Από τη στιγμή που αυτή η κυβέρνηση της ακροδεξιάς και των αγορών αναγκάστηκε να οδηγηθεί στις κάλπες, ήταν ξεκάθαρο πως η προεκλογική περίοδος που θα ακολουθήσει θα είναι η πιο σκληρή των τελευταίων δεκαετιών.
Μετά από δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από την ανίερη συμμαχία των τεράτων του παρελθόντος, ο προεκλογικός τους τόνος αποκαλύπτει τη γύμνια της πολιτικής τους. Το γεγονός πως η προεκλογική τους προμετωπίδα, καθώς και τα μετόπισθεν βασίζονται στον τρόμο που σκορπούν οι εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, αποτυπώνει το μέγεθος του κοινωνικού συμφέροντος κυβερνητικού τους έργου.
Που είναι μηδενικό.
Οι καθημερινές ιστορίες που συναντά ο καθένας μας στους χώρους δουλειάς, στις τράπεζες, τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά ακόμα και εντός οικογενειακής σκέπης δείχνουν το μέγεθος της μιντιακής τραγωδίας που συντελείται στη χώρα.
Εργαζόμενοι βγαίνουν στη σύνταξη και τα -πρώην- αφεντικά τους συμβουλεύουν να σηκώσουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες και να τα βάλουν κάτω από το στρώμα.
Τραπεζίτες πουλάνε εκδούλευση σε φουσκωμένους λογαριασμούς, συστήνοντάς τους να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό.
Οι πιο «αδύναμη κρίκοι» απέναντι στο «κουτί που τα ξέρει όλα», οι ηλικιωμένοι, αγωνιούν και ταράζουν τα νεότερα μέλη των οικογενειών τους με το φόβο πως θα χάσουν τις συντάξεις τους και τους κομμουνιστές που έρχονται να πάρουν τις περιουσίες.
Ιστορίες καθημερινής τρέλας που εκτυλίσσονται καθημερινά σε μια πλατεία, ένα λεωφορείο, σε κάποιο ψιλικατζίδικο, σε μια δημόσια υπηρεσία, σε κάποιο συνοικιακό καφενείο ή ένα οικογενειακό κυριακάτικο γεύμα.
Ο φόβος είναι διάχυτος.
Η όποια αντιπαράθεση πλέον στην κοινωνία έχει μεταβληθεί σε ένα είδος ερωταπαντήσεων και αποριών. Με τη μία πλευρά να εκφράζει μύχιους ή τηλεοπτικούς φόβους που δεν αφορούν την τάξη της, και τον αντίλογο να πασχίζει να δώσει απαντήσεις που να προσπαθούν να επαναφέρουν την αξιοπρέπεια και τη δικαιοσύνη στο επίκεντρο της όποιας λύσης, μπλέκοντας πολλές φορές την ελπίδα με την πραγματικότητα.
Ποιος όμως απαγορεύει την ελπίδα;
Ποιος ορίζει το εφικτό και το ανέφικτο όταν η διεκδίκηση είναι δημοκρατική και κοινωνικά δίκαιη;
Ξέρω φίλοι μου. Οι αγορές ορίζουν θα μου πείτε. Το ξέρω.
Οι αγορές όμως δεν ζούνε. Οι αγορές δεν αναπνέουν. Οι αγορές δεν πεινάνε.
Οι αγορές είναι ένα συνονθύλευμα υπεύθυνων επενδυτών, αδίστακτων κερδοσκόπων, πανίσχυρων εκμεταλλευτών, ποικίλων ειδών αρπακτικών και σαρκοφάγων
Και σας ρωτώ φίλοι μου.
Εάν οι αγορές είναι αυτός ο αιμοδιψής Φρανκεστάιν, η ύπαρξη και μόνο του οποίου αναγκάζει τους λαούς να τον υπηρετούν, ποιος ο λόγος στην κεφαλή της αντίστασής μας να μη βρίσκονται δυνάμεις που προτάσσουν αναχώματα στις επιθέσεις που το τέρας μας κάνει μέσα στη νύχτα, με βροχή και με χαλάζι και πολλές φορές πισώπλατα;
Ο φόβος λοιπόν θα είναι παρών. Και όχι μόνο μέχρι το βράδυ της 25ης Ιανουαρίου που θα μπει ταφόπλακα στο δικομματικό σκουπιδαριό που οδήγησε τη χώρα σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση.
Ο φόβος θα παραμείνει επειδή η πηγή του είναι αυτοί που παρείχαν τα οχήματα στον δικομματισμό που σήμερα αργοπεθαίνει.
Και επειδή η γύμνια της «πολιτικής» τους που θα αποκαλυφθεί, όταν τα χθεσινά αφεντικά τους θα στήνουν με τα ίδια τους τα χέρια τα εμπόδια στην επόμενη κυβέρνηση, δεν θα είναι αρκετή για να νικήσει τον φόβο, η ελπίδα είναι το μόνο αντίδοτο που μπορεί να τον μουδιάσει, να τον αδρανοποιήσει και τέλος να τον σπάσει σε χίλια κομμάτια.
Οι περιστάσεις θα μας καλέσουν σύντομα να πάρουμε θέση δια ζώσης και μετά λόγου γνώσεως. Και αυτό δεν θα συμβεί μόνο μπροστά στην κάλπη. Αντιθέτως, η κάλπη θα είναι η αφετηρία του δρόμου που θα χρειαστεί να διανύσουμε.
Η ελπίδα θα γεννηθεί στον δρόμο. Στις γειτονιές. Στο χέρι βοηθείας στον διπλανό, στην αντίδραση απέναντι στο άδικο.
Που είναι μηδενικό.
Οι καθημερινές ιστορίες που συναντά ο καθένας μας στους χώρους δουλειάς, στις τράπεζες, τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά ακόμα και εντός οικογενειακής σκέπης δείχνουν το μέγεθος της μιντιακής τραγωδίας που συντελείται στη χώρα.
Εργαζόμενοι βγαίνουν στη σύνταξη και τα -πρώην- αφεντικά τους συμβουλεύουν να σηκώσουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες και να τα βάλουν κάτω από το στρώμα.
Τραπεζίτες πουλάνε εκδούλευση σε φουσκωμένους λογαριασμούς, συστήνοντάς τους να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό.
Οι πιο «αδύναμη κρίκοι» απέναντι στο «κουτί που τα ξέρει όλα», οι ηλικιωμένοι, αγωνιούν και ταράζουν τα νεότερα μέλη των οικογενειών τους με το φόβο πως θα χάσουν τις συντάξεις τους και τους κομμουνιστές που έρχονται να πάρουν τις περιουσίες.
Ιστορίες καθημερινής τρέλας που εκτυλίσσονται καθημερινά σε μια πλατεία, ένα λεωφορείο, σε κάποιο ψιλικατζίδικο, σε μια δημόσια υπηρεσία, σε κάποιο συνοικιακό καφενείο ή ένα οικογενειακό κυριακάτικο γεύμα.
Ο φόβος είναι διάχυτος.
Η όποια αντιπαράθεση πλέον στην κοινωνία έχει μεταβληθεί σε ένα είδος ερωταπαντήσεων και αποριών. Με τη μία πλευρά να εκφράζει μύχιους ή τηλεοπτικούς φόβους που δεν αφορούν την τάξη της, και τον αντίλογο να πασχίζει να δώσει απαντήσεις που να προσπαθούν να επαναφέρουν την αξιοπρέπεια και τη δικαιοσύνη στο επίκεντρο της όποιας λύσης, μπλέκοντας πολλές φορές την ελπίδα με την πραγματικότητα.
Ποιος όμως απαγορεύει την ελπίδα;
Ποιος ορίζει το εφικτό και το ανέφικτο όταν η διεκδίκηση είναι δημοκρατική και κοινωνικά δίκαιη;
Ξέρω φίλοι μου. Οι αγορές ορίζουν θα μου πείτε. Το ξέρω.
Οι αγορές όμως δεν ζούνε. Οι αγορές δεν αναπνέουν. Οι αγορές δεν πεινάνε.
Οι αγορές είναι ένα συνονθύλευμα υπεύθυνων επενδυτών, αδίστακτων κερδοσκόπων, πανίσχυρων εκμεταλλευτών, ποικίλων ειδών αρπακτικών και σαρκοφάγων
Και σας ρωτώ φίλοι μου.
Εάν οι αγορές είναι αυτός ο αιμοδιψής Φρανκεστάιν, η ύπαρξη και μόνο του οποίου αναγκάζει τους λαούς να τον υπηρετούν, ποιος ο λόγος στην κεφαλή της αντίστασής μας να μη βρίσκονται δυνάμεις που προτάσσουν αναχώματα στις επιθέσεις που το τέρας μας κάνει μέσα στη νύχτα, με βροχή και με χαλάζι και πολλές φορές πισώπλατα;
Ο φόβος λοιπόν θα είναι παρών. Και όχι μόνο μέχρι το βράδυ της 25ης Ιανουαρίου που θα μπει ταφόπλακα στο δικομματικό σκουπιδαριό που οδήγησε τη χώρα σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση.
Ο φόβος θα παραμείνει επειδή η πηγή του είναι αυτοί που παρείχαν τα οχήματα στον δικομματισμό που σήμερα αργοπεθαίνει.
Και επειδή η γύμνια της «πολιτικής» τους που θα αποκαλυφθεί, όταν τα χθεσινά αφεντικά τους θα στήνουν με τα ίδια τους τα χέρια τα εμπόδια στην επόμενη κυβέρνηση, δεν θα είναι αρκετή για να νικήσει τον φόβο, η ελπίδα είναι το μόνο αντίδοτο που μπορεί να τον μουδιάσει, να τον αδρανοποιήσει και τέλος να τον σπάσει σε χίλια κομμάτια.
Οι περιστάσεις θα μας καλέσουν σύντομα να πάρουμε θέση δια ζώσης και μετά λόγου γνώσεως. Και αυτό δεν θα συμβεί μόνο μπροστά στην κάλπη. Αντιθέτως, η κάλπη θα είναι η αφετηρία του δρόμου που θα χρειαστεί να διανύσουμε.
Η ελπίδα θα γεννηθεί στον δρόμο. Στις γειτονιές. Στο χέρι βοηθείας στον διπλανό, στην αντίδραση απέναντι στο άδικο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου