Powered By Blogger

16.11.12

Για την εξέγερση της 17 Νοέμβρη 1973...

by
του Γ. Χατζόπουλου
από το περιοδικό Άρδην, τ.17, Ιανουάριος 1998
Η προτεραιότητα των γεγονότων
H ε­πι­και­ρό­τη­τα ή το α­νε­πί­και­ρο της λο­γι­κής δια­δι­κα­σί­ας που σκο­πεύ­ει στην κα­τα­νό­η­ση της ση­μα­σί­ας των γε­γο­νό­των του πε­ρα­σμέ­νου Νο­έμ­βρη και στην ε­πι­σή­μαν­ση των δυ­να­το­τή­των ή των α­διε­ξό­δων, τα ο­ποί­α α­πο­κα­λύ­φτη­καν, κρί­νε­ται α­πό την ι­δε­ο­λο­γι­κή και ψυ­χι­κή κα­τά­στα­ση του κα­θε­νός. Υ­πάρ­χουν πράγ­μα­τι δια­θέ­σεις και άλ­λα συμ­φέ­ρο­ντα που υ­πο­χρε­ώ­νουν ά­το­μα ή σύ­νο­λα σε δια­φο­ρε­τι­κή στά­ση. Άλ­λοι αι­σθά­νο­νται την α­νά­γκη για μια γρή­γο­ρη και ε­ξαι­ρε­τι­κά βια­στι­κή ερ­μη­νεί­α των γε­γο­νό­των, προ­κει­μέ­νου να τα ευ­θυ­γραμ­μί­σουν προς τις προ­κα­τα­σκευα­σμέ­νες πο­λι­τι­κές τους α­πό­ψεις κι έ­τσι να δια­τη­ρή­σουν ά­θι­κτη την προ­σω­πι­κή τους ψυ­χι­κή ι­σορ­ρο­πί­α ή α­νέ­πα­φη την συ­νο­χή της ορ­γά­νω­σης-μη­χα­νι­σμού, την ο­ποί­α διευ­θύ­νουν ή στην ο­ποί­α υ­πο­τάσ­σο­νται: εί­ναι η πε­ρί­πτω­ση των κρα­τι­κών ορ­γά­νων (που πιέ­ζο­νται για να πλη­ρο­φο­ρή­σουν), ό­πως κι ε­κεί­νη των πο­λι­τι­κών σχη­μα­τι­σμών που αιφ­νι­διά­στη­καν τό­σο, που μό­νο με την α­πό­κρυ­ψη και την ε­θε­λο­τυ­φλί­α πα­ρη­γο­ρού­νται κι ελ­πί­ζουν. Α­ντί­θε­τα, άλ­λοι δεν βλέ­πουν την α­νά­γκη για έ­ξαρ­ση και ι­διαί­τε­ρη α­πα­σχό­λη­ση με τα ί­δια γε­γο­νό­τα, τα ο­ποί­α ό­σο απο­μα­κρύ­νο­νται α­πό το κέ­ντρο της πα­ρα­τή­ρη­σης τό­σο το κα­λύ­τε­ρο – υ­πάρ­χει έ­τσι η ελ­πί­δα ό­τι τα πράγ­μα­τα θ’ α­κο­λου­θή­σουν τον δρό­μο τους ό­πως και πριν και ότι πα­ρο­δι­κή ή­ταν η α­να­κα­το­σού­ρα: εί­ναι η πε­ρί­πτω­ση των και­ρο­σκό­πων κά­θε α­πό­χρω­σης κι ό­σων εί­τε δεν τολ­μούν να α­να­συ­ντά­ξουν τον ε­αυ­τό τους εί­τε πα­ρα­δί­δο­νται και πα­θη­τι­κά ε­ναρ­μο­νί­ζο­νται με το κά­θε αύ­ριο. Και οι, χο­ντρι­κά, δυο και α­ντί­θε­τες πα­ρα­πά­νω συ­μπε­ρι­φο­ρές (βια­στι­κή τα­κτο­ποί­η­ση- πα­ρα­μέ­λη­ση) έ­χουν τού­το το κοι­νό: υ­πο­τάσ­σουν το α­ντι­κει­με­νι­κό στο υ­πο­κει­με­νι­κό με την ελ­πί­δα πως θα γλυ­τώ­σουν α­πό τις συ­νέ­πειες. Α­νε­ξάρ­τη­τα ό­μως α­πό τις προσ­δο­κί­ες και τις αυ­τα­πά­τες των υ­πο­κει­μέ­νων τού­των των στά­σε­ων, εί­ναι βέ­βαιο ό­τι η α­να­στο­λή της δια­δι­κα­σί­ας για εμ­βά­θυν­ση στα γε­γο­νό­τα ή η με­μο­νω­μέ­νη και α­το­μι­κή ε­να­σχό­λη­ση συ­νε­πά­γε­ται, με την πά­ρο­δο του χρό­νου, το λι­γό­στε­μα ή και την ε­ξα­φά­νι­ση ο­ρι­σμέ­νων δυ­να­το­τή­των. Δη­λα­δή, η κα­τα­νό­η­ση των γε­γο­νό­των και η πο­λι­τι­κή, η­θι­κή και ι­δε­ο­λο­γι­κή α­πό­στα­ξή τους εί­ναι έρ­γο των συ­νει­δή­σε­ων ε­κεί­νων, που, χω­ρίς να ξε­περ­νούν τους κα­θο­ρι­σμούς της ε­πο­χής, μπο­ρούν, μέ­σα α­πό γε­γο­νό­τα που χω­ρο­ποιούν τον χρό­νο, να κα­τα­λά­βουν το χτες και να υ­πο­ψια­στούν το αύ­ριο. Γε­νι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση γι αυ­τό εί­ναι η α­να­γνώ­ρι­ση της προ­τε­ραιό­τη­τας των γε­γο­νό­των, η πα­ρα­δο­χή της συ­μπυ­κνω­μέ­νης κι ε­ξαι­ρε­τι­κής υ­φής τους, η έ­ντο­νη προ­σπά­θεια ν’ α­πο­φύ­γου­με τον ε­μπει­ρι­σμό χω­ρίς να βου­λιά­ξου­με στις γε­νι­κές και α­φη­ρη­μέ­νες α­λή­θειες. Η ε­ξα­σφά­λι­ση της προ­ϋ­πό­θε­σης αυ­τής εί­ναι μπο­ρε­τή μό­νο εφ’ ό­σον η συ­γκυ­ρί­α το ’φε­ρε έ­τσι, ώ­στε να μη μπο­ρού­με να η­συ­χά­σου­με πα­ρά με την α­να­κά­λυ­ψη και με την ε­ναρ­μό­νι­ση προς τον ρυθ­μό, δηλ. τον νέ­ο ρυθ­μό που α­πο­τύ­πω­σαν στις συ­νει­δή­σεις τα γε­γο­νό­τα.
Ο Νοέμβρης, εστιακός μήνας
Ο πε­ρα­σμέ­νος Νο­έμ­βρης έ­γι­νε ε­στια­κός πο­λι­τι­κός μή­νας. Κα­τά τη διάρ­κειά του συ­νέ­πε­σαν α­ντι­κει­με­νι­κές δια­δι­κα­σί­ες και δια­σταυ­ρώ­θη­καν ρεύ­μα­τα που μέ­χρι τό­τε κι­νού­νταν σε δια­φο­ρε­τι­κά και σχε­τι­κά α­νε­ξάρ­τη­τα ε­πί­πε­δα. Τον ί­διο και­ρό α­να­πτύ­χθη­καν πρω­το­βου­λί­ες και προ­κλή­θη­καν διερ­γα­σί­ες που εί­ναι α­δύ­να­τη η ε­κτί­μη­σή τους. Ο κοι­νω­νι­κά πιο με­στός α­πό την ε­πο­χή της α­πε­λευ­θέ­ρω­σης τού­τος μή­νας α­πό­κτη­σε τη φυ­σιο­γνω­μί­α του στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο, για­τί ε­κεί συ­ντε­λέ­στη­κε η δια­σταύ­ρω­ση και το ξε­πέ­ρα­σμα των ε­πι­μέ­ρους, των ποσο­τι­κών με­γε­θών. Αυ­τό εί­ναι τό­σο α­ναμ­φι­σβή­τη­το ό­σο προ­βλη­μα­τι­κή εί­ναι η φυ­σιο­γνω­μί­α της νέ­ας ποιό­τη­τας. Η κο­ρύ­φω­ση-Πο­λυ­τε­χνεί­ο α­πο­τε­λεί στρό­βι­λο στο ξέ­σπα­σμα του ο­ποί­ου συμ­βά­λα­νε πολ­λά ρεύ­μα­τα, εί­ναι το ε­πι­στέ­γα­σμα μιας ο­λό­τη­τας πολ­λών α­ντι­θε­τι­κών, νέ­ων και πα­λαιών, γνη­σί­ων και πλα­στών πα­ρα­γό­ντων και κα­τα­στά­σε­ων. Αν εί­ναι έ­τσι, τό­τε χρειά­ζε­ται προ­σε­κτι­κή με­λέ­τη των σχέ­σε­ων και των δια­δι­κα­σιών και τολ­μη­ρή σύν­δε­ση των ε­ξω­τε­ρι­κά ά­σχε­των φαι­νο­μέ­νων, για να κα­τα­νο­ή­σου­με το συ­ντε­λε­σμέ­νο ό­λο και να ση­μειώ­σου­με τις τά­σεις και τις ρο­πές που πε­ριέ­χει. Α­σφα­λώς δεν θα’ ναι χρή­σι­μη η α­ντί­λη­ψη που υ­πο­τι­μά­ει τον κα­θο­ρι­στι­κό ρό­λο των γε­νι­κών κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων και αλ­λη­λου­χιών, για­τί μο­νά­χα έ­τσι μπο­ρεί να δώ­σει υ­πό­στα­ση και να α­παι­τή­σει α­να­γνώ­ρι­ση για τη δρα­στη­ριό­τη­τα α­τό­μων ή κύ­κλων. Πα­ρό­μοια, κά­θε α­πο­λο­γη­τι­κή, δηλ. ο­ποια­δή­πο­τε προ­σέγ­γι­ση με έ­τοι­μα και «α­ντι­κει­με­νι­κά» γε­νι­κά συ­μπε­ρά­σμα­τα, δεν α­πο­κλεί­ε­ται να κά­νει χρή­σι­μες πα­ρα­τη­ρή­σεις, αλ­λά δεν έ­χει κα­μιά πι­θα­νό­τη­τα να συλ­λά­βει τον ρυθ­μό και την ι­διο­μορ­φί­α του συ­νό­λου. Ο Νο­έμ­βριος συ­γκε­φα­λαιώ­νει, υ­πό ε­ξαι­ρε­τι­κές συν­θή­κες, τις βα­σι­κές α­ντι­θέ­σεις του ε­θνι­κού χώ­ρου, ε­νώ το Πο­λυ­τε­χνεί­ο με­τα­σχη­μα­τί­ζει σε συ­νεί­δη­ση και πρω­το­βου­λί­α, δηλ. με­τα­στοι­χειώ­νει πο­λι­τι­κά κι αν­θρώ­πι­να τα τυ­φλά κοι­νω­νι­κά με­γέ­θη. Το Πο­λυ­τε­χνεί­ο, έ­νας τό­πος που έ­γι­νε ο­ρό­ση­μο του χρό­νου, αρ­μέ­γει και σπέρ­νει ταυ­τό­χρο­να, εί­ναι τέρ­μα και ξε­κί­νη­μα. Αν θε­λή­σου­με να ο­νο­μα­τί­σου­με το πε­ριε­χό­με­νο του Νο­έμ­βρη, που α­πο­τε­λεί η­με­ρο­μη­νια­κά το φό­ντο και την ά­με­ση προ­έ­κτα­ση της λα­ϊ­κής ε­ξέ­γερ­σης της 17ης, θα βρού­με: α) την ε­πί­ση­μη α­να­γνώ­ρι­ση του α­κα­τά­σχε­του πλη­θω­ρι­σμού με την α­νοι­χτή α­να­κοί­νω­ση για αύ­ξη­ση της τι­μής των υ­γρών καυ­σί­μων, β) τα ε­πει­σό­δια κα­τά το μνη­μό­συ­νο του Γ. Πα­παν­δρέ­ου και την δί­κη που α­κο­λού­θη­σε, γ) το α­διέ­ξο­δο στο πρώ­το στά­διο του πο­λι­τι­κού πα­ζα­ριού και την α­να­κοί­νω­ση για το ά­νοιγ­μα της δεύ­τε­ρης φά­σης – συ­νέ­ντευ­ξη Μαρ­κε­ζί­νη, δ) την κα­τά­λη­ψη του Πο­λυ­τε­χνεί­ου α­πό φοι­τη­τές, στους ο­ποί­ους προ­σχώ­ρη­σαν μα­θη­τές και νέ­οι ερ­γά­τες, και το κά­λε­σμα του λα­ού σ’ ε­ξέ­γερ­ση, ε) την κυ­ριάρ­χη­ση των λα­ϊ­κών μα­ζών για 24 πε­ρί­που ώ­ρες σε με­γά­λο τμή­μα της Α­θή­νας, στ) την κή­ρυ­ξη και πά­λι του στρα­τιω­τι­κού νό­μου και το α­νη­λε­ές έ­νο­πλο κα­τα­σταλ­τι­κό χτύ­πη­μα των δια­δη­λω­τών, ζ) το πρα­ξι­κό­πη­μα της 25ης και την α­να­τρο­πή των Πα­πα­δό­που­λου-Μαρ­κε­ζί­νη με τη δια­τή­ρη­ση του στρα­τιω­τι­κού νό­μου.
Οι μεγάλες αντιθέσεις της περιόδου
Και η α­πλή α­πα­ρίθ­μη­ση των γε­γο­νό­των υ­πο­ψιά­ζει για το ξέ­σπα­σμα την πε­ρί­ο­δο αυ­τή πολ­λών α­ντι­θέ­σε­ων της δη­μό­σιας ζω­ής. Πρώ­το: εί­ναι η α­ντί­θε­ση του συ­νό­λου των λα­ϊ­κών και μι­κρο­α­στι­κών στρω­μά­των, ι­δί­ως των πό­λε­ων, προς τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα και τους φο­ρείς της κυ­βερ­νη­τι­κής οι­κο­νο­μι­κής πο­λι­τι­κής. Ο λα­ός αι­σθά­νε­ται, α­πό την αρ­χή του 1973 ή­δη, την α­ό­ρα­τη α­πει­λή του πλη­θω­ρι­σμού και α­νη­συ­χεί φο­βού­με­νος ό­τι θα πλη­ρώ­σει ο ί­διος τα μα­ζε­μέ­να α­διέ­ξο­δα, χά­νο­ντας τις ως τα χτες στα­θε­ρές κα­τα­να­λω­τι­κές α­νέ­σεις του. Η α­νη­συ­χί­α τού­τη τον ευαι­σθη­το­ποιεί και πο­λι­τι­κά. Δεύ­τε­ρο: εί­ναι η ε­νερ­γή α­ντί­θε­ση της νε­ο­λαί­ας ε­νά­ντια στις δια­δι­κα­σί­ες κοι­νο­βου­λευ­τι­κού μα­σκα­ρέ­μα­τος του πο­λι­τι­κού ε­ξαν­δρα­πο­δι­σμού που την χει­ρα­φε­τεί α­πό ά­νι­σες ε­πιρ­ρο­ές εν­δια­μέ­σων και­ρο­σκο­πι­κών πο­λι­τι­κών τέ­ως κομ­μά­των. Τρί­το: εί­ναι η α­ντί­θε­ση των φοι­τη­τών προς το κρα­τούν σύ­στη­μα σχέ­σε­ων στα πα­νε­πι­στή­μια και στην ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νί­α γε­νι­κό­τε­ρα και η τα­χύ­τα­τη ε­πα­να­στα­τι­κο­ποί­η­ση του φοι­τη­τι­κού κι­νή­μα­τος. Τέ­ταρ­το: εί­ναι οι α­ντι­θέ­σεις α­νά­με­σα στον Πα­πα­δό­που­λο και το Μη­χα­νι­σμό του και στις α­ντι­στα­σια­ζό­με­νες (κοι­νο­βου­λευ­τι­κώς και φι­λο­συμ­μα­χι­κώς) προ­σω­πι­κό­τη­τες και ορ­γα­νώ­σεις. Η πα­ρα­τε­τα­μέ­νη α­κι­νη­σί­α των «χρο­νο­δια­γραμ­μά­των» κο­κά­λω­σε την ο­ξύ­τη­τα των α­ντι­θέ­σε­ων τού­των με α­πο­τέ­λε­σμα την έλ­λει­ψη της α­να­γκαί­ας ευ­λυ­γι­σί­ας και ε­τοι­μό­τη­τας. Πέ­μπτο: εί­ναι η α­ντί­θε­ση ο­μο­γε­νών και α­ντα­γω­νι­ζο­μέ­νων ο­μά­δων στρα­τιω­τι­κών προς την προ­σω­πι­κή πο­λι­τι­κή προ­ο­πτι­κή που οι­κο­δο­μεί ο Πα­πα­δό­που­λος με τα «πο­λι­τι­κά» και «δη­μο­κρα­τι­κά» α­νοίγ­μα­τα με­τά το δη­μο­ψή­φι­σμα. Αυ­τές εί­ναι οι βα­σι­κές α­ντι­θέ­σεις πρώ­του ε­πι­πέ­δου της πε­ριό­δου. Ού­τε λό­γος ό­τι αυ­τές συ­μπλη­ρώ­νο­νται α­πό α­πει­ρά­ριθ­μες άλ­λες μι­κρό­τε­ρες (π.χ. α­ντι­θέ­σεις α­νά­με­σα τους πα­πα­δο­που­λι­κούς: Μα­κα­ρέ­ζος, ή α­νά­με­σα στις διά­φο­ρες πτέ­ρυ­γες της εκ­κλη­σια­στι­κής ιε­ραρ­χί­ας κ.λ.π).H ε­πι­λο­γή γί­νε­ται ε­πει­δή α­να­γνω­ρί­ζε­ται ό­τι οι α­ντι­θέ­σεις τού­τες λει­τουρ­γούν ά­με­σα και εί­ναι α­πο­τυ­πω­μέ­νες στα γε­γο­νό­τα του Νο­εμ­βρί­ου. Ε­πί­σης χρειά­ζε­ται να υ­πο­μνη­σθεί ό­τι οι πα­ρα­πά­νω α­ντι­θέ­σεις εκ­δη­λώ­νο­νται σ’ έ­να σύ­στη­μα κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων, το ο­ποί­ο αυ­λα­κώ­νε­ται α­πό άλ­λες βα­θύ­τε­ρες και χο­ντρύ­τε­ρες α­ντι­θέ­σεις, ό­τι δη­λα­δή υ­φαί­νουν πά­νω στον καμ­βά άλ­λων α­ντι­θέ­σε­ων, ό­τι α­ντα­να­κλούν άλ­λες και πε­ριέ­χο­νται σε άλ­λες. Η ε­ξι­στό­ρη­ση της δια­μόρ­φω­σης και των στα­δί­ων της κά­θε μιας α­πό τις ο­νο­μα­σθεί­σες α­ντι­θέ­σεις ού­τε δυ­να­τή εί­ναι προς το πα­ρόν ού­τε ε­ντε­λώς α­πα­ραί­τη­τη για τη κα­τα­νό­η­ση του ρυθ­μού των γε­γο­νό­των τού­των και των συ­νε­πειών τους. Αρ­κεί να ση­μειώ­σου­με σο­βα­ρά την κύ­ρια α­ντί­θε­ση, που δεν μπο­ρεί να’ ναι άλ­λη α­πό κεί­νη που α) έ­χει δρα­στι­κό­τε­ρο χα­ρα­κτή­ρα, β)έ­χει τη με­γα­λύ­τε­ρη διάρ­κεια, γ) δεν χά­νει τα στα­θε­ρά της γνω­ρί­σμα­τα, δ) δεν α­φο­μοιώ­νε­ται μέ­σα σ’ άλ­λες- το α­ντί­στρο­φο, ε) λει­τουρ­γεί δια­πλα­στι­κά και στ) πρώ­τη τρο­φο­δο­τεί την πρω­το­βου­λί­α. Εί­ναι φα­νε­ρό πως α­πό τις πέ­ντε α­ντι­θέ­σεις της πε­ριό­δου, η α­ντί­θε­ση α­νά­με­σα στον φοι­τη­τι­κό ρι­ζο­σπα­στι­σμό α­πό τη μια και στις σχέ­σεις, τους θε­σμούς και τους εκ­προ­σώ­πους του κα­θε­στώ­τος της ε­πτα­ε­τί­ας α­πό την άλ­λη, εί­ναι η θερ­μό­τε­ρη και πάνω της κα­θρε­φτί­ζο­νται διά­φο­ρες άλ­λες. Ε­πει­δή α­κρι­βώς αυ­τή η α­ντί­θε­ση ή­ταν η κυ­ρί­αρ­χη, γι’ αυ­τό έ­νας τό­πος σπου­δα­στι­κός με­τα­τρά­πη­κε σε συ­μπυ­κνω­τή και σύμ­βο­λο του γε­νι­κό­τε­ρου α­γώ­να, και με τις δια­δι­κα­σί­ες που συ­ντε­λέ­στη­καν ε­κεί και τις ζυ­μώ­σεις που α­κο­λού­θη­σαν, κα­θό­ρι­σε ο φοι­τη­τι­κός πα­ρά­γο­ντας το πε­ριε­χό­με­νο των ε­ξε­λί­ξε­ων και την κα­τεύ­θυν­ση των α­να­ζη­τή­σε­ων.
Οι διαδικασίες και το αυθόρμητο
Το Πο­λυ­τε­χνεί­ο και οι μέ­ρες που το α­κο­λού­θη­σαν άλ­λα­ξαν ο­λο­σχε­ρώς το πο­λι­τι­κό κλί­μα και έ­θε­σαν σε κί­νη­ση μη­χα­νι­σμούς και δια­δι­κα­σί­ες α­πρό­βλε­πτες. Η πρώ­τη α­να­γκαί­α πα­ρα­δο­χή εί­ναι η α­να­γνώ­ρι­ση του αυ­θόρ­μη­του χα­ρα­κτή­ρα των γε­γο­νό­των. Πράγ­μα­τι, το σύ­νο­λο των πρω­το­βου­λιών που εκ­δη­λώ­θη­καν κα­τά την διάρ­κεια των γε­γο­νό­των λο­γο­δο­τού­σε α­πο­κλει­στι­κά στις δια­θέ­σεις των πρω­τα­γω­νι­στών και στις κα­τα­στά­σεις που α­ντι­με­τώ­πι­ζαν. Δηλ. το α­νοι­χτό ξέ­σπα­σμα της α­ντί­θε­σης των φοι­τη­τών με το κα­θε­στώς δεν βρέ­θη­κε σε υ­πη­ρε­τι­κή σχέση προς άλ­λους α­ντι­πά­λους του Πα­πα­δό­που­λου, εί­τε δε­ξιούς εί­τε α­ρι­στε­ρούς. Η α­να­γνώ­ρι­ση του αυθόρμητου της ε­ξέ­γερ­σης δεν ση­μαί­νει κα­τα­λο­γι­σμό α­δυ­να­μί­ας ού­τε άρ­νη­ση της ύ­παρ­ξης πο­λι­τι­κής συ­νεί­δη­σης στα ά­το­μα που έ­δω­σαν τη δρα­στη­ριό­τη­τα, την υ­γεί­α ή και τη ζω­ή τους υ­πη­ρε­τώ­ντας τα ι­δα­νι­κά τους. Α­πλά ση­μαί­νει πως πρέ­πει να ση­μειώ­σου­με το γε­γο­νός, ό­τι και οι πρω­τα­γω­νι­στές α­κό­μα των πιο συ­νει­δη­τών πρω­το­βου­λιών δεν μπό­ρε­σαν να κα­τα­λά­βουν εκ των προ­τέ­ρων την κρι­σι­μό­τη­τά τους ού­τε πρό­βλε­ψαν τις α­λυ­σι­δω­τές συ­νέ­πειες τους. Δια­τυ­πώ­νο­ντας δια­φο­ρε­τι­κά τη σκέ­ψη, θα λέ­γα­με ό­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο η διαί­σθη­ση, δη­λα­δή ο αυ­τό­μα­τος συ­ντο­νι­σμός των αι­σθη­μά­των α­πό ποι­κί­λους ε­ρε­θι­σμούς, πα­ρά η λο­γι­κή και ο πο­λι­τι­κός υ­πο­λο­γι­σμός κί­νη­σαν το πλή­θος. Η άρ­νη­ση του στοι­χεί­ου τού­του α­πο­τε­λεί τον ό­ρο για το ξε­στρά­τι­σμα της προ­σπά­θειας να συλ­λη­φθεί το βά­θος της πρω­το­βου­λί­ας και να φτά­σου­με στα σχε­τι­κά συ­μπε­ρά­σμα­τα. Οι πιο δια­φο­ρε­τι­κές, και ε­χθρι­κές α­κό­μα με­τα­ξύ τους, πο­λι­τι­κές σκο­πι­μό­τη­τες συ­μπί­πτουν στο ση­μεί­ο τού­το. Άλ­λοι για να τρο­μά­ξουν με τη μυ­θο­λο­γί­α των υ­πο­κι­νη­τών (προ­βο­κά­το­ρες των μυ­στι­κών υ­πη­ρε­σιών, πρά­κτο­ρες των πα­ρα­νό­μων διε­θνών α­ναρ­χι­κών ο­μά­δων κ.α) κι άλ­λοι για να θρέ­ψουν τον αυ­τά­ρε­σκο υ­πο­κει­με­νι­σμό τους και να αι­σθαν­θούν ως ι­στο­ρι­κοί μο­χλοί, αρ­νού­νται ά­με­σα ή πα­ρα­με­ρί­ζουν στη σκιά το πρω­ταρ­χι­κό τού­το γνώ­ρι­σμα. Για­τί, πραγ­μα­τι­κά, αν δεν νο­θευ­τεί με τη δαι­μο­νο­λο­γί­α ή αν δεν ε­κτρα­πεί στην πε­πα­τη­μέ­νη, ο στο­χα­σμός για τα γε­γο­νό­τα ο­δη­γεί στην αυ­θε­ντι­κή σύλ­λη­ψη των στοι­χεί­ων που ε­γκυ­μο­νούν μια νέ­α, δια­φο­ρε­τι­κή α­πό τις κρα­τού­σες και τις πα­ρα­δο­σια­κές, πο­λι­τι­κή συ­νεί­δη­ση. Ε­πει­δή η αυ­τό­μα­τη κί­νη­ση κά­νει φα­νε­ρή την αυ­θε­ντι­κή, ώ­ρι­μη ό­σο και α­σα­φή πο­λιτι­κή τά­ση που ξε­πη­δά­ει στοι­χεια­κά μέ­σα α­πό τα γε­γο­νό­τα.
Η πρωτοβουλία σε άλλα χέρια
Η ση­μα­σί­α των η­με­ρών του Πο­λυ­τε­χνεί­ου εί­ναι σει­σμι­κή για τις κα­τε­στη­μέ­νες με­τα­πο­λε­μι­κά στην Ελ­λά­δα πο­λι­τι­κές σχέ­σεις και ση­μειώ­νει την αρ­χή για το νέ­ο ξε­κί­νη­μα του α­γώ­να για την ε­λευ­θε­ρί­α, την α­νε­ξαρ­τη­σί­α και το δί­κιο. Για πρώ­τη φο­ρά με­τά την α­πε­λευ­θέ­ρω­ση ο ί­διος ο λα­ός α­φαι­ρεί την πρω­το­βου­λί­α α­πό τα όρ­γα­να του συ­στή­μα­τος και πρω­τα­γω­νί­ζε­ται για τον κα­θο­ρι­σμό της τύ­χης του. Για πρώ­τη φο­ρά και σε τέ­τοια έ­κτα­ση αρ­νεί­ται να γί­νει όρ­γα­νο για την προ­α­γω­γή ε­πι­διώ­ξε­ων των δια­φό­ρων ο­μά­δων της πο­λι­τι­κής μη­χα­νής. Για πρώ­τη φο­ρά α­ντι­στρέ­φε­ται η σχέ­ση λα­ού α­πό τη μια και κρα­τι­κών ορ­γά­νων ή πο­λι­τι­κών ε­λίτ α­πό την άλ­λη, με α­πο­τέ­λε­σμα να πέ­σουν στην α­βου­λί­α και στη σύγ­χυ­ση και να υ­πο­χρε­ω­θούν στη συμ­μόρ­φω­ση με την γε­νι­κή κα­τεύ­θυν­ση της πρω­το­βου­λί­ας. Έ­τσι βλέ­που­με τους «πο­λι­τι­κούς» να τί­θε­νται αλ­λη­λέγ­γυοι με τους έ­γκλει­στους και να μην α­πο­δο­κι­μά­ζουν γε­γο­νό­τα που δεν ε­γκρί­νουν και τους α­ξιω­μα­τι­κούς να πα­ρα­με­ρί­ζουν τον Πα­πα­δό­που­λο, τα­γό και σύμ­βο­λο των πο­λι­τι­κών κι ε­παγ­γελ­μα­τι­κών ε­πι­διώ­ξε­ών τους. Για τον ί­διο λό­γο οι πρω­τα­γω­νι­στές των γε­γο­νό­των φοι­τη­τές συ­γκε­ντρώ­νουν τη γε­νι­κή ε­μπι­στο­σύ­νη και τις λα­ϊ­κές προσ­δο­κί­ες. Πρό­κει­ται δη­λα­δή για αλ­λα­γή ποιο­τι­κής τά­ξης που βρί­σκει α­προ­ε­τοί­μα­στους και συ­νε­πώς αιφ­νι­διά­ζει τό­σο τους μη­χα­νι­σμούς του κοι­νο­βου­λευ­τι­κού παι­χνι­διού ό­σο και το σύ­στη­μα προ­στα­σί­ας του κα­θε­στώ­τος της ε­πτα­ε­τί­ας.
Συγκριτική σημασιολόγηση
Η α­πή­χη­ση των γε­γο­νό­των εί­ναι τέ­τοια που τα το­πο­θε­τεί στην κο­ρυ­φή των με­τα­πο­λε­μι­κών λα­ϊ­κών α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κών α­πο­πει­ρών στην Ευ­ρώ­πη. Έ­τσι κα­τα­στρέ­φε­ται ο­λο­κλη­ρω­τι­κά η α­ντί­λη­ψη πως οι αλ­λα­γές των τε­λευ­ταί­ων δε­κα­ε­τιών (με­τα­νά­στευ­ση, του­ρι­σμός) άλ­λα­ξαν τά­χα τον φι­λε­λεύ­θε­ρο και α­νυ­πό­τα­κτο χα­ρα­κτή­ρα του σύγ­χρο­νου Έλ­λη­να (σε α­ντί­θε­ση με κεί­νον της Α­ντί­στα­σης) και τον με­τέ­τρε­ψαν σε βο­λι­κό χει­ρα­γω­γού­με­νο κι εύ­πλα­στο βο­λε­ψί­α. Τα γε­γο­νό­τα υ­πο­χρε­ώ­νουν πράγ­μα­τι στην α­πο­κα­τά­στα­ση συ­νει­δη­τής σχέ­σης με την ι­στο­ρί­α των ε­θνι­κών και λα­ϊ­κών α­γώ­νων και στον πα­ρα­με­ρι­σμό ό­λων των ε­πι­φα­νεια­κών και βια­στι­κών γε­νι­κεύ­σε­ων, τις ο­ποί­ες έ­θρε­ψε για με­γά­λο διά­στη­μα ο και­ρο­σκο­πι­σμός των δια­νο­ου­μέ­νων και η άμ­βλυν­ση των συ­νει­δή­σε­ων. Το κυ­ριό­τε­ρο εί­ναι ό­τι η νε­ο­λαί­α σή­με­ρα συν­δέ­ε­ται προ­σω­πι­κά και ά­με­σα με τα μύ­χια της ε­θνι­κής και λα­ϊ­κής ψυ­χής πα­ρα­με­ρί­ζο­ντας ταυ­τό­χρο­να τα αι­σθή­μα­τα α­να­ξιό­τη­τας κι ε­νο­χής ή ε­κεί­να της ήτ­τας και του πα­νι­κού τα ο­ποί­α κου­βα­λά­νε οι με­γα­λύ­τε­ρες η­λι­κί­ες: ιε­ρό ο­λο­καύ­τω­μα.
Η καταλυτική επενέργεια
Η ε­ξέ­γερ­ση της νε­ο­λαί­ας δο­κί­μα­σε ό­λες τις κα­τε­στη­μέ­νες ε­νό­τη­τες συμ­φε­ρό­ντων, ό­λα τα συ­στή­μα­τα των κυ­ρί­αρ­χων σχέ­σε­ων, ό­λες τις ο­μά­δες προ­σώ­πων με κοι­νω­νι­κό χα­ρα­κτή­ρα. Ο παλ­μός της πρω­το­βου­λί­ας έ­τρω­σε και δια­τά­ρα­ξε αρ­κε­τές ι­σορ­ρο­πί­ες του ε­θνι­κού και πο­λι­τι­κού status quo. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: α) οι νε­ο­πα­γείς πο­λι­τι­κές σχέ­σεις της « με­τα­πο­λί­τευ­σης» και των α­ντι­πο­λι­τευο­μέ­νων κα­τα­στρά­φη­καν ο­λο­κλη­ρω­τι­κά με συ­νέ­πεια οι μεν να α­πο­μα­κρυν­θούν ο­ρι­στι­κά α­πό την κα­το­χή της ε­ξου­σί­ας οι δε άλ­λοι να χά­σουν κά­θε πι­θα­νό­τη­τα πο­λι­τι­κής πρω­το­βου­λί­ας και να πέ­σουν σε φο­βε­ρή ε­σω­τε­ρι­κή κρί­ση, β) η κρα­τι­κή ε­νό­τη­τα θρυμ­μα­τί­στη­κε με τη συ­νε­χή κα­τά­λυ­ση και τον α­να­σχη­μα­τι­σμό της νο­μι­μό­τη­τας, με την α­που­σί­α συ­ντο­νι­σμού και την πα­ρά­λυ­ση στη λει­τουρ­γί­α των βα­σι­κών ορ­γά­νων, με την ε­πι­κρά­τη­ση της νο­ο­τρο­πί­ας του α­νε­ξέ­λε­γκτου, γ) η ε­νό­τη­τα των στε­λε­χών του στρα­τεύ­μα­τος α­πο­τε­λεί α­νά­μνη­ση, ε­πει­δή ναι μεν οι α­ξιω­μα­τι­κοί α­νέ­λα­βαν πο­λι­τι­κή πρω­το­βου­λί­α αλ­λά σε τού­το υ­πο­χρε­ώ­θη­καν α­πό τα γε­γο­νό­τα χω­ρίς φυ­σι­κά να εί­ναι έ­τοι­μοι- κι έ­τσι ο­δη­γή­θη­καν στην α­τέρ­μο­νη δια­δι­κα­σί­α των δια­σπά­σε­ων και ε­πα­να­δια­σπά­σε­ων, δ) η ε­νό­τη­τα των σχέ­σε­ων της ε­ξου­σί­ας με τους Ευ­ρω­παί­ους και τους Α­με­ρι­κα­νούς κη­δε­μό­νες γνω­ρί­ζουν ε­πί­σης τις συ­νέ­πειες, ε) τέ­λος, α­κό­μη και οι «προ­σω­πι­κές» σχέ­σεις των αν­θρώ­πων υ­φί­στα­νται τη δο­κι­μα­σί­α, ε­ξαι­τί­ας των ποι­κί­λων η­θι­κών και ψυ­χο­λο­γι­κών προ­βλη­μά­των στα ο­ποί­α με­τα­στοι­χειώ­θη­κε το γε­γο­νός.
Η εξέγερση και ο περίγυρος
Το Πο­λυ­τε­χνεί­ο και οι μέ­ρες που το α­κο­λού­θη­σαν δη­μιούρ­γη­σε γε­γο­νό­τα και πραγ­μα­τι­κές κα­τα­στά­σεις που ε­πι­βά­λα­νε δια­φο­ρε­τι­κούς ρυθ­μούς ζω­ής στο κέ­ντρο της Α­θή­νας και α­να­στά­τω­σαν τις συ­νή­θειες και την πα­ντο­δυ­να­μί­α της ρου­τί­νας. Η ο­λο­έ­να και πιο ε­νερ­γή συ­μπα­ρά­στα­ση των πο­λι­τών τις πρώ­τες η­μέ­ρες της φοι­τη­τι­κής πρω­το­βου­λί­ας και η πρό­θυ­μη και ά­με­ση συμ­με­το­χή στις εκ­δη­λώ­σεις του Πο­λυ­τε­χνεί­ου μα­θη­τών και νέ­ων ερ­γα­ζο­μέ­νων εν­σαρ­κώ­νουν τις λα­ϊ­κές δια­θέ­σεις και υ­λο­ποιούν τον ε­πα­να­στα­τι­κό ρι­ζο­σπα­στι­σμό της νε­ο­λαί­ας. Η έ­νο­πλη ε­πέμ­βα­ση ε­να­ντί­ον των ε­γκλεί­στων με­τέ­τρε­ψε τις εκ­δη­λώ­σεις σε κα­θα­ρά ε­πα­να­στα­τι­κά γε­γο­νό­τα και προ­κά­λε­σε σει­ρά πρω­το­γε­νών α­ντι­δρά­σε­ων. Μέ­σα στις εκ­δη­λώ­σεις του Πο­λυ­τε­χνεί­ου και των η­με­ρών που το α­κο­λού­θη­σαν υ­πάρ­χουν συ­μπυ­κνω­μέ­νες οι δυ­να­τό­τη­τες και τα κε­νά της πρω­το­βου­λί­ας των νέ­ων κα­θώς και τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της αυ­θόρ­μη­της λα­ϊ­κής ε­ξέ­γερ­σης. Τα ί­δια γε­γο­νό­τα α­πο­δει­κνύ­ουν την α­στά­θεια των μη­χα­νι­σμών της ε­ξου­σί­ας και το α­διέ­ξο­δο της ί­διας. Οι πα­ρα­στά­σεις που κου­βα­λά­ει μα­ζί του το πλή­θος που πρω­τα­γω­νί­στη­σε σ’ αυ­τά, κι α­κό­μα οι συ­σχε­τι­σμοί στους ο­ποί­ους υ­πο­χρε­ώ­νει το μυα­λό η φο­ρά των πραγ­μά­των, πλά­θουν τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του α­γω­νι­στή της αύ­ριον.
Η ιδιοτυπία της μορφής
Το Πο­λυ­τε­χνεί­ο ως μορ­φή α­νή­κει στις εκ­δη­λώ­σεις ε­κεί­νες της α­νοι­κτής ε­ξέ­γερ­σης κα­τά της ε­ξου­σί­ας, που ε­πι­διώ­κουν εί­τε την υ­πο­γράμ­μι­ση κά­ποιου αι­τή­μα­τος, εί­τε την ε­πί­δει­ξη δύ­να­μης, εί­τε την κή­ρυ­ξη της γε­νι­κής α­νυ­πα­κο­ής και την α­να­τρο­πή της ε­ξου­σί­ας. Οι κα­τα­λή­ψεις των δη­μο­σί­ων κτη­ρί­ων ή των πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων α­πο­τε­λούν τον πιο δρα­στι­κό τρό­πο δια­μαρ­τυ­ρί­ας και θε­ω­ρού­νται α­μι­γή ε­πα­να­στα­τι­κά φαι­νό­με­να. Στη με­τα­πο­λε­μι­κή Ελ­λά­δα, η μορ­φή αυ­τή πά­λης εί­ναι σχε­τι­κά ά­γνω­στη και τού­το ο­φεί­λε­ται κα­τά κύ­ριο λό­γο στην α­πή­χη­ση και τη γνω­στή α­πο­δο­χή των κα­νό­νων του κοι­νο­βου­λευ­τι­κού παι­χνι­διού α­πό κόμ­μα­τα και ορ­γα­νώ­σεις. (Μπο­ρού­με ν’ α­να­φέ­ρου­με μια μο­νά­χα ε­ξαί­ρε­ση: την κα­τά­λη­ψη του νο­μαρ­χια­κού με­γά­ρου στο Η­ρά­κλειο της Κρή­της α­πό τους ε­ξε­γερ­μέ­νους στα­φι­δο­πα­ρα­γω­γούς το 1962). Η α­περ­γί­α πεί­νας ή­ταν για ο­λό­κλη­ρη ι­στο­ρι­κή πε­ρί­ο­δο το α­κρό­τα­το ση­μεί­ο της δια­μαρ­τυ­ρί­ας. Διε­θνώς, η κα­τά­λη­ψη χρη­σι­μο­ποιεί­ται κα­τά κύ­ριο λό­γο α­πό το φοι­τη­τι­κό κί­νη­μα και τη νε­ο­λαί­α της αμ­φι­σβή­τη­σης κι ε­πι­διώ­κει τη με­τα­τρο­πή των πα­νε­πι­στη­μια­κών χώ­ρων σε τό­πους κοι­νής κι ε­λεύ­θε­ρης συμ­βί­ω­σης και σε βή­μα προ­βο­λής ει­κο­νο­κλα­στι­κών κι ε­πα­να­στα­τι­κών ι­δα­νι­κών. Τώρα, για πρώ­τη φο­ρά στη χώ­ρα η φοι­τη­τι­κή νε­ο­λαί­α ει­ση­γεί­ται, α­μέ­σως μό­λις της δί­νε­ται η ευ­και­ρί­α, την κα­τά­λη­ψη σαν το μέ­σο για την α­να­τρο­πή της δι­κτα­το­ρί­ας. Εί­ναι εν­δει­κτι­κό ό­τι στην κα­τά­λη­ψη δεν φτά­νει ύ­στε­ρα α­πό τη δια­δι­κα­σί­α που θα ε­ξα­ντλού­σε πρώ­τα γνω­στές μορ­φές πά­λης – α­πο­χή, α­περ­γί­ες, δια­δη­λώ­σεις, ε­κλο­γι­κές α­να­με­τρή­σεις. Τού­το δεί­χνει πως οι κοι­νω­νι­κές πιέ­σεις έ­χουν πά­ρει ε­κρη­κτι­κό χα­ρα­κτή­ρα και δεν τι­θα­σεύ­ο­νται με τις συ­νη­θι­σμέ­νες τε­χνι­κές. Η με­τά­πτω­ση α­πό την ή­ρε­μη α­δια­φο­ρί­α (για τη δια­μά­χη για τον έ­λεγ­χο των α­νυ­πό­λη­πτων φοι­τη­τι­κών συλ­λό­γων) στην ε­νερ­γή πρω­το­βου­λί­α της κα­τά­λη­ψης φα­νε­ρώ­νει την τα­χύ­τη­τα των συ­νει­δη­το­ποι­ή­σε­ων, που με­τα­τρέ­πει σε φιά­σκο τις α­πό­πει­ρες χει­ρα­γώ­γη­σης. Και ε­νώ η πρώ­τη κα­τά­λη­ψη- της Νο­μι­κής – για συ­γκε­κρι­μέ­νους λό­γους έ­χει το γνώ­ρι­σμα της προ­κλη­τι­κής δια­μαρ­τυ­ρί­ας (με γε­νι­κά συν­θή­μα­τα- αι­τή­μα­τα), η δεύ­τε­ρη ε­ξε­λίσ­σε­ται σε α­νυ­πα­κο­ή, σε έ­παλ­ξη και κι­νη­τή­ρα της λα­ϊ­κής ε­ξέ­γερ­σης (με προ­στα­κτι­κή και λα­ϊ­κο­ρι­ζο­σπα­στι­κή συν­θη­μα­το­λο­γί­α).
Η περιφρούρηση απ’ έξω
Η πά­λη για την προ­στα­σί­α του Πο­λυ­τε­χνεί­ου ο­δή­γη­σε σ’ έ­να πε­ρί­πλο­κο σχη­μα­τι­σμό, σε μια πε­ρί­ερ­γη διά­τα­ξη των α­ντι­πά­λων δυ­νά­με­ων στους χώ­ρους γύ­ρω και πέ­ρα α­πό το Πο­λυ­τε­χνεί­ο και σ’ εκ­δή­λω­ση πρω­το­βου­λιών α­ξιο­πα­ρα­τή­ρη­των. Η ε­φευ­ρε­τι­κό­τη­τα του ε­ξε­γερ­μέ­νου πλή­θους α­πό τη μια προ­κά­λε­σε α­ντι­πε­ρι­σπα­σμό στις α­στυ­νο­μι­κές δυ­νά­μεις με τις α­πό­πει­ρες κα­τά­λη­ψης άλ­λων δη­μο­σί­ων κτη­ρί­ων και α­πό την άλ­λη δη­μιούρ­γη­σε τον με­γά­λο προ­στα­τευ­τι­κό κλοιό γύ­ρω α­πό τις δυ­νά­μεις ε­πέμ­βα­σης. Δεν πρέ­πει να δια­φύ­γει της προ­σο­χής ο ρό­λος που έ­παι­ξε η διά­τα­ξη τού­τη στην προ­στα­σί­α των έ­γκλει­στων και στην α­πο­τρο­πή γε­νι­κής σφα­γής τους.
Η δημοκρατία από τα κάτω
Γε­νι­κό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της ε­σω­τε­ρι­κής ζω­ής κα­τά την κα­τά­λη­ψη εί­ναι η πλή­ρης ε­πι­βο­λή της δη­μο­κρα­τί­ας των ε­γκλεί­στων μα­ζών. Το γε­γο­νός αυ­τό εί­χε τις ε­ξής συ­νέ­πειες: α) την ε­λεύ­θε­ρη και α­πρό­σκο­πτη έκ­φρα­ση του φρο­νή­μα­τος της νε­ο­λαί­ας: για πρώ­τη φο­ρά με­τά την κα­το­χή συ­μπί­πτουν στο ί­διο πρό­σω­πο οι ι­διό­τη­τες του συγ­γρα­φέ­α και του δια­νο­μέ­α των συν­θη­μά­των, του ε­μπνευ­στή και του ε­κτε­λε­στή, β) την κυ­ριαρ­χί­α της δι­κτα­το­ρί­ας των μα­ζών πά­νω σε εκ­προ­σώ­πους κι άλ­λα όρ­γα­να ε­ξου­σί­ας, με τη μορ­φή των διαρ­κών συ­ζη­τή­σε­ων και την α­ξιο­ποί­η­ση των συ­νε­λεύ­σε­ων. Οι α­πο­φά­σεις των συ­νε­λεύσ­ε­ων εί­ναι η πραγ­μα­τι­κή φω­νή των μα­ζών. Η πα­ρου­σί­α και λει­τουρ­γί­α των συ­νε­λεύ­σε­ων πα­ρα­λύ­ει τη τά­ση της κα­πη­λεί­ας και τη διά­θε­ση του πρα­ξι­κο­πη­μα­τι­σμού, γ) την ε­πι­κρά­τη­ση σχέ­σε­ων α­δελ­φι­κής αλ­λη­λεγ­γύ­ης και α­γω­νι­στι­κής συ­να­δέλ­φω­σης με βα­θύ­τα­τη α­πή­χη­ση στην ψυ­χο­λο­γί­α των ε­γκλεί­στων και στη δια­μόρ­φω­ση α­τμό­σφαι­ρας ψυ­χι­κής έ­νω­σης, δ) την ε­φέλ­κυ­ση και α­ντί­στρο­φη χρη­σι­μο­ποί­η­ση των ορ­γα­νω­μέ­νων και ψη­φο­θη­ρού­ντων πο­λι­τι­κών δυ­νά­με­ων, ε) τη γνω­ρι­μί­α α­νά­με­σα σε φοι­τη­τές, μα­θη­τές και νέ­ους ερ­γά­τες και το σβή­σι­μο των δια­φο­ρών α­πό την κοι­νή ι­διό­τη­τα του μα­χό­με­νου, στ) την καλ­λιέρ­γεια πνεύ­μα­τος πρω­το­βου­λί­ας και αι­σθή­μα­τος ευ­θύ­νης σε κά­θε ά­το­μο με α­πο­τέ­λε­σμα τη ζω­η­ρή κι εύ­τα­κτη δρα­στη­ριό­τη­τα, ζ) την ά­με­ση ε­πι­κοι­νω­νί­α με τους διερ­χό­με­νους πο­λί­τες και με τους α­κρο­α­τές του ρα­διο­φω­νι­κού σταθ­μού. με συ­νέ­πεια την ε­ξέ­λι­ξη της πο­λι­τι­κής προ­βλη­μα­τι­κής των νέ­ων.
Ο εσωτερικός συσχετισμός των δυνάμεων
Η πά­λη για τον έ­λεγ­χο των σω­μά­των (Συμ­βού­λιο, Ε­πι­τρο­πές) και για την κα­το­χή των ορ­γά­νων (με­γά­φω­να, ρ.σ., πο­λύ­γρα­φοι κ.α), που υ­λο­ποιού­σαν την ε­ξου­σί­α μέ­σα στο Πο­λυ­τε­χνεί­ο, φαί­νε­ται πως υ­πο­χρε­ώ­θη­κε να διε­ξα­χθεί μέ­σα στους ό­ρους και τις συν­θή­κες που δη­μιούρ­γη­σε η γε­νι­κή μα­χη­τι­κή α­τμό­σφαι­ρα. Η διαρ­κής λει­τουρ­γί­α των ορ­γά­νων κυ­ριαρ­χί­ας των μα­ζών, δηλ. των γε­νι­κών συ­νε­λεύ­σε­ων, δεν ά­φη­νε ου­σια­στι­κά πε­ρι­θώ­ρια για τη δια­μόρ­φω­ση στε­γα­νών και α­πο­στά­σε­ων με­τα­ξύ των ε­πά­νω και των κά­τω και για τη δη­μιουρ­γί­α τε­τε­λε­σμέ­νων. Έ­τσι άλ­λω­στε α­ντι­με­τω­πί­στη­καν τα προ­βλή­μα­τα ε­τοι­μό­τη­τας και συ­ντο­νι­σμού που δη­μιούρ­γη­σε η κα­τά­στα­ση. Στη δια­πά­λη αυ­τή φαί­νε­ται να πή­ραν μέ­ρος ου­σια­στι­κά μό­νο ο­μά­δες της α­ρι­στε­ράς γε­νι­κώς. Α­νε­ξάρ­τη­τα α­πό τις ι­δε­ο­λο­γι­κές κλί­σεις τους και τον ει­δι­κό­τε­ρο πο­λι­τι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό, το στοι­χεί­ο που τις χω­ρί­ζει σε δυο ο­μά­δες εί­ναι η ορ­γά­νω­ση: δηλ. α­πό το έ­να μέ­ρος εί­ναι οι δυο πτέ­ρυ­γες του Κ.Κ.Ε. (Δω­δε­κα­τι­κοί-Ε­σω­τε­ρι­κού) με ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις και νο­ο­τρο­πί­α κα­πά­τσου κου­μα­ντα­δό­ρου, που γεν­νή­θη­κε για να χει­ρα­γω­γεί και να κα­τευ­θύ­νει τις «μά­ζες», και α­πό το άλ­λο ποι­κί­λες, χα­λα­ρές και κατ’ α­νά­γκη πει­θαρ­χι­κές στα κε­λεύ­σμα­τα του πλή­θους α­ντι­κομ­μα­τι­κές (Α­ντι­πο­λί­τευ­ση) α­ρι­στε­ρές ο­μά­δες. Φαί­νε­ται πως οι α­νορ­γά­νω­τοι, στη­ριγ­μέ­νοι στις διαρ­κείς συ­νε­λεύ­σεις και α­ξιο­ποιώ­ντας τη δύ­να­μη του αυ­θόρ­μη­του ρι­ζο­σπα­στι­σμού, α­φαί­ρε­σαν α­πό την αρ­χή την πρω­το­βου­λί­α α­πό τους κομ­μα­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς. Το γε­γο­νός τού­το ση­μειώ­νει την κα­τί­σχυ­ση της δι­κτα­το­ρί­ας των μα­ζών α­κό­μα και μέ­σα στα ο­λι­γο­με­λή όρ­γα­να και ε­πι­βε­βαιώ­νει ό­τι η ορ­γα­νω­τι­κή α­νά­πτυ­ξη δεν εί­ναι ι­κα­νή να κα­λύ­ψει το κε­νό που δη­μιουρ­γεί η α­που­σί­α πο­λι­τι­κών θέ­σε­ων α­ντί­στοι­χων με τις πραγ­μα­τι­κές κα­τα­στά­σεις, ι­διαί­τε­ρα σε πε­ρί­ο­δο ε­πα­να­στα­τι­κού α­να­βρα­σμού.
Τα εξαιρετικά γνωρίσματα
Οι θερ­μές σχέ­σεις που σχη­μα­τί­στη­καν με­τα­ξύ των ε­γκλεί­στων του Πο­λυ­τε­χνεί­ου και η κοι­νή μοί­ρα που τους έ­δε­σε μα­ζί σφι­χτά κλό­νι­σαν σο­βα­ρά στη συ­νεί­δη­σή τους, για τις η­μέ­ρες ε­κεί­νες του­λά­χι­στον, τον τρό­πο θε­ώ­ρη­σης του κό­σμου μέ­σα α­πό το α­το­μι­κό συμ­φέ­ρον και α­πό την προ­σω­πι­κή φι­λο­δο­ξί­α και έ­πλη­ξαν καί­ρια τη φι­λαυ­τί­α. Ι­σχυ­ρό­τα­τα συ­μπιέ­στη­κε το ά­νοιγ­μα α­νά­με­σα στο «ε­γώ» και στο «αυ­τοί», η ψυ­χο­λο­γι­κή α­πό­στα­ση α­νά­με­σα στον έ­να και στους άλ­λους- έ­σπα­σε δηλ. η α­πο­μό­νω­ση του α­τό­μου, που α­να­κά­λυ­ψε την ι­στο­ρι­κή και την κοι­νω­νι­κή του διά­στα­ση μέ­σα στην πυ­ρε­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα του συ­νό­λου, με το ο­ποί­ο δέ­θη­κε ά­με­σα και α­πό το ο­ποί­ο δεν μπο­ρού­σε να δια­χω­ρί­σει την τύ­χη του. Η λυ­τρω­τι­κή τού­τη ταύ­τι­ση του α­τό­μου με το σύ­νο­λο εί­ναι φαι­νό­με­νο των ε­πα­να­στα­τι­κών στιγ­μών, που ζω­ντα­νεύ­ει και με­τα­τρέ­πει σε υ­λι­κή χει­ρο­πια­στή δύ­να­μη τα γε­νι­κά ι­δα­νι­κά. Η νέ­α σχέ­ση που δη­μιουρ­γεί­ται έ­τσι, δηλ. η α­νύ­ψω­ση του α­τό­μου, η α­πο­μά­κρυν­σή του α­πό ό,τι σχε­τι­κά α­σή­μα­ντο, δευ­τε­ρεύ­ον και στε­νά προ­σω­πι­κό, πολ­λα­πλα­σιά­ζει τις ι­κα­νό­τη­τές του, ε­νώ οι α­ξιο­λο­γή­σεις του για πλείστα ζη­τή­μα­τα, α­κό­μα και για τη ση­μα­σί­α της προ­σω­πι­κής ζω­ής, αλ­λά­ζουν. Εί­ναι α­κρι­βώς αυ­τές οι αλ­λα­γές και οι νέ­ες ε­ξαρ­τή­σεις που ε­ξη­γούν τη συ­μπε­ρι­φο­ρά των α­τό­μων στις στιγ­μές αυ­τές: τη δρα­στη­ριό­τη­τα, το θάρ­ρος, την αυ­το­θυ­σί­α, τη με­τριο­φρο­σύ­νη.
Η προστακτική βούληση
Τα συν­θή­μα­τα που με­τα­δί­δο­νται α­κου­στι­κά και ο­πτι­κά χα­ρα­κτη­ρί­ζο­νται α­πό τον α­κραί­ο ρι­ζο­σπα­στι­σμό, α­πό τον προ­στα­κτι­κό τό­νο και α­πό τις α­πει­ρά­ριθ­μες φόρ­μες και τις ποι­κί­λες εκ­δο­χές που τους προσ­δί­δει η ε­φευ­ρε­τι­κό­τη­τα των στιγ­μών, που α­πο­φεύ­γει το μο­νό­το­νο και τη στε­ρε­ο­τυ­πί­α. Στα συν­θή­μα­τα α­πο­τυ­πώ­θη­κε η ψυ­χι­κή κα­τά­στα­ση και η πο­λι­τι­κή και ι­δε­ο­λο­γι­κή φυ­σιο­γνω­μί­α των συ­γκε­ντρω­μέ­νων. Τα συν­θή­μα­τα ε­πί­σης έ­παι­ξαν τον βα­σι­κό συ­νε­κτι­κό ρό­λο και συ­νέ­δε­σαν ά­το­μα κι ο­μά­δες στους ί­διους ρυθ­μούς. Τα συν­θή­μα­τα δεν ε­πι­λέ­γο­νται με­τα­ξύ ε­κεί­νων που χρη­σι­μο­ποιού­σε η α­ντι­πο­λί­τευ­ση στον α­γώ­να της κα­τά του Πα­πα­δό­που­λου ή στο παι­χνί­δι της με το Μαρ­κε­ζί­νη, π.χ. οι λέ­ξεις «Δη­μο­κρα­τί­α», «Ο­μα­λό­τη­τα» κ.ά., αλ­λά α­πο­τε­λούν ε­ξέ­λι­ξη και προ­έ­κτα­ση των πιο ρι­ζο­σπα­στι­κών α­πό ε­κεί­να που α­κού­στη­καν κα­τά την κα­τά­λη­ψη της Νο­μι­κής τον πε­ρα­σμέ­νο Φε­βρουά­ριο. Έ­τσι βλέ­που­με την ε­ξέ­λι­ξη των συν­θη­μά­των να βρί­σκε­ται σ’ α­ντι­στοι­χί­α με την α­νά­πτυ­ξη του κι­νή­μα­τος και να εί­ναι σχε­τι­κά α­νε­ξάρ­τη­τα α­πό τον τρέ­χο­ντα πο­λι­τι­κό συ­να­γω­νι­σμό και τα α­διέ­ξο­δά του. Τα συν­θή­μα­τα και οι ο­μι­λί­ες α­πο­τε­λούν α­ξιό­λο­γη πο­λι­τι­κή υ­πο­θή­κη της νε­ο­λαί­ας στον γε­νι­κό­τε­ρο α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό α­γώ­να. Α­ξο­νι­κή θέ­ση κα­τέ­χει η υ­πο­γράμ­μι­ση της α­παί­τη­σης για κα­τά­κτη­ση και κα­το­χύ­ρω­ση της ε­θνι­κής α­νε­ξαρ­τη­σί­ας. Η προ­βο­λή της γί­νε­ται θε­τι­κά αλ­λά και με την ο­νο­μα­στι­κή κα­ταγ­γε­λί­α των μη­χα­νι­σμών και των συμ­βό­λων της ε­ξάρ­τη­σης και της κη­δε­μο­νί­ας α­πό τους ξέ­νους (Ν.Α.Τ.Ο, Α­με­ρι­κα­νοί). Δεύ­τε­ρη στη σει­ρά έρ­χε­ται η λα­ϊ­κή κυ­ριαρ­χί­α με τη δια­πό­μπευ­ση των φο­ρέ­ων, των συμ­βό­λων και της κα­τα­γω­γής της ε­ξου­σί­ας του Πα­πα­δό­που­λου και με την έ­ξαρ­ση της πλη­βεια­κής α­ντί­λη­ψης της κυ­ριαρ­χί­ας, δηλ. της Λα­ο­κρα­τί­ας. Τα ό­ρια και το κύ­ριο σώ­μα της συν­θη­μα­το­λο­γί­ας α­πο­τε­λού­νται εί­τε α­πό κα­ταγ­γε­λί­ες συ­γκε­κρι­μέ­νων κα­τα­στά­σε­ων (Ε.Σ.Α.), εί­τε, συ­χνό­τε­ρα, α­πό διά­φο­ρους συν­δυα­σμούς α­να­γκών, ι­δα­νι­κών και αι­τη­μά­των (ψω­μί, παι­δεί­α, ε­λευ­θε­ρί­α). Α­ξιο­ση­μεί­ω­τη εί­ναι η ο­λο­κλη­ρω­τι­κή α­πόρ­ρι­ψη των δια­τυ­πώ­σε­ων που χρη­σι­μο­ποιούν τα κόμ­μα­τα (ο­μα­λό­τη­τα, δη­μο­κρα­τί­α, ε­κλο­γές), α­πόρ­ρι­ψη που α­να­τρέ­πει τον α­κρο­γω­νιαί­ο λί­θο της πο­λι­τι­κής τους φι­λο­σο­φί­ας, δηλ. την α­ντί­λη­ψη εκεί­νη που δια­κη­ρύσ­σει ό­τι προ­τε­ραιό­τη­τα έ­χει η α­πο­κα­τά­στα­ση της πο­λι­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας, δια της ο­ποί­ας θα κα­τα­κτη­θεί η α­νε­ξαρ­τη­σί­α της χώ­ρας και η κυ­ριαρ­χί­α του λα­ού. Α­ντί­θε­τα, έ­ντο­νη προ­βάλ­λει η τά­ση για συ­μπό­ρευ­ση με γνή­σια λα­ϊ­κά αι­τή­μα­τα (Μέ­γα­ρα) και η προ­τρο­πή για ε­νιαί­α συ­μπα­ρά­τα­ξη με το λα­ό (Ερ­γά­τες, Α­γρό­τες, Φοι­τη­τές). Εί­ναι φα­νε­ρό ό­τι ε­πι­βάλ­λε­ται ο συ­σχε­τι­σμός των γε­γο­νό­των με τις α­ντι­λή­ψεις που εκ­φρά­στη­καν, α­πό τα πλή­θη που πρω­τα­γω­νί­στη­σαν, κα­τά την διάρ­κειά τους, για­τί έ­τσι μο­νά­χα γί­νε­ται μπο­ρε­τή η α­να­μέ­τρη­ση της ση­μα­σί­ας τους και, το ση­μα­ντι­κό­τε­ρο, η α­να­κά­λυ­ψη του νέ­ου στοι­χεί­ου που ε­να­πο­θέ­τουν στην πο­λι­τι­κή συ­νεί­δη­ση του λα­ού.
Η Αθήνα ξεμουδιάζει
Η πό­λη, οι δρό­μοι της, οι δια­βά­τες δέ­χο­νται ά­με­σα τον α­ντί­κτυ­πο του πο­λυ­τε­χνεια­κού πυ­ρε­τού. Οι πε­ριο­χές γύ­ρω α­πό το Πο­λυ­τε­χνεί­ο εί­ναι ο χώ­ρος ό­που παίρ­νουν υ­πό­στα­ση οι ε­ξής δια­δι­κα­σί­ες: α) ε­πα­φή και ά­με­ση γνω­ρι­μί­α πολ­λών Α­θη­ναί­ων με τη μα­χη­τι­κή φοι­τη­τι­κή νε­ο­λαί­α που την α­κο­λου­θούν οι μα­θη­τές, και το ιε­ρο­λο­χί­τι­κο πνεύ­μα της (τώ­ρα ή πο­τέ) με συ­νέ­πεια την η­θι­κή τό­νω­σή τους και α­φύ­πνι­ση της πο­λι­τι­κής τους συ­νεί­δη­σης, β) κα­τά­λη­ψη κι έ­λεγ­χος των δη­μο­σί­ων χώ­ρων για 24 ώ­ρες α­πό πο­λί­τες, που σπά­ζουν το αί­σθη­μα της α­νη­μπό­ριας και ζουν στους ρυθ­μούς του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, γ) το σκο­τά­δι της φο­βί­ας και το φί­δι της δυ­σπι­στί­ας στον δι­πλα­νό, αρ­χί­ζουν να υ­πο­χω­ρούν α­πό τη δη­μό­σια ζω­ή και να τυ­λί­γουν τους μη­χα­νι­σμούς που τα χρη­σι­μο­ποιού­σαν: τα κολ­λη­μέ­να στις ε­ξω­τε­ρι­κές ε­πι­φά­νειες των ο­χη­μά­των συν­θή­μα­τα και οι με­τα­δό­σεις του ρ/σ αιφ­νι­διά­ζουν τις αι­σθή­σεις και τα­ρά­ζουν τα μυα­λά των Α­θη­ναί­ων, δ) ε­δώ πέ­φτει ο σπό­ρος της λα­ϊ­κής α­γω­νι­στι­κής ε­νό­τη­τας, η ο­ποί­α θα προ­α­χθεί αρ­γό­τε­ρα στις ο­δο­μα­χί­ες και στα κρα­τη­τή­ρια, ε) οι ι­διω­τι­κοί χώ­ροι (γρα­φεί­α, δια­με­ρί­σμα­τα) γί­νο­νται το κα­τα­φύ­γιο για τους έ­γκλει­στους και α­πο­δεί­χνο­νται με­γά­λο με­τό­πι­σθεν για τους μα­χό­με­νους.
Η ρωγμή στην αποξένωση
Τα μέ­τρα κα­τα­στο­λής της ε­ξέ­γερ­σης και ι­διαί­τε­ρα η α­πα­γό­ρευ­ση της κυ­κλο­φο­ρί­ας των πο­λι­τών για διά­στη­μα μιας ε­βδο­μά­δας και πα­ρα­πά­νω εί­χα­νε ι­διό­μορ­φη ε­πί­δρα­ση στις σχέ­σεις με­τα­ξύ των κα­τοί­κων και ει­δι­κό­τε­ρα ό­σων δια­μέ­νουν στις πο­λυ­κα­τοι­κί­ες της πρω­τεύ­ου­σας. Α­πό τη μια με­ριά με­τα­τρέ­ψα­νε τους υ­πο­τι­θέ­με­νους τό­πους προ­σω­πι­κού και οι­κο­γε­νεια­κού α­σύ­λου σε χώ­ρους πε­ριο­ρι­σμού, με­τα­τρέ­ψα­νε τους Α­θη­ναί­ους σ’ έ­γκλει­στους μέ­σα στα ί­δια τους τα σπί­τια, και α­πό την άλ­λη τους υ­πο­χρέ­ω­σαν να μι­κρύ­νουν τη με­γά­λη α­πό­στα­ση που ψυ­χι­κά τους χώ­ρι­ζε, πα­ρό­τι πολ­λά χρό­νια μπαί­να­νε και βγαί­να­νε α­πό την ί­δια πόρ­τα. Η πο­λυ­κα­τοι­κί­α, χώ­ρος α­πο­μό­νω­σης και α­δια­φο­ρί­ας για τον δι­πλα­νό, σύγ­χρο­νο μο­να­στή­ρι και κι­βω­τός αλ­λο­τρί­ω­σης, σύμ­βο­λο της με­τα­πο­λε­μι­κής φυ­σιο­γνω­μί­ας της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας, λει­τούρ­γη­σε για πρώ­τη φο­ρά αν­θρώ­πι­να. Ε­ξαι­τί­ας του ε­ξω­τε­ρι­κού πε­ριο­ρι­σμού, οι έ­νοι­κοι υ­πο­χρε­ώ­θη­καν να σπά­σουν τις α­γκυ­λώ­σεις και να κα­τα­φύ­γουν στην αλ­λη­λεγ­γύ­η και στην α­νά­πτυ­ξη των σχέ­σε­ών τους για την θε­ρα­πεί­α α­μέ­σων α­να­γκών (φάρ­μα­κα κ.λ.π). Έ­χει με­γά­λη ση­μα­σί­α που η προ­σέγ­γιση αυ­τή έ­γι­νε ό­χι ε­ξαι­τί­ας ε­νός φυ­σι­κού αλ­λά ε­νός κοι­νω­νι­κού γε­γο­νό­τος, ε­ξαι­τί­ας ε­νός κοι­νω­νι­κού σει­σμού. Πα­ρό­μοιες ε­πι­πτώ­σεις των γε­γο­νό­των, που συ­ντε­λούν στην αλ­λα­γή της ποιό­τη­τας των σχέ­σε­ων των αν­θρώ­πων, υ­πήρ­ξαν και άλ­λες. Γε­νι­κά δεν εί­ναι υ­περ­βο­λή ο ι­σχυ­ρι­σμός ό­τι τα γε­γο­νό­τα προ­σφέ­ρουν νέ­ο πε­ριε­χό­με­νο και και­νούρ­γιους παλ­μούς στην κα­θη­με­ρι­νή ζω­ή.
Η πολιτική πρωτοπορία του φοιτητή
Κύ­ριος συ­ντε­λε­στι­κός πα­ρά­γων στα γε­γο­νό­τα υ­πήρ­ξαν οι φοι­τη­τές. Πράγ­μα­τι, ε­νώ μέ­χρι το Μά­ιο του 1972 α­που­σιά­ζει ε­ντε­λώς α­πό τη δη­μό­σια ζω­ή (ο πα­ρά­γων «φοι­τη­τής»), τον Ο­κτώ­βριο του ί­διου χρό­νου τον βλέ­που­με να α­πο­κτά ί­δια φυ­σιο­γνω­μί­α και να παίρ­νει κοι­νω­νι­κή διά­στα­ση τέ­τοιας λο­γής και με τέ­τοια τα­χύ­τη­τα που να μη χω­ρά­ει ού­τε να προ­σαρ­μό­ζε­ται στα βα­φτι­στι­κά των δια­φό­ρων νο­νών του, δηλ. ε­κεί­νων που τον θέ­λουν ε­ξάρ­τη­μα του κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού τους ή των άλ­λων που τον προ­τι­μούν υ­πη­ρέ­τη των σκο­πι­μο­τή­των τους. Η ι­διαί­τε­ρη φυ­σιο­γνω­μί­α της φοι­τη­τι­κής πρω­το­βου­λί­ας (δηλ. τα κοι­νά γνω­ρί­σμα­τα των γε­γο­νό­των α­πό τα τέ­λη Ο­κτω­βρί­ου 1972 μέ­χρι τις 16 Νο­έμ­βρη) κα­θο­ρί­ζε­ται κα­τά πρώ­το λό­γο α­πό τη συ­γκυ­ρί­α των πο­λι­τι­κών σχέ­σε­ων της πε­ριό­δου αυ­τής και κα­τά δεύ­τε­ρο α­πό την εν­σάρ­κω­ση στα πρό­σω­πα των δρα­στή­ριων στοι­χεί­ων, γνω­ρι­σμά­των και στά­σε­ων που α­να­πτύ­χθη­καν την πε­ρί­ο­δο της δι­κτα­το­ρί­ας. Ό­λη αυ­τή την πε­ρί­ο­δο (’72-’73) κο­ρυ­φώ­νε­ται το α­διέ­ξο­δο των α­ντα­γω­νι­ζο­μέ­νων για την ε­ξου­σί­α δυ­νά­με­ων (δηλ. η α­ντί­στα­ση των δια­νο­ου­μέ­νων και των πο­λι­τευ­τών του χθες λή­γει χω­ρίς να συν­δε­θεί ού­τε καν πρό­σκαι­ρα με τις μά­ζες, ε­νώ, α­πό την άλ­λη, η χρε­ο­κο­πί­α της πο­λι­τι­κής των κυ­βερ­νού­ντων ε­πι­τα­χύ­νε­ται ε­ξαι­τί­ας και των διε­θνών ε­ξε­λί­ξε­ων) και αρ­χί­ζει η φά­ση των βια­στι­κών πει­ρα­μα­τι­σμών με τα δη­μο­ψη­φί­σμα­τα, την πο­λι­τι­κο­ποί­η­ση και το γνω­στό πα­ζά­ρι. Πράγ­μα­τι κα­μί­α α­πό τις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις δεν ε­λέγ­χει τα φρο­νή­μα­τα ού­τε μπο­ρεί να προ­βλέ­ψει τις δια­θέ­σεις του κό­σμου και ό­λα γί­νο­νται χω­ρίς λα­ϊ­κό α­ντί­κρυ­σμα. Η ε­τσι­θε­λι­κή δια­χεί­ρι­ση ε­ξάλ­λου της ε­ξου­σί­ας α­πό τους ε­πι­βή­το­ρες της 21ης Α­πρι­λί­ου διέ­κο­ψε τη συ­νέ­χεια του ε­λέγ­χου της ε­θνι­κής και ι­διαί­τε­ρα της εκ­πο­λι­τι­στι­κής ζω­ής α­πό το ευ­ρύ φά­σμα των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών δυ­νά­με­ων, χω­ρίς να μπο­ρεί να ε­μπνεύ­σει τί­πο­τα άλ­λο. Α­πο­τέ­λε­σμα αυ­τού ή­ταν η α­νά­πτυ­ξη πρω­το­βου­λιών που ο­δή­γη­σαν στο φαι­νό­με­νο της εκ­δο­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας, που, πα­ρά τις α­ντι­φά­σεις του, συ­νέ­βα­λε στην πο­λι­τι­κή φόρ­τι­ση της πνευ­μα­τι­κής ζω­ής και στην υ­πο­νό­μευ­ση των ι­δε­ο­λο­γι­κών και των πο­λι­τι­κών αυ­θε­ντιών των πα­ρα­δο­σια­κών μη­χα­νι­σμών μέ­σα στη συ­νεί­δη­ση και τα μυα­λά των νε­ό­τε­ρων. Η δη­μο­κρα­τί­α στην κί­νη­ση των ι­δε­ών που λει­τουρ­γεί πραγ­μα­τι­κά την πε­ρί­ο­δο ’68-’73, παρ’ ό­τι μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θεί ως λύ­ση α­νά­γκης και να αμ­φι­σβη­τη­θεί ο συ­νει­δη­τός χα­ρα­κτή­ρας της, α­πο­τυ­πώ­νε­ται ο­πωσ­δή­πο­τε σ’ ε­κεί­νους που ως μό­νο αυ­θε­ντι­κά α­νε­ξάρ­τη­το το­μέ­α της δη­μό­σιας ζω­ής βρί­σκουν τον εκ­πο­λι­τι­στι­κό και ει­δι­κά τον εκ­δο­τι­κό – και αυ­τοί εί­ναι οι φοι­τη­τές. Σ’ αυ­τά πρέ­πει να προ­στε­θεί το γε­γο­νός ό­τι α­πό το ’68 έ­ως το ’72, α­να­νε­ώ­νε­ται ο­λο­κλη­ρω­τι­κά το έμ­ψυ­χο πε­ριε­χό­με­νο των Πα­νε­πι­στη­μί­ων (οι πα­λαιοί, με τις κοι­νο­βου­λευ­τι­κές α­να­μνή­σεις, φοι­τη­τές φεύ­γουν). Έ­τσι η α­που­σί­α δρα­στι­κής πο­λι­τι­κής κη­δε­μό­νευ­σης, α­πό τη με­ριά των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών, η ορ­γα­νι­κή α­νι­κα­νό­τη­τα της δι­κτα­το­ρί­ας για ε­λα­στι­κή χει­ρα­γώ­γη­ση του μα­ζι­κού κι­νή­μα­τος (το ο­ποί­ο η ί­δια ε­πι­τά­χυ­νε με τη συ­χνή ε­πα­νά­λη­ψη του σο­βα­ρού πο­λι­τι­κού σφάλ­μα­τος της με­τά­πτω­σης α­πό την α­διαλ­λα­ξί­α στο μα­λα­κό) και οι γε­νι­κές ι­δε­ο­λο­γι­κές ε­πιρ­ρο­ές που α­σκού­νται πά­νω στους φοι­τη­τές προσ­διο­ρί­ζουν τις αρ­χι­κές συ­γκυ­ρί­ες που στα χνά­ρια τους πρω­το­εκ­δη­λώ­νε­ται η φοι­τη­τι­κή πρω­το­βου­λί­α.
Τα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά
Οι συ­γκυ­ρί­ες αυ­τές ε­πέ­τρε­ψαν στη φοι­τη­τι­κή κί­νη­ση: α) να διέλ­θει πο­λύ γρή­γο­ρα, σχε­δόν σαν εν­δο­μή­τρια φά­ση, το στά­διο του εν­δια­φέ­ρο­ντος για τα στε­νά φοι­τη­τι­κά προ­βλή­μα­τα, β) να συν­δε­θεί με τα γε­νι­κό­τε­ρα, και ει­δι­κά με το πο­λι­τι­κό πρό­βλη­μα, με τρό­πο α­νε­ξάρ­τη­το και πρω­τό­τυ­πο, γ) να κά­νει κοι­νό κτή­μα συ­σχε­τι­σμούς και ν’ α­να­δεί­ξει α­λή­θειες που για με­γά­λη πε­ρί­ο­δο τις σκιά­ζα­νε ο βερ­μπα­λι­σμός και η πο­λι­τι­κή σο­φι­στεί­α, δ) να δώ­σει δείγ­μα­τα και μέ­τρα για το ή­θος του μα­χό­με­νου και την αυ­το­θυ­σί­α του α­γω­νι­στή, ε) να κα­τα­στεί η φοι­τη­τι­κή νε­ο­λαί­α εκ­φρα­στής της πο­λι­τι­κής συ­νεί­δη­σης του λα­ού κι ε­στί­α δια­φο­ρο­ποι­ή­σε­ων και α­να­κα­τα­τά­ξε­ων. Σαν γνω­ρί­σμα­τα της φοι­τη­τι­κής πρω­το­βου­λί­ας θα μπο­ρού­σαν ν’ α­να­φερ­θούν: α) ο πο­λι­τι­κός αυ­θορ­μη­τι­σμός – και μ’ αυ­τό πρέ­πει να εν­νο­ή­σου­με την αυ­τό­μα­τη σύν­δε­ση ο­ποιου­δή­πο­τε προ­βλή­μα­τος με το ζή­τη­μα της ε­ξου­σί­ας· ο αυ­θορ­μη­τι­σμός τού­τος εί­ναι κά­τι πο­λύ ου­σια­στι­κό­τε­ρο και πε­ρισ­σό­τε­ρο βα­θύ α­πό την ε­κά­στο­τε κομ­μα­τι­κή σκο­πι­μό­τη­τα, η ο­ποί­α σπα­νιό­τα­τα δεν στε­νεύ­ει και ου­δέ­πο­τε πα­ραι­τεί­ται α­πό τη νο­θεί­α του πε­ριε­χο­μέ­νου στην πο­λι­τι­κή συ­νεί­δη­ση των μα­ζών, β) η ι­δε­ο­λο­γι­κή ρευ­στό­τη­τα, σα να λέ­με η κα­τά­στα­ση ε­κεί­νη στην ο­ποί­α πε­ριέρ­χο­νται οι σκέ­ψεις των αν­θρώ­πων με­τά α­πό αιφ­νί­διες ε­ξε­λί­ξεις, για την κα­τα­νό­η­ση των ο­ποί­ων δεν αρ­κούν ού­τε οι α­γο­ραί­ες α­πλου­στεύ­σεις ού­τε οι δα­σκα­λί­στι­κες πα­νά­κειες, γ) το ακ­μαί­ο φρό­νη­μα, δη­λα­δή το η­θι­κό και ψυ­χο­λο­γι­κό α­πο­τέ­λε­σμα της στα­θε­ρά α­νο­δι­κής και τε­λι­κά νι­κη­φό­ρας πο­ρεί­ας των φοι­τη­τι­κών πρω­το­βου­λιών και η αί­σθη­ση της κα­θο­λι­κής συ­μπα­ρά­στα­σης, δ) η προ­σε­χής διά­σπα­σή του, ή­τοι η α­να­πό­φευ­κτη δια­δι­κα­σί­α για να υ­περ­βεί, και συ­νει­δη­τά, τον ε­αυ­τό του ή η ε­σω­τε­ρι­κή κρί­ση που θα του δη­μιουρ­γή­σει η ε­πα­φή με τη ζω­ή και το κί­νη­μα των μα­ζών, ε) η α­κτι­νο­βο­λί­α του ως προ­τύ­που, δηλ. η γε­νι­κή α­να­γνώ­ρι­ση κι ε­κτί­μη­ση για την ε­φευ­ρε­τι­κό­τη­τα, την τόλ­μη, την ω­ρι­μό­τη­τα και την ευ­στο­χί­α των εκ­δη­λώ­σε­ων.
Η καθυστερημένη λαϊκή αφύπνιση
Κι ε­νώ με την πρω­το­βου­λί­α των φοι­τη­τών της Α­θή­νας συ­ντο­νί­ζο­νται α­μέ­σως οι συ­νά­δελ­φοί τους των ε­παρ­χια­κών κέ­ντρων Θεσ­σα­λο­νί­κης και Πά­τρας και προ­βαί­νουν σε κα­τα­λή­ψεις πα­νε­πι­στη­μια­κών κτη­ρί­ων, με­τα­φέ­ρο­ντας τον πυ­ρε­τό της α­νυ­πα­κο­ής σ’ ό­λη τη χώ­ρα, δεν ε­πα­να­λαμ­βά­νε­ται το ί­διο με την ερ­γα­τι­κή τά­ξη της Α­θή­νας, πα­ρά μο­νά­χα συμ­βο­λι­κά, και οι λα­ϊ­κές συ­νοι­κί­ες μέ­νουν α­δρα­νείς πα­ρά τις συ­νε­χείς εκ­κλή­σεις των ε­γκλεί­στων του Πο­λυ­τε­χνεί­ου. Ό­σο για τους μι­κρο­α­στούς του κέ­ντρου, προ­τι­μούν τη θέ­ση του ψυ­χι­κά συ­μπά­σχο­ντος πα­ρα­τη­ρη­τού και α­ντα­πο­κρί­νο­νται αν­θρω­πι­στι­κά στις κλή­σεις για φάρ­μα­κα και για πε­ρί­θαλ­ψη. Ι­διαί­τε­ρη ευαι­σθη­σί­α έ­δει­ξε η νε­ο­λαί­α γε­νι­κά και ει­δι­κά οι μα­θη­τές των γυ­μνα­σί­ων, των φρο­ντι­στη­ρί­ων και των τε­χνι­κών σχο­λών, οι ο­ποί­οι και πρω­το­στά­τη­σαν στην α­νέ­γερ­ση των ο­δο­φραγ­μά­των την Πα­ρα­σκευ­ή το βρά­δυ και το πρω­ί του Σαβ­βά­του. Γε­νι­κά οι Α­θη­ναί­οι δεν υ­πο­ψιά­στη­καν (ό­πως και οι κρα­τού­ντες άλ­λω­στε) τη δύ­να­μη του αιφ­νι­δια­σμού, στον ο­ποί­ο ε­ξε­λί­χθη­κε η φοι­τη­τι­κή πρω­το­βου­λί­α, και έ­μει­ναν πα­θη­τι­κοί πα­ρα­τη­ρη­τές.
Δεκ. 1973 – Ιαν. 1974

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου