Στην καταπιεστική εποχή της Βικτωριανής Αγγλίας ζούσε ένας παράξενος μαθηματικός με αδυναμία στον Ευκλείδη και τη γεωμετρία του. Ερασιτέχνης φωτογράφος με χόμπι να αποθανατίζει τα γυμνά σώματα ανήλικων κοριτσιών, κληρικός, ποιητής και συγγραφέας ο Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον, υπήρξε ο δημιουργός των θαυμάσιων περιπετειών της μικρής Αλίκης σε έναν παράλογο κόσμο θαυμάτων.
Ο Ντότζσον καταγόταν από μια βαθύτατα συντηρητική οικογένεια ευγενών και η ζωή του ήταν γεμάτη από τα «πρέπει» της Βικτωριανής Αγγλίας και του καθολικισμού. Η ενοχική του προσωπικότητα και η συναισθηματική καλλιτεχνική φύση που έκρυβε, επαναστατούσε μέσα από ποιητικούς στίχους και παραμυθένιους μύθους που συνέθετε πίσω από το ψευδώνυμο Λούις Κάρολ.
Ημέρες Ιουλίου ήταν, το 1862, την ώρα που στη Γαλλία ο Ουγκώ δημοσίευε τους Άθλιους και ο Φλομπέρ το Σαλαμπό, που στην Ιταλία ο Βέρντι γράφει τη Δύναμη του Πεπρωμένου, και στην Ελλάδα πέφτει η Βασιλεία του Όθωνα, όταν ο Κάρολ σε μια βαρκάδα, προκειμένου να ευχαριστήσει τρεις μικρές αγαπημένες φίλες του, ξεκινά την αφήγηση ενός παραμυθιού που έμελλε να γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα λογοτεχνικά έργα όλων των εποχών. Θα μεταφραζόταν σε 50 γλώσσες και θα μεταφερόταν τουλάχιστον 10 φορές στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο.
Ο Ντότζσον καταγόταν από μια βαθύτατα συντηρητική οικογένεια ευγενών και η ζωή του ήταν γεμάτη από τα «πρέπει» της Βικτωριανής Αγγλίας και του καθολικισμού. Η ενοχική του προσωπικότητα και η συναισθηματική καλλιτεχνική φύση που έκρυβε, επαναστατούσε μέσα από ποιητικούς στίχους και παραμυθένιους μύθους που συνέθετε πίσω από το ψευδώνυμο Λούις Κάρολ.
Ημέρες Ιουλίου ήταν, το 1862, την ώρα που στη Γαλλία ο Ουγκώ δημοσίευε τους Άθλιους και ο Φλομπέρ το Σαλαμπό, που στην Ιταλία ο Βέρντι γράφει τη Δύναμη του Πεπρωμένου, και στην Ελλάδα πέφτει η Βασιλεία του Όθωνα, όταν ο Κάρολ σε μια βαρκάδα, προκειμένου να ευχαριστήσει τρεις μικρές αγαπημένες φίλες του, ξεκινά την αφήγηση ενός παραμυθιού που έμελλε να γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα λογοτεχνικά έργα όλων των εποχών. Θα μεταφραζόταν σε 50 γλώσσες και θα μεταφερόταν τουλάχιστον 10 φορές στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο.
Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων περιγράφουν με λεπτή φαντασία και παιδικό αυθορμητισμό τις περιπέτειες ενός κοριτσιού, της Αλίκης, η οποία μετά την πτώση της σε μία λαγότρυπα, περιπλανιέται σε ένα φανταστικό κόσμο. Αψηφά τους νόμους της βαρύτητας, βρίσκει ποτά που την κονταίνουν και τρώει κέικ που την μεγαλώνουν, συναντά λαγούς που μιλάνε, γάτες που μόνιμα γελάνε, τραπουλόχαρτα που παρελαύνουν τρέμοντας μπροστά στην όψη μιας Ντάμας Κούπα, της βασίλισσας με το τεράστιο κεφάλι που συνεχώς απειλεί και κραυγάζει «Κόψτε του το κεφάλι». Συναντά έναν αγενή καπελά, ένα γρύπα, μια χελώνα που κλαίει και οδύρεται και μια κάμπια που καπνίζει νωχελικά ένα τσιμπούκι. Και μέσα σε αυτό το παράλογο σκηνικό η Αλίκη μοιάζει να σέρνεται από το ένα παράξενο συμβάν στο άλλο. Μα το ερώτημα παραμένει.
Τι θέλει να μας πει ο Κάρολ μέσα από αυτό το παραμύθι; Τι ήθελε να πει στις τρεις μικρές του φίλες σε εκείνη τη καλοκαιρινή βαρκάδα; Τι κρύβεται πίσω από τους παραλογισμούς που συναντά η Αλίκη, τα ομιλούντα ζώα και τις αυξομειώσεις του σωματικού μεγέθους της; Έχοντας αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης, η συνήθης ερμηνεία του έργου αναγνωρίζει πως η φανταστική εξιστόρηση του Κάρολ λειτουργεί, εν μέρει, ως κριτική της Βικτωριανής κοινωνίας και των Αγγλοσαξονικών νοοτροπιών, εξετάζοντας παράλληλα το πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ανθρώπου όταν παύουν να υφίστανται οι παγιωμένοι κανόνες που την καθορίζουν.
Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές χλευάζονται. Είναι στοιχεία που συναντάμε στον Καμύ ή τον Σαρτρ. Ωστόσο εδώ δεν έχουμε ένα σύστημα απόλυτης ελευθερίας όπως υποστήριζε ο Σαρτρ, στο οποίο ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος να καθορίσει την προσωπικότητά του. Δεν έχουμε ένα ον που μπορεί να είναι οτιδήποτε, να αλλάζει, να εξελίσσεται, να καθορίζεται από τις επιλογές και τις πράξεις του.
Όχι. Δεν έχουμε ένα όν που το πέταξαν στην ύπαρξη, χωρίς προηγούμενες δεσμεύσεις. Εδώ έχουμε την Αλίκη, που προσπαθεί να βρει την ταυτότητά της – εξού και οι αυξομειώσεις στο μέγεθός της ανα περίσταση- σε ένα κόσμο που ανατρέπει ότι προηγουμένως θεωρούσε δεδομένο. Που προσπαθεί να αυτοκαθοριστεί βάσει των άλλων. Η κόλασή της είναι οι άλλοι, με τα βλέμματά τους, την κοινωνική κριτική που ασκούν στους αδέσμευτούς χαρακτήρες, περιθωριοποιώντας τους. Η Αλίκη βρίσκεται σε μια θαυματουργή φυλακή, ένα κλειστό σύστημα που για να την αποδεχθεί, της επιφυλάσσει μια συγκεκριμένη θέση και έναν συγκεκριμένο ρόλο. Πρέπει να προσαρμοστεί στον κόσμο, άλλοτε μεγαλώνοντας και άλλοτε μικραίνοντας, παίζοντας το παιχνίδι με τους κανόνες του. Τους κανόνες της χώρας που επισκέπτεται. Της χώρας της ενηλικίωσης.
Και εδώ είναι το παράξενο στο έργο του Λούις Κάρολ. Εδώ βρίσκεται ο ανορθόδοξος συμβολισμός του. Ο κόσμος των θαυμάτων, των απίστευτων καταστάσεων, όπου μπορείς να περιμένεις τα πάντα, είναι ο απαίσιος κόσμος της ενηλικίωσης. Είναι ο κόσμος που για ένα παιδί, είναι παράλογος και η μετάβαση σε αυτόν από την παιδικότητα, οδυνηρή. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας στη χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες και περιέργεια. Αλλά τι θέλει να μας πει αυτό το μικρό κορίτσι;
Είναι απλό. Η Αλίκη είμαστε εμείς. Και ο τρόπος που φέρεται να την τραβάει η πραγματικότητα του κόσμου των θαυμάτων είναι η ζωή μας. Η ύπαρξή μας καθορίζεται από τα βλέμματα των άλλων. Αυτό που είμαστε, είναι ο τρόπος που μας βλέπουν οι άλλοι. Ο τρόπος που οι άλλοι θέλουν από μας να αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις. Όχι δεν είμαστε ελεύθεροι να γίνουμε αυτό που θέλουμε. Η Αλίκη με τη βουτιά στη φωλιά του λαγού, κάνει μια βουτιά στο ασυνείδητο. Κατά τη πτώση της συναντά βιβλία, γεύσεις, μυρωδιές που πιθανόν είχε γνωρίσει. Και με αυτά τα όπλα προσγειώνεται σε έναν κόσμο που στο όνειρό της συμβολίζει τον παράλογο κόσμο των μεγάλων. Εκείνων των συμβιβασμένων, που κατασκεύασαν μια παράλογη κοινωνική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Μια κοινωνική πραγματικότητα που θεωρούν φυσιολογική, και κάθε τι ξένο σε αυτή το περιθωριοποιούν.
Τι θέλει να μας πει ο Κάρολ μέσα από αυτό το παραμύθι; Τι ήθελε να πει στις τρεις μικρές του φίλες σε εκείνη τη καλοκαιρινή βαρκάδα; Τι κρύβεται πίσω από τους παραλογισμούς που συναντά η Αλίκη, τα ομιλούντα ζώα και τις αυξομειώσεις του σωματικού μεγέθους της; Έχοντας αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης, η συνήθης ερμηνεία του έργου αναγνωρίζει πως η φανταστική εξιστόρηση του Κάρολ λειτουργεί, εν μέρει, ως κριτική της Βικτωριανής κοινωνίας και των Αγγλοσαξονικών νοοτροπιών, εξετάζοντας παράλληλα το πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ανθρώπου όταν παύουν να υφίστανται οι παγιωμένοι κανόνες που την καθορίζουν.
Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές χλευάζονται. Είναι στοιχεία που συναντάμε στον Καμύ ή τον Σαρτρ. Ωστόσο εδώ δεν έχουμε ένα σύστημα απόλυτης ελευθερίας όπως υποστήριζε ο Σαρτρ, στο οποίο ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος να καθορίσει την προσωπικότητά του. Δεν έχουμε ένα ον που μπορεί να είναι οτιδήποτε, να αλλάζει, να εξελίσσεται, να καθορίζεται από τις επιλογές και τις πράξεις του.
Όχι. Δεν έχουμε ένα όν που το πέταξαν στην ύπαρξη, χωρίς προηγούμενες δεσμεύσεις. Εδώ έχουμε την Αλίκη, που προσπαθεί να βρει την ταυτότητά της – εξού και οι αυξομειώσεις στο μέγεθός της ανα περίσταση- σε ένα κόσμο που ανατρέπει ότι προηγουμένως θεωρούσε δεδομένο. Που προσπαθεί να αυτοκαθοριστεί βάσει των άλλων. Η κόλασή της είναι οι άλλοι, με τα βλέμματά τους, την κοινωνική κριτική που ασκούν στους αδέσμευτούς χαρακτήρες, περιθωριοποιώντας τους. Η Αλίκη βρίσκεται σε μια θαυματουργή φυλακή, ένα κλειστό σύστημα που για να την αποδεχθεί, της επιφυλάσσει μια συγκεκριμένη θέση και έναν συγκεκριμένο ρόλο. Πρέπει να προσαρμοστεί στον κόσμο, άλλοτε μεγαλώνοντας και άλλοτε μικραίνοντας, παίζοντας το παιχνίδι με τους κανόνες του. Τους κανόνες της χώρας που επισκέπτεται. Της χώρας της ενηλικίωσης.
Και εδώ είναι το παράξενο στο έργο του Λούις Κάρολ. Εδώ βρίσκεται ο ανορθόδοξος συμβολισμός του. Ο κόσμος των θαυμάτων, των απίστευτων καταστάσεων, όπου μπορείς να περιμένεις τα πάντα, είναι ο απαίσιος κόσμος της ενηλικίωσης. Είναι ο κόσμος που για ένα παιδί, είναι παράλογος και η μετάβαση σε αυτόν από την παιδικότητα, οδυνηρή. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας στη χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες και περιέργεια. Αλλά τι θέλει να μας πει αυτό το μικρό κορίτσι;
Είναι απλό. Η Αλίκη είμαστε εμείς. Και ο τρόπος που φέρεται να την τραβάει η πραγματικότητα του κόσμου των θαυμάτων είναι η ζωή μας. Η ύπαρξή μας καθορίζεται από τα βλέμματα των άλλων. Αυτό που είμαστε, είναι ο τρόπος που μας βλέπουν οι άλλοι. Ο τρόπος που οι άλλοι θέλουν από μας να αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις. Όχι δεν είμαστε ελεύθεροι να γίνουμε αυτό που θέλουμε. Η Αλίκη με τη βουτιά στη φωλιά του λαγού, κάνει μια βουτιά στο ασυνείδητο. Κατά τη πτώση της συναντά βιβλία, γεύσεις, μυρωδιές που πιθανόν είχε γνωρίσει. Και με αυτά τα όπλα προσγειώνεται σε έναν κόσμο που στο όνειρό της συμβολίζει τον παράλογο κόσμο των μεγάλων. Εκείνων των συμβιβασμένων, που κατασκεύασαν μια παράλογη κοινωνική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Μια κοινωνική πραγματικότητα που θεωρούν φυσιολογική, και κάθε τι ξένο σε αυτή το περιθωριοποιούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η βασίλισσα. Αυτή η διασκεδαστικότατη, μανιασμένη, κακιά, καταπιεστική Ντάμα Κούπα, που δεν τη βαριέσαι όσες φορές και αν πει « Κόψτε του το κεφάλι». Είναι η εξουσία. Αυτή που επειδή έχει μεγάλο κεφάλι δε ξέρει άλλη λέξη από το «Κόψτε του το κεφάλι». Αυτή που θέλει τους γύρω της όπως την ίδια. Μια παράξενη φιγούρα που επιβάλλει την δική της αλήθεια, για να την κάνει φυσιολογική. Είμαι σίγουρος πως σκέφτεται: «Αν γίνουν όλοι παράξενοι, κανείς δεν θα με θεωρεί παράξενη». Στο έργο του Μπάρτον η κριτική απέναντι στη εξουσία είναι πιο εμφανής, καθώς βάζει στο στόμα της άσχημης αυτής τραπουλόχαρτας τα εξής λόγια: «Καλύτερα να σε φοβούνται παρά να σε αγαπούν». Πιθανόν αυτό να είναι αλήθεια. Ούτως ή άλλως όλες οι μορφές εξουσίας βασίστηκαν στη διαχείριση του πανικού.
Μα ας μείνουμε στις αντιδράσεις που προκάλεσε το έργο του Κάρολ. Το έργο αυτό που κατ΄ εμέ αποτελεί μια δριμεία κριτική στην έλλειψη ανεκτικότητας απέναντι στο διαφορετικό, το ονειρικό, το παιδικό και αιθεροβάμον, είναι μια δριμεία κριτική απέναντι σε κλειστά συστήματα που καθορίζουν τους ρόλους των ανθρώπων. Είναι εν τέλει μια κριτική στο ίδιο το κοινωνικό ον, που αναπαράγει έναν λάθος κόσμο που ο ίδιος έφτιαξε μα δεν μπορεί να καταλάβει πως μπορεί να τον αλλάξει. Δεν μπορεί να υποτάξει τον ρόλο του ζώου μέσα του, να επιβάλλει τη λογική, να φτάσει στον «υπεράνθρωπο». Όχι αυτόν τον σκληρό υπεράνθρωπο του Νίτσε. Τον άλλον. Εκείνον που θα μπορέσει να σχηματίσει τις ιδανικές κοινωνίες του αύριο.
Ο Κάρολ είναι μαθηματικός, είναι υπέρμαχος τις λογικής. Ίσως το έργο του, ο κόσμος των θαυμάτων είναι μια έμμεση κριτική στον κόσμο των δεισιδαιμονιών και των προλήψεων της βικτοριανής κοινωνίας. Μια κριτική στην έμφαση που δίνουμε στο μεταφυσικό και στην περιθωριοποίηση που επιφυλάσσουμε απέναντι σε αυτούς που επιστρατεύουν τη λογική τους για να ερμηνεύσουν τον κόσμο.
Μα ας μείνουμε στις αντιδράσεις που προκάλεσε το έργο του Κάρολ. Το έργο αυτό που κατ΄ εμέ αποτελεί μια δριμεία κριτική στην έλλειψη ανεκτικότητας απέναντι στο διαφορετικό, το ονειρικό, το παιδικό και αιθεροβάμον, είναι μια δριμεία κριτική απέναντι σε κλειστά συστήματα που καθορίζουν τους ρόλους των ανθρώπων. Είναι εν τέλει μια κριτική στο ίδιο το κοινωνικό ον, που αναπαράγει έναν λάθος κόσμο που ο ίδιος έφτιαξε μα δεν μπορεί να καταλάβει πως μπορεί να τον αλλάξει. Δεν μπορεί να υποτάξει τον ρόλο του ζώου μέσα του, να επιβάλλει τη λογική, να φτάσει στον «υπεράνθρωπο». Όχι αυτόν τον σκληρό υπεράνθρωπο του Νίτσε. Τον άλλον. Εκείνον που θα μπορέσει να σχηματίσει τις ιδανικές κοινωνίες του αύριο.
Ο Κάρολ είναι μαθηματικός, είναι υπέρμαχος τις λογικής. Ίσως το έργο του, ο κόσμος των θαυμάτων είναι μια έμμεση κριτική στον κόσμο των δεισιδαιμονιών και των προλήψεων της βικτοριανής κοινωνίας. Μια κριτική στην έμφαση που δίνουμε στο μεταφυσικό και στην περιθωριοποίηση που επιφυλάσσουμε απέναντι σε αυτούς που επιστρατεύουν τη λογική τους για να ερμηνεύσουν τον κόσμο.
Το έργο του Κάρολ λογοκρίθηκε στην επαρχία Χουνάν της Κίνας το 1931, διότι τα ανθρωπόμορφα ζώα του θαυμαστού κόσμου συμπεριφέρονται με τον ίδιο βαθμό περιπλοκότητας όπως τα ανθρώπινα όντα. Και αυτό ο Χο Τσιεν, ο διοικητής της επαρχίας δεν μπορούσε να το δεχτεί. Πως είναι δυνατόν τα ζώα να μιλούν και να σκέφτονται όπως οι άνθρωποι; Φαίνεται πως ο στρατηγός δεν είχε διαβάσει τους μύθους του Αισώπου. Και ευτυχώς δεν πρόλαβε να πέσει στα χέρια του η Φάρμα των Ζώων του Όργουελ.
Σε κάποιες πάλι σχολικές βιβλιοθήκες της Αμερικής, η αυξομειώσεις του μεγέθους της Αλίκης, που οφείλεται σε ύποπτα κέικ και ποτά, σε μανιτάρια, προκάλεσε οργή. Είναι αναφορές σε παραισθησιογόνες ουσίες και μπορεί να διαφθείρουν τη νεολαία. Τα ίδια έπαθε και ο Χάξλευ με τις θύρες ενόρασης. Μόνο που αυτός ήταν πιο προκλητικός. Εκθείαζε τη χρήση της μεσκαλίνης ανοιχτά. Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε πώς όσο συντηρητική και αν ήταν η Βικτωριανή Αγγλία, η χρήση του οπίου την εποχή του Κάρολ, ήταν επιτρεπτή και ευρέως διαδεδομένη. Άλλωστε ήταν μια φθηνά εισαγόμενη ουσία, που ερχόταν από τις καταπιεζόμενες αποικίες της, και είχε ευεργετικότατα αποτελέσματα. Αποκοίμιζε και αποπροσανατόλιζε τον ναρκωμένο λαό. Γιατί λοιπόν να μην το επιτρέψει;
Σε κάποιες πάλι σχολικές βιβλιοθήκες της Αμερικής, η αυξομειώσεις του μεγέθους της Αλίκης, που οφείλεται σε ύποπτα κέικ και ποτά, σε μανιτάρια, προκάλεσε οργή. Είναι αναφορές σε παραισθησιογόνες ουσίες και μπορεί να διαφθείρουν τη νεολαία. Τα ίδια έπαθε και ο Χάξλευ με τις θύρες ενόρασης. Μόνο που αυτός ήταν πιο προκλητικός. Εκθείαζε τη χρήση της μεσκαλίνης ανοιχτά. Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε πώς όσο συντηρητική και αν ήταν η Βικτωριανή Αγγλία, η χρήση του οπίου την εποχή του Κάρολ, ήταν επιτρεπτή και ευρέως διαδεδομένη. Άλλωστε ήταν μια φθηνά εισαγόμενη ουσία, που ερχόταν από τις καταπιεζόμενες αποικίες της, και είχε ευεργετικότατα αποτελέσματα. Αποκοίμιζε και αποπροσανατόλιζε τον ναρκωμένο λαό. Γιατί λοιπόν να μην το επιτρέψει;
Υ.Γ: Στις φίλες φεμινίστριες. Ο Κάρολ σας αγαπά. Είναι από τους πρώτους που τοποθετεί στον πρωταγωνιστικό ρόλο ένα θηλυκό που διεκδικεί, πολεμά, κατηγορεί και αλλάζει τον κόσμο της. Σας στέλνει το μήνυμα της χειραφέτησης. Είστε έτοιμες να το δεχθείτε, ακόμα και 150 χρόνια μετά;
http://www.dubiumn.com
http://www.dubiumn.com
http://www.logiosermis.net/2015/01/blog-post_40.html#.VLqcT2AcRgU
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου