Ώρα αργά. Ώρα ήρεμη που ησυχάζουν των ανθρώπων οι ψυχές. Ώρα άγρια που οι βασανισμένες καίγονται και λέξεις-πληγές γράφουν σ’ επιστολές ανεπίδοτες. Λέξεις τραυλίζουσες. Λέξεις δακρύρροιες. Λέξεις κίβδηλης οργής που μάταια αναζητούν χάδι μακροθυμίας ανέλπιστης κι ευλογημένης.
Ώρα αργά. Ώρα του τίποτα που τα μάτια πυρετικά σαρώνουν του σπιτιού σου τους τοίχους τους σιωπηλούς και άδειους. Νύχτα που στο σκοτάδι της ηθελημένα αφέθηκες. Τυφλώθηκες. Τι να δεις; Ποιος θα σε δει; Ποιος θα σ’ αγγίξει; Άδειο το ποτήρι δίπλα σου. Άδειες οι ώρες. Άδεια η ζωή. Με μια πραότητα εκούσιας εγκατάλειψης κυλούν οι ώρες σου τις νύχτες. Στους δρόμους που απαρνήθηκες ή που εκείνοι σ’ απαρνήθηκαν. Τι σημασία έχει αν εσύ ή αν εκείνοι; Ίδιος ο πόνος που σ’ επισκέπτεται νυχτόμερα. Ο πόνος εκείνος του “σε παρακαλώ μείνε μαζί μου” που δεν εισακούστηκε. Εκεί που σαν ρόγχος, που σαν κραυγή ειπώθηκε. Εκεί που άκριτα πίστεψες και γρήγορα εξαπατήθηκες. Τόσο μα τόσο εύθραυστο ήτανε της αγαθότητας το κουκούλι που κάποτε σε ζέσταινε. Αγαθή κι ευπάτητη ζωή που δίχως καμιά σωφροσύνη, δίχως κανένα έλεος κουρελιάστηκε.
Νύχτα και τυφλώθηκες. Νύχτα, τα φώτα σβηστά κι όμως σε είδα. Ήσουν γυμνή κι απροστάτευτη κι ωραία. Γεμάτη αγκάθια και κρίνους. Τούτη σου την καθάρια γυμνότητα αγάπησα. Μ’ επίγνωση κι αγάπη και φροντίδα σ’ επέλεξα. Δεν ήρθα από τύχη, ούτε τυχαία έμεινα.
Τώρα μαζί. Ξαγρυπνάμε και κοιμόμαστε μαζί κι έτσι έσπασε του ατρύγητου σώματος η αθέλητη εγκράτεια. Όλα τα μαγικά κι απρόσμενα σε ώρες μικρές συμβαίνουν. Κάποιες φορές, στην ώρα του μοναχικού κι απελπισμένου ακροβάτη. Κάποιες άλλες, στην ώρα που φτερά φυτρώνουν στις κυρτωμένες πλάτες μας. Όταν ο νους μπορεί να πετάξει, λιώνουν τα κάγκελα της φυλακής μας. Λιώνουν του χρόνου οι στιγμές οι αβάσταχτες. Δες! Μαζί σου είμαι. Τα ίχνη ακολουθώ της καλοσύνης των διάφανων ματιών σου. Το εμπιστεύομαι το βλέμμα ετούτο, το σαν κρύσταλλο διάφανο. Όλα τα μαγικά σε ώρες μικρές συμβαίνουνε. Κάποιες φορές στην ώρα του ακροβάτη, κάποιες φορές στων φτερών την ώρα.
Τώρα μαζί. Αυτή τη ζωή που πέρασε και μόνο μας πόνεσε, αυτήν τη ζωή την αποχαιρετάμε. Της κουνάμε το μαντίλι. Της λέμε στο καλό να πας. Τώρα μαζί. Με βλέμμα έξω απ’ το παράθυρο. Στο φως. Πιο πέρα και απ’ το μακριά. Στο μαζί με τα χέρια πλεγμένα. Στης αγάπης τον δύσβατο δρόμο μαζί. Στο αύριο το βλέμμα. Το ίδιο και η σκέψη. Μακρύτερα, όσο πάει μακρύτερα.
Σήκω! Τα καλά μας να φορέσουμε, εκείνα τα από χρόνια στη ντουλάπα ξεχασμένα. Τα φώτα άναψε˙ όλα τα θέλω αναμμένα. Επίσημα και γιορτινά να υποδεχτούμε το αύριο που έρχεται. Μαζί!
------------------------------------------------------
αυτή ήταν η συμμετοχή μου στο 4ο παιχνίδι του 2ου κύκλου του Παιχνιδιού με τις Λέξεις. ένα παιχνίδι της Φλώρας και του TEXNIS STORIES που για εκείνη την συγκεκριμένη φορά διοργανώθηκε από την Αριστέα μας και το υπερ-φιλόξενο blog της Η ζωή είναι ωραία. οι υποχρεωτικές πέντε λέξεις ήταν αυτές που είναι γραμμένες με κόκκινο χρώμα.
ευχαριστώ πάρα πολύ όλους όσους με την ανάγνωση και την ψήφο τους με τίμησαν, αλλά και την Αριστέα που με φιλοξένησε και που διοργάνωσε τόσο άψογα ετούτο το παιχνίδι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου