχυολογημένα μόνο από την τελευταία εβδομάδα.
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κος. Ταμήλος δηλώνει ατάραχος και αυτολεξεί, σε τηλεοπτική εμφάνιση, πως «το να καθαρίζει μετανάστες η Χρυσή Αυγή βόλευε την Νέα Δημοκρατία επειδή έτσι αντιμετωπίζονταν το μεταναστευτικό χωρίς να παίρνει κάποια επίσημη ευθύνη η Κυβέρνηση και η Ελληνική Αστυνομία».
Εν ολίγοις, ο κος Ταμήλος, βουλευτής της Ν.Δ., επαναλαμβάνω, ξεστομίζει, ανερυθρίαστα, πως το Ελληνικό κράτος προσλαμβάνει, συνεργάζεται ή απλά ανέχεται δολοφόνους, τραμπούκους, και καθάρματα που έχουν συνείδηση σμέρνας, προκειμένου να διαχειριστεί μια ανθρωπιστική κρίση.
Κανένας εισαγγελέας δεν φαίνεται να ταράζεται από την επίσημη καταγγελία που εκστομίζει κάποιος που προφανώς μιλάει μετά λόγου γνώσεως, αφού πρόκειται για στέλεχος της παράταξης που ο ίδιος κατηγορεί για ηθική συναυτουργία δολοφονιών αθώων ανθρώπων, και μάλιστα ένα στέλεχος που έχει καθαγιαστεί με τα καλύτερα λόγια από τον ίδιο τον κο. Αντώνη Σαμαρά.
Αίφνης, νομιμοποιείται ως κανονική και γενικά αποδεκτή η πραγματικότητα του να ακούγονται στο Μαξίμου ατάκες του τύπου «καλά κάνουν και τους ξεκοιλιάζουν τους βρομιάρηδες οι δικοί μας, να μην λερώνουμε και τα χέρια μας».
Αίφνης, καθιερώνεται ως φυσιολογικό και δεδομένο τό ότι στην κορυφή της εξουσίας βρίσκονται άνθρωποι που κυβερνούν εκμεταλλευόμενοι την εγκληματική δράση Ναζιστικών συμμοριών.
Αίφνης, οι χειρότερες υποψίες όλων μας επαληθεύονται.
Σε άλλη τηλεοπτική εμφάνιση, ο άνθρωπος που προσωποποιεί την παράνοια και διαστροφή της σύγχρονης Ελλάδας, ο πρώην τηλεπωλητής και νυν Υπουργός Υγείας, που πληρώνεται από το δημόσιο αλλά εξυπηρετεί, καθ' ομολογίαν του, ιδιωτικά συμφέροντα, ο αχαρακτήριστος και λίαν επικίνδυνος Σπυρίδων Γεωργιάδης, αρνείται να κάνει διάλογο με τον έγκριτο νευροχειρούργο κο. Π. Παπανικολάου, έναν επιστήμονα που εργάζεται για την σωτηρία του συνανθρώπων του ενώ το κράτος του χρωστάει δεδουλευμένα ενός χρόνου και αρνείται να του καταβάλει υπερωρίες και εφημερίες. Ο τουλάχιστον παιδαριώδης κος Γεωργιάδης δεν διστάζει να επικαλεστεί τον πολιτικό χώρο στον οποίο ανήκει ο γιατρός ως δικαιολογία για να τον περιφρονήσει, ενώ οι τηλεθεατές γνωρίζουν πως ο πραγματικός λόγος που αρνείται να απαντήσει στον κο Παπανικολάου είναι επειδή ο τελευταίος επιμένει να μιλάει, με στοιχεία, περί των άθλιων συνθηκών που επικρατούν στα δημόσια νοσοκομεία.
Ο ανεκδιήγητος κος Γεωργιάδης προφανώς αγνοεί ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα να αρνηθεί, ούτε τυπικά, αφού είναι δημόσιος υπάλληλος σε στιγμή δημόσιου διαλόγου και άρα έχει καθήκον να απαντά με τον ίδιο σεβασμό που εισπράττει τον μισθό και τα προνόμια της θέσης του, σε οποιονδήποτε πολίτη, και δη σε έναν γιατρό που αγωνίζεται υπέρ και πέραν του καθήκοντος.
Το ότι ένας Υπουργός απαξιώνει τον συνομιλητή του, έναν έγκριτο και αξιοσέβαστο πολίτη που σώνει ζωές σχεδόν αμισθί, επί καθημερινής βάσης, επειδή αυτός ανήκει σε μη αρεστό πολιτικό χώρο είναι μια δικαιολογία κάποιου που πάσχει από βασικές ικανότητες κοινωνικότητας, για να μην μιλήσουμε για την αδυναμία του κου Γεωργιάδη να συνειδητοποιήσει, επιτέλους, πως όποιο αξίωμα και αν κατέχει, η φρασεολογία επιπέδου «δεν σου μιλάω εσένα επειδή είσαι κομμουνιστής» μαρτυρά μια συμπεριφορά περισσότερο ταιριαστή σε μουτρωμένο ανήλικο και όχι σε δημόσιο λειτουργό.
Είναι αρκετά σημαίνοντα αυτά τα δύο απίστευτα παραδείγματα, αφενός αλαζονείας που μαρτυρά αυταρχισμό νηπίου και αφετέρου ξεδιάντροπης ομολογίας περί εκμετάλλευσης της δράσης δολοφονικών συμμοριών, ώστε να συμπεράνει κανείς πως η ηθική πυξίδα της Ελληνικής συγκυβέρνησης έχει χάσει κάθε αξιοπιστία, και το ναυάγιο είναι αναπόφευκτο.
Για όσους ανθυπομειδιούν, πιστεύοντας ότι υπάρχουν περιθώρια κυνισμού και αποστασιοποίησης, ας επισημανθεί πως η ηθική συνείδηση μιας κοινωνίας ή ενός έθνους είναι συνεκτικός ιστός πολύ ισχυρότερος από την οικονομία. Αυτό αποδεικνύεται από τα όρια του χρήματος, που δεν είναι παντού και πάντα αποδεκτό ως αντάλλαγμα. Η ηθική συντηρεί τις δομές αλληλεγγύης ακόμα και στις πλέον φτωχές κοινωνικές τάξεις, ενώ ρυθμίζει αποτελεσματικά τους κανονισμούς των διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε εκείνους που είναι υπεράνω χρημάτων, λόγω πεποίθησης ή πλούτου.
Η ομαλή λειτουργία της κοινωνίας δεν είναι αποκλειστικά βασισμένη στην κερδοφόρα συναλλαγή, όπως θέλουν κάποιοι να μας πείσουν, αλλά υπάρχουν πλείστες όσες περιπτώσεις ζωτικής ανθρώπινης αλληλεπίδρασης όπου το χρήμα δεν παίζει τον παραμικρό ρόλο. Κανένας δεν επιβιώνει σε κάποιο κοινωνικό σχήμα εάν δεν σεβαστεί κάποιους απαράβατους κώδικες τιμής που είναι ισχυρότεροι από το χρήμα και ισχύουν εξίσου στις πλέον βρομερές αλλά και στις πιο εξευγενισμένες μαφίες.
Υπάρχουν ολόκληρες εποχές – δύσκολες, κρίσιμες, μέχρι και εμπόλεμες – κατά τις οποίες η προσήλωση στην δικαιοσύνη, στην αλληλεγγύη και στην υπεράσπιση των αδύναμων είναι ζωτικής σημασίας, αφού το χρήμα δεν μπορεί, από ένα σημείο και μετά, να εξαγοράσει συνειδήσεις όταν η ανθρώπινη ζωή ευτελίζεται.
Η αφύπνιση σε επίπεδο πράξης όμως έχει ως κόστος την γενικευμένη σύρραξη, κάτι για το οποίο η πλειοψηφία φαίνεται να απεύχεται. Ο μηχανισμός άρνησης που καλείται να αποσιωπήσει την ένταση που περισσεύει μεταξύ συνείδησης και απραξίας μοιάζει να είναι εξαιρετικά ισχυρός ακόμα.
Η πλειοψηφία του κόσμου δεν δύναται να αποδεχτεί πως την εξουσία της χώρας επιμένει να την νέμεται μια τάξη προσώπων και πραγμάτων που είναι οι πρώτοι υπαίτιοι για την κατάρρευση της χώρας σε κάθε επίπεδο. Οι περισσότεροι πολίτες συμπεριφέρονται σαν να ζουν υπό καθεστώς κανονικότητας, φοβισμένοι μπροστά στην προοπτική του να λάβει διαστάσεις ενόπλου εμφυλίου πολέμου η γενικευμένη κοινωνική σύρραξη και ο αλληλοσπαραγμός, που ήδη ούτως ή άλλως συμβαίνει με μορφή οικονομικού πολέμου και βίαιου κοινωνικού ελέγχου.
Η κοινωνία παρακολουθεί εμβρόντητη, και κάπου αυτό το σοκαρισμένο μούδιασμα βολεύει τους πολλούς που επιλέγουν την αδράνεια, αφού οποιαδήποτε άλλη αντίδραση θα σήμαινε ότι αυτή η διεφθαρμένη ηγεσία θα πρέπει να εκδιωχθεί επί του πρακτέου, κάτι που απαιτεί στρατιωτικό σχεδιασμό, εφ' όσον η συγκυβέρνηση πλέον μόνο λόγω ΜΑΤ αποφεύγει τα χειρότερα.
Η κοινωνία όμως δεν σταματάει μόνο στην τεχνική δυσκολία της δίωξης των υπευθύνων, αλλά και στην περιπλοκότητα της προοπτικής της τιμωρίας τους. Δεδομένου του γεγονότος ότι η δράση πολλών, αν όχι όλων, των στελεχών της πολιτικής εξουσίας είναι τουλάχιστον αντισυνταγματική, αν όχι συνειδητά εγκληματική, τότε θα πρέπει να συνυπολογίσουμε στην όποια αντίδραση της κοινωνίας και τις μακρόχρονες δίκες που θα αποδώσουν τις ποινές που αξίζουν στους υπεύθυνους της εθνικής καταστροφής.
Αυτοί οι υπεύθυνοι, μια πένθιμα γνώριμη πλέον συναστρία από διεφθαρμένους πολιτικούς, αδίστακτους πλουτοκράτες και μεσάζοντες πάσης φύσης, βρίσκει το περιθώριο στην αναποφασιστικότητα των θυματοποιημένων πολιτών, ώστε να αυτοσχεδιάζει ελεύθερα, παραχαράσσοντας έτσι την ιστορία που είναι και το κατηγορητήριο που τους βαραίνει.
ΠηγήΗ τεχνητή παραζάλη έχει σαν στόχο την αποδιοργάνωση οποιασδήποτε πνευματικής και ηθικής αντίστασης μπορεί να προβάλλει ο λαός που έχει μπει εδώ και καιρό στο στόχαστρο του παθοκρατικού καθεστώτος της συγκυβέρνησης Σαμαρά/Βενιζέλου.
Παρακολουθώντας την ολοένα και πιο οξεία εθνική καταστροφή, και προσπαθώντας να αντιληφθεί τι συμβαίνει, η κοινή γνώμη υπνωτίζεται τόσο βαθιά από τον συγκεχυμένο, το ασαφή, ακόμα και καθηλωτικά αποθρασυμένο λόγο της πολιτικής ηγεσίας, ώστε δεν αντιλαμβάνεται ότι αποδίδει σημασία σε μια πολιτική εξουσία που δεν έχει καμία υπόσταση.
Όποτε κάποιος εγκαλεί την πολιτική εξουσία – και όποιον την εκπροσωπεί, από τυχάρπαστους βουλευτές της συμφοράς μέχρι τον ίδιο τον Πρωθυπουργό – αντί να εισπράττει κάποια λογική απάντηση, ή έστω μια ομολογία αδυναμίας ή λάθους, βρίσκεται αντιμέτωπος με κάθε είδους προβοκατόρικη ατάκα, κάθε τύπου λαϊκισμό, κάθε ύφους υπεροπτική αποστροφή.
Καλλιεργείται σκόπιμα ο εκχυδαϊσμός κάθε μορφής επικοινωνίας, προβάλλεται η κακοφωνία, επιζητείται η διαστρέβλωση κάθε λογικής και δικονομικής αξιοπρέπειας που οφείλει να διέπει τον δημόσιο διάλογο, ενθαρρύνεται η αυθαιρεσία της στρεψόδικης επιχειρηματολογίας, διαδίδεται με ρυθμούς διαδικτύου η κάθε προκλητική αλαζονεία, και εν τέλει, επιχειρείται ο εθισμός του πολίτη στην ολοένα και πιο παροξυσμική παρειδωλία, όπως αποκαλείται το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο ο ανθρώπινος εγκέφαλος αναγνωρίζει γνώριμα σχήματα εκεί που δεν υπάρχουν, π.χ. βλέπει την μορφή ενός ελέφαντα στα σύννεφα ή διακρίνει ένα πρόσωπο σε ένα λεκέ από μελάνι.
Έτσι και ο Ελληνικός λαός: νοηματοδοτεί τον αυτοσχεδιαστικά χαοτικό ειρμό της συγκυβέρνησης προκειμένου να ξεχάσει, ή αδυνατεί να επεξεργαστεί, πως οι προσπάθειες και κινήσεις αυτής δεν έχουν κανένα άλλο στόχο από την παραμονή της στην εξουσία ως αυτοσκοπό χωρίς καμία περαιτέρω έννοια.
Αυτό το φαινόμενο κοινωνικό-πολιτικής παρειδωλίας μεταμφιέζει σε κάτι που προσομοιάζει με κοινά αποδεκτή πραγματικότητα την έλλειψη νοηματικής ουσίας και λογικού κύρους από την δημόσια ζωή του τόπου. Συναρμολογεί σε αληθοφανείς σοφιστείες την απουσία ειρμού, εικονογραφεί το κενό, αξιώνει το μηδέν, εν τέλει μορφοποιεί και καθιερώνει την άβυσσο που πρέπει οπωσδήποτε να γεμίσει από κάτι, έστω οτιδήποτε, αφού είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης να τρέμει την ανυπαρξία και να αποδίδει κάποιο ηθικό νόημα ακόμα και στην πιο σουρεαλιστική ή ανεξήγητη φάρσα της ζωής και της ύπαρξης του.
Τι ηθικό νόημα όμως μπορεί να προκύπτει από την έντεχνη παρειδωλία των καπνών, των κρότων, των παραληρηματικών λόγων που συγγράφει και σκηνοθετεί ενδελεχώς η καταστροφική συγκυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου?
Πως μπορεί να είναι έγκυρος ηγέτης μια παράταξη που εκπροσωπεί μια οριακή μειοψηφία και επικαλείται την λαϊκή εντολή ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι απολαμβάνει κοινοβουλευτική υπεροχή μόνο χάρη των οχλοκρατικών εκλογικών νόμων και της μονοπωλιακής διαχείρισης των ΜΜΕ ενώ κυβερνάει πραξικοπηματικά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου?
Ποιό σεβασμό μπορεί να απολαμβάνει μια ετοιμόρροπη ελίτ που προσπαθεί πάση θυσία να διαιωνίσει την επιβολή της, αν όχι απλά να επιβιώσει, φρουρούμενη από μισθοφόρους εισαγωγής της Αμερικανικής παραστρατιωτικής εταιρείας παροχής ένοπλης προστασίας Blackwater?
Πως μπορεί κανείς να εμπιστευτεί ένα κοινοβούλιο του οποίου η συνταγματικότητα και φιλολαϊκή λειτουργία είναι τυχοδιωκτικά εξαρτώμενη από απολειφάδια ανθυποκομμάτων που προσκολλώνται όπου ευωδιάζει εξουσία και χρήμα, εκπορνεύοντας τα ελάχιστα ποσοστά τους ώστε να συνεχίσει να βυσσοδομεί η παραπαίουσα άρχουσα τάξη εναντίον της μεσαίας και εργατικής?
Πως μπορεί κανείς να πιστεύει ότι είναι νόμιμο ένα καθεστώς όπου δυο-τρεις πλουτοκρατικές δυναστείες ολιγαρχούν επί σειρά δεκαετιών, έχοντας ως εκβιαστικό μοχλό τον έλεγχο των Μέσων Μαζικής Λοβοτομής, εκμεταλλευόμενες το κράτος ανάλογα με τις περιστασιακές ανάγκες τους?
Πως είναι δυνατόν να υπάρχει κοινά αποδεκτός ηθικός προσανατολισμός και κοινωνικό όραμα όταν συλλογικά ρεμβάζουμε προς έναν ορίζοντα άγνωστο, όταν είμαστε αντιμέτωποι με κάτι που δεν έχει νόημα και του αποδίδουμε εκείνο που ο καθένας αυθαίρετα θέλει?
Δεν είναι δυνατόν, επειδή το ψέμα, η υποκειμενικότητα, η παραίσθηση δεν μπορεί ποτέ να υποκαταστήσει την κοινά αποδεκτή συναίνεση. Και χωρίς συναίνεση, η επιβολή γίνεται βιασμός.
Η ηθική είναι μια έννοια τόσο φθαρμένη από την ανάλυση και τον σχετικισμό που έχει υποστεί διαχρονικά ώστε πλέον ακούγεται σαν θέμα κουραστικής διάλεξης σε νυσταλέα αμφιθέατρα της φιλοσοφικής, ή καταγγελτική κατήχηση από ιερωμένο που εξοργίζεται άδικα με την εκ φύσεως ατελή ανθρώπινη φύση και το ιδιοτελές των ενστίκτων της.
Η ηθική όμως δεν είναι ούτε για γέλια, ούτε για χασμουρητά. Είναι επιτακτική ανάγκη να είναι προσδιορισμένη η ηθική φιλοσοφία μιας κοινωνίας που θέλει να επιβιώσει.
Όποια κοινωνία δεν οριοθετεί εαυτόν βάσει σαφών ηθικών κανόνων, που σέβονται την δικαιοσύνη, την αξιοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, πολύ σύντομα γλιστράει σε καταστάσεις που αφήνουν ανεξίτηλα τραύματα, ακόμα και εξαφανίζουν έθνη και πολιτισμούς. Έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Στην Ελλάδα σήμερα έχουν πάψει να τηρούνται ακόμα και τα πιο ισχνά προσχήματα ηθικής συνείδησης. Παραθέτω δυο παραδείγματα σκανδαλώδους ηθικής πρόκλησης σταχυολογημένα μόνο από την τελευταία εβδομάδα.
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κος. Ταμήλος δηλώνει ατάραχος και αυτολεξεί, σε τηλεοπτική εμφάνιση, πως «το να καθαρίζει μετανάστες η Χρυσή Αυγή βόλευε την Νέα Δημοκρατία επειδή έτσι αντιμετωπίζονταν το μεταναστευτικό χωρίς να παίρνει κάποια επίσημη ευθύνη η Κυβέρνηση και η Ελληνική Αστυνομία».
Εν ολίγοις, ο κος Ταμήλος, βουλευτής της Ν.Δ., επαναλαμβάνω, ξεστομίζει, ανερυθρίαστα, πως το Ελληνικό κράτος προσλαμβάνει, συνεργάζεται ή απλά ανέχεται δολοφόνους, τραμπούκους, και καθάρματα που έχουν συνείδηση σμέρνας, προκειμένου να διαχειριστεί μια ανθρωπιστική κρίση.
Κανένας εισαγγελέας δεν φαίνεται να ταράζεται από την επίσημη καταγγελία που εκστομίζει κάποιος που προφανώς μιλάει μετά λόγου γνώσεως, αφού πρόκειται για στέλεχος της παράταξης που ο ίδιος κατηγορεί για ηθική συναυτουργία δολοφονιών αθώων ανθρώπων, και μάλιστα ένα στέλεχος που έχει καθαγιαστεί με τα καλύτερα λόγια από τον ίδιο τον κο. Αντώνη Σαμαρά.
Αίφνης, νομιμοποιείται ως κανονική και γενικά αποδεκτή η πραγματικότητα του να ακούγονται στο Μαξίμου ατάκες του τύπου «καλά κάνουν και τους ξεκοιλιάζουν τους βρομιάρηδες οι δικοί μας, να μην λερώνουμε και τα χέρια μας».
Αίφνης, καθιερώνεται ως φυσιολογικό και δεδομένο τό ότι στην κορυφή της εξουσίας βρίσκονται άνθρωποι που κυβερνούν εκμεταλλευόμενοι την εγκληματική δράση Ναζιστικών συμμοριών.
Αίφνης, οι χειρότερες υποψίες όλων μας επαληθεύονται.
Σε άλλη τηλεοπτική εμφάνιση, ο άνθρωπος που προσωποποιεί την παράνοια και διαστροφή της σύγχρονης Ελλάδας, ο πρώην τηλεπωλητής και νυν Υπουργός Υγείας, που πληρώνεται από το δημόσιο αλλά εξυπηρετεί, καθ' ομολογίαν του, ιδιωτικά συμφέροντα, ο αχαρακτήριστος και λίαν επικίνδυνος Σπυρίδων Γεωργιάδης, αρνείται να κάνει διάλογο με τον έγκριτο νευροχειρούργο κο. Π. Παπανικολάου, έναν επιστήμονα που εργάζεται για την σωτηρία του συνανθρώπων του ενώ το κράτος του χρωστάει δεδουλευμένα ενός χρόνου και αρνείται να του καταβάλει υπερωρίες και εφημερίες. Ο τουλάχιστον παιδαριώδης κος Γεωργιάδης δεν διστάζει να επικαλεστεί τον πολιτικό χώρο στον οποίο ανήκει ο γιατρός ως δικαιολογία για να τον περιφρονήσει, ενώ οι τηλεθεατές γνωρίζουν πως ο πραγματικός λόγος που αρνείται να απαντήσει στον κο Παπανικολάου είναι επειδή ο τελευταίος επιμένει να μιλάει, με στοιχεία, περί των άθλιων συνθηκών που επικρατούν στα δημόσια νοσοκομεία.
Ο ανεκδιήγητος κος Γεωργιάδης προφανώς αγνοεί ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα να αρνηθεί, ούτε τυπικά, αφού είναι δημόσιος υπάλληλος σε στιγμή δημόσιου διαλόγου και άρα έχει καθήκον να απαντά με τον ίδιο σεβασμό που εισπράττει τον μισθό και τα προνόμια της θέσης του, σε οποιονδήποτε πολίτη, και δη σε έναν γιατρό που αγωνίζεται υπέρ και πέραν του καθήκοντος.
Το ότι ένας Υπουργός απαξιώνει τον συνομιλητή του, έναν έγκριτο και αξιοσέβαστο πολίτη που σώνει ζωές σχεδόν αμισθί, επί καθημερινής βάσης, επειδή αυτός ανήκει σε μη αρεστό πολιτικό χώρο είναι μια δικαιολογία κάποιου που πάσχει από βασικές ικανότητες κοινωνικότητας, για να μην μιλήσουμε για την αδυναμία του κου Γεωργιάδη να συνειδητοποιήσει, επιτέλους, πως όποιο αξίωμα και αν κατέχει, η φρασεολογία επιπέδου «δεν σου μιλάω εσένα επειδή είσαι κομμουνιστής» μαρτυρά μια συμπεριφορά περισσότερο ταιριαστή σε μουτρωμένο ανήλικο και όχι σε δημόσιο λειτουργό.
Είναι αρκετά σημαίνοντα αυτά τα δύο απίστευτα παραδείγματα, αφενός αλαζονείας που μαρτυρά αυταρχισμό νηπίου και αφετέρου ξεδιάντροπης ομολογίας περί εκμετάλλευσης της δράσης δολοφονικών συμμοριών, ώστε να συμπεράνει κανείς πως η ηθική πυξίδα της Ελληνικής συγκυβέρνησης έχει χάσει κάθε αξιοπιστία, και το ναυάγιο είναι αναπόφευκτο.
Για όσους ανθυπομειδιούν, πιστεύοντας ότι υπάρχουν περιθώρια κυνισμού και αποστασιοποίησης, ας επισημανθεί πως η ηθική συνείδηση μιας κοινωνίας ή ενός έθνους είναι συνεκτικός ιστός πολύ ισχυρότερος από την οικονομία. Αυτό αποδεικνύεται από τα όρια του χρήματος, που δεν είναι παντού και πάντα αποδεκτό ως αντάλλαγμα. Η ηθική συντηρεί τις δομές αλληλεγγύης ακόμα και στις πλέον φτωχές κοινωνικές τάξεις, ενώ ρυθμίζει αποτελεσματικά τους κανονισμούς των διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε εκείνους που είναι υπεράνω χρημάτων, λόγω πεποίθησης ή πλούτου.
Η ομαλή λειτουργία της κοινωνίας δεν είναι αποκλειστικά βασισμένη στην κερδοφόρα συναλλαγή, όπως θέλουν κάποιοι να μας πείσουν, αλλά υπάρχουν πλείστες όσες περιπτώσεις ζωτικής ανθρώπινης αλληλεπίδρασης όπου το χρήμα δεν παίζει τον παραμικρό ρόλο. Κανένας δεν επιβιώνει σε κάποιο κοινωνικό σχήμα εάν δεν σεβαστεί κάποιους απαράβατους κώδικες τιμής που είναι ισχυρότεροι από το χρήμα και ισχύουν εξίσου στις πλέον βρομερές αλλά και στις πιο εξευγενισμένες μαφίες.
Υπάρχουν ολόκληρες εποχές – δύσκολες, κρίσιμες, μέχρι και εμπόλεμες – κατά τις οποίες η προσήλωση στην δικαιοσύνη, στην αλληλεγγύη και στην υπεράσπιση των αδύναμων είναι ζωτικής σημασίας, αφού το χρήμα δεν μπορεί, από ένα σημείο και μετά, να εξαγοράσει συνειδήσεις όταν η ανθρώπινη ζωή ευτελίζεται.
Η αφύπνιση σε επίπεδο πράξης όμως έχει ως κόστος την γενικευμένη σύρραξη, κάτι για το οποίο η πλειοψηφία φαίνεται να απεύχεται. Ο μηχανισμός άρνησης που καλείται να αποσιωπήσει την ένταση που περισσεύει μεταξύ συνείδησης και απραξίας μοιάζει να είναι εξαιρετικά ισχυρός ακόμα.
Η πλειοψηφία του κόσμου δεν δύναται να αποδεχτεί πως την εξουσία της χώρας επιμένει να την νέμεται μια τάξη προσώπων και πραγμάτων που είναι οι πρώτοι υπαίτιοι για την κατάρρευση της χώρας σε κάθε επίπεδο. Οι περισσότεροι πολίτες συμπεριφέρονται σαν να ζουν υπό καθεστώς κανονικότητας, φοβισμένοι μπροστά στην προοπτική του να λάβει διαστάσεις ενόπλου εμφυλίου πολέμου η γενικευμένη κοινωνική σύρραξη και ο αλληλοσπαραγμός, που ήδη ούτως ή άλλως συμβαίνει με μορφή οικονομικού πολέμου και βίαιου κοινωνικού ελέγχου.
Η κοινωνία παρακολουθεί εμβρόντητη, και κάπου αυτό το σοκαρισμένο μούδιασμα βολεύει τους πολλούς που επιλέγουν την αδράνεια, αφού οποιαδήποτε άλλη αντίδραση θα σήμαινε ότι αυτή η διεφθαρμένη ηγεσία θα πρέπει να εκδιωχθεί επί του πρακτέου, κάτι που απαιτεί στρατιωτικό σχεδιασμό, εφ' όσον η συγκυβέρνηση πλέον μόνο λόγω ΜΑΤ αποφεύγει τα χειρότερα.
Η κοινωνία όμως δεν σταματάει μόνο στην τεχνική δυσκολία της δίωξης των υπευθύνων, αλλά και στην περιπλοκότητα της προοπτικής της τιμωρίας τους. Δεδομένου του γεγονότος ότι η δράση πολλών, αν όχι όλων, των στελεχών της πολιτικής εξουσίας είναι τουλάχιστον αντισυνταγματική, αν όχι συνειδητά εγκληματική, τότε θα πρέπει να συνυπολογίσουμε στην όποια αντίδραση της κοινωνίας και τις μακρόχρονες δίκες που θα αποδώσουν τις ποινές που αξίζουν στους υπεύθυνους της εθνικής καταστροφής.
Αυτοί οι υπεύθυνοι, μια πένθιμα γνώριμη πλέον συναστρία από διεφθαρμένους πολιτικούς, αδίστακτους πλουτοκράτες και μεσάζοντες πάσης φύσης, βρίσκει το περιθώριο στην αναποφασιστικότητα των θυματοποιημένων πολιτών, ώστε να αυτοσχεδιάζει ελεύθερα, παραχαράσσοντας έτσι την ιστορία που είναι και το κατηγορητήριο που τους βαραίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου