26 Μαΐου - 20 Ιουνίου 1947
Στις 15 Ιουνίου του 1947 ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Τσαλδάρης με επιστολή του ζητά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να αποστείλει ειδικούς, οι οποίοι θα συνέβαλλαν στην προσπάθεια της χώρας για ανασυγκρότηση
Τον Φεβρουάριο του 1947 η Ελλάδα κινδύνευε με γενική κατάρρευση, πράγμα που διατύπωνε με γλαφυρότητα ο πρώτος γραμματέας της βρετανικής πρεσβείας στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ στις 21 εκείνου του μήνα. Ο γραμματέας ενημέρωνε τους Αμερικανούς σχετικά με την Ελλάδα, τονίζοντας τον άμεσο κίνδυνο λιμού και πολιτικών ταραχών, καθώς και την αναγκαιότητα μιας άμεσης βοήθειας προς τη χώρα.
Μπροστά στο επείγον της κατάστασης στην Ουάσιγκτον συγκροτήθηκε αμέσως μια επιτροπή με πρόεδρο τον διπλωμάτη Λου Χέντερσον, ο οποίος είχε ήδη επισημάνει την αναγκαιότητα μιας νέας πολιτικής για την Ελλάδα. Οι εξελίξεις υπήρξαν ραγδαίες και το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου ο Λου Χέντερσον προσκάλεσε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον Έλληνα πρέσβη Παύλο Οικονόμου - Γκούρα, στον οποίο ανακοίνωσε τη θέληση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ελλάδα μετά τις 31 Μαρτίου 1947 και τη θέληση των Αμερικανών να αναλάβουν εκείνοι τις βρετανικές υποχρεώσεις.
Ο Χέντερσον τόνισε ότι η χώρα του σκόπευε να προσφέρει στην Ελλάδα στρατιωτική βοήθεια και εξοπλισμό, καθώς και να συμβάλει στην εκτέλεση μακροπροθέσμων οικονομικών προγραμμάτων. Ωστόσο θα έπρεπε να συνταχθεί από ελληνικής πλευράς ένα αίτημα προκειμένου να καλύπτει τις ενδεχόμενες κατηγορίες εναντίον των Αμερικανών για επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας.
Μέσα από σύντομες διαδικασίες το σχέδιο των Αμερικανών με μικρές αλλαγές από την ελληνική κυβέρνηση εγκρίθηκε και επιδόθηκε στον πρόεδρο Τρούμαν, ο οποίος ήταν ήδη ενημερωμένος. Την υπόθεση από αμερικανικής πλευράς χειριζόταν ο υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ. Ο πρόεδρος Τρούμαν ανέφερε ότι είχε γίνει αποδέκτης μιας επείγουσας αίτησης από την Ελλάδα για οικονομική βοήθεια και για αποστολή προσωπικού ειδικευμένου στην τεχνολογία, στα οικονομικά και στη διοίκηση. Ο Τρούμαν αναφέρθηκε λεπτομερώς στην τραγική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και το μέγεθος της απειλής που αντιμετώπιζε το ελληνικό κράτος από τη δράση των ανταρτών και την αδυναμία των Βρετανών να συνεχίσουν να βοηθούν τη χώρα. Η πρόταση Τρούμαν, που έμεινε γνώστη στην ιστορία ως «Δόγμα Τρούμαν», ήταν η πολιτική που διατύπωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν στην ομιλία που εκφώνησε στις 12 Μαρτίου 1947, δηλώνοντας πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν την Ελλάδα και την Τουρκία οικονομικά και στρατιωτικά για να αποτρέψουν την πτώση τους στη σοβιετική σφαίρα.
Οι ιστορικοί συχνά τη θεωρούν ως την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου και της πολιτικής της «Συγκράτησης» («Containment»), δηλαδή της ανάσχεσης της σοβιετικής επέκτασης. Παράλληλα, το «Σχέδιο Μάρσαλ» περιορίστηκε μόνο στον ενεργειακό τομέα και στην ανασυγκρότηση της παραδοσιακής βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, υπό τον έλεγχο των U.S. Corps of Engineers, αποκαταστάθηκε μέρος των κατεστραμμένων υποδομών. Η ανάκαμψη της βιομηχανικής και της αγροτικής παραγωγής ήταν εντυπωσιακή στη διάρκεια του Εμφυλίου.
Το χρονικό της υπογραφής
Στις 26 Μαΐου 1947 αποστέλλεται στην ελληνική κυβέρνηση επίσημο σημείωμα από τους Αμερικανούς, οι οποίοι ζητούσαν την έγκριση του νομοσχεδίου που καθόριζε τα σχετικά με τη βοήθεια προς την Ελλάδα. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι το σχέδιο της απάντησης που ζητούσαν από την ελληνική πλευρά είχε ήδη συνταχθεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Στις 15 Ιουνίου του 1947 ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Τσαλδάρης με επιστολή του ζητά, σύμφωνα με την επιθυμία των Αμερικανών, από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να αποστείλουν ειδικούς, οι οποίοι θα συνέβαλλαν στην προσπάθεια της χώρας για ανασυγκρότηση. Από τους ειδικούς αυτούς θα σχηματιζόταν η αμερικανική αποστολή, επιφορτισμένη με το έργο της οργάνωσης παροχής βοήθειας και της παροχής συμβουλών στην Αθήνα, καθώς και του ελέγχου στη χρήση της βοήθειας από τις ελληνικές αρχές.
Τελικά η σχετική ελληνοαμερικανική συμφωνία υπογράφτηκε στις 29 Ιουνίου του 1947. Αρχηγός της αμερικανικής πολιτικής στην Ελλάδα είχε διοριστεί ήδη από τις 5 Ιουνίου ο πρώην κυβερνήτης της Νεμπράσκα Ντουάιτ Γρίσγουολντ και ως συντονιστής του προγράμματος βοήθειας στην Ελλάδα και την Τουρκία ο Τζορτζ Μακ Γκι, ειδικός βοηθός του υπουργού Εξωτερικών για οικονομικές υποθέσεις.
Οδηγίες προς ναυτιλλομένους
Πριν από την αναχώρηση της αμερικανικής αποστολής στην Ελλάδα ο επικεφαλής της Ντουάιτ Γρίσγουολντ έλαβε μέρος σε μια σειρά συσκέψεων με ανώτατα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης, στις οποίες ετέθη το θέμα των αρμοδιοτήτων του. Τότε, λοιπόν, συμφωνήθηκε ότι στο ενδεχόμενο που η αποστολή αντιμετώπιζε κωλυσιεργίες ή έλλειψη συνεργασίας από τους Έλληνες αξιωματούχους ή ακόμα και μέλη της κυβέρνησης, αυτοί θα έπρεπε να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους.
Στον αντίποδα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνέστησε ότι η αμερικανική αποστολή θα έπρεπε να είναι διακριτική στις επεμβάσεις της, ώστε να μην προκαλούνται δυσαρέσκειες στους άλλους αξιωματούχους και στον ελληνικό λαό. Μάλιστα τονίστηκε ότι ενδεχόμενες αλλαγές στη σύνθεση της κυβέρνησης θα έπρεπε να γίνονταν με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μοιάζουν ότι τις προκάλεσαν οι ίδιοι.
Ενδεικτικές επίσης είναι και οι οδηγίες του Μάρσαλ σε επιστολή του προς τον Γρίσγουολντ στις 10 Ιουνίου. Σε αυτή ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ τονίζει ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έπρεπε να μελετηθεί υπό το πρίσμα της εξελισσόμενης κατά την Ουάσιγκτον προσπάθειας των κομμουνιστών σε όλον τον κόσμο να ανατρέψουν τις κυβερνήσεις που μέχρι στιγμής δεν ήταν στον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Μάρσαλ τόνιζε με έμφαση ότι ήταν πεποίθηση της Ουάσιγκτον πως με την καθοδήγηση της Σοβιετικής Ένωσης, η Γιουγκοσλαβία και, σε μικρότερο βαθμό, η Βουλγαρία και η Αλβανία συντόνιζαν ενέργειες που είχαν στόχο να εγκαθιδρύσουν στην Ελλάδα μια κυβέρνηση υπό τον έλεγχο των κομμουνιστών, να την αναγκάσουν να μπει σε ένα βαλκανικό μπλοκ υπό τους Σοβιετικούς και να εντάξει τη Μακεδονία σε μια γιουγκοσλαβική ή βαλκανική ομοσπονδία.
Υπό αυτό το πρίσμα, συνέχιζε στην επιστολή προς τον Γρίσγουολντ ο Μάρσαλ, οι γενικοί πολιτικοί στόχοι των ΗΠΑ περιλάμβαναν, πρώτον, τη διατήρηση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της Ελλάδας, ώστε να αποτραπεί η περιέλευσή της στη σοβιετική σφαίρα επιρροής, και, δεύτερον, την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ώστε η Ελλάδα να γίνει όσο το συντομότερο αυτάρκης.
πηγή
Στις 15 Ιουνίου του 1947 ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Τσαλδάρης με επιστολή του ζητά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να αποστείλει ειδικούς, οι οποίοι θα συνέβαλλαν στην προσπάθεια της χώρας για ανασυγκρότηση
Τον Φεβρουάριο του 1947 η Ελλάδα κινδύνευε με γενική κατάρρευση, πράγμα που διατύπωνε με γλαφυρότητα ο πρώτος γραμματέας της βρετανικής πρεσβείας στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ στις 21 εκείνου του μήνα. Ο γραμματέας ενημέρωνε τους Αμερικανούς σχετικά με την Ελλάδα, τονίζοντας τον άμεσο κίνδυνο λιμού και πολιτικών ταραχών, καθώς και την αναγκαιότητα μιας άμεσης βοήθειας προς τη χώρα.
Μπροστά στο επείγον της κατάστασης στην Ουάσιγκτον συγκροτήθηκε αμέσως μια επιτροπή με πρόεδρο τον διπλωμάτη Λου Χέντερσον, ο οποίος είχε ήδη επισημάνει την αναγκαιότητα μιας νέας πολιτικής για την Ελλάδα. Οι εξελίξεις υπήρξαν ραγδαίες και το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου ο Λου Χέντερσον προσκάλεσε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον Έλληνα πρέσβη Παύλο Οικονόμου - Γκούρα, στον οποίο ανακοίνωσε τη θέληση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ελλάδα μετά τις 31 Μαρτίου 1947 και τη θέληση των Αμερικανών να αναλάβουν εκείνοι τις βρετανικές υποχρεώσεις.
Ο Χέντερσον τόνισε ότι η χώρα του σκόπευε να προσφέρει στην Ελλάδα στρατιωτική βοήθεια και εξοπλισμό, καθώς και να συμβάλει στην εκτέλεση μακροπροθέσμων οικονομικών προγραμμάτων. Ωστόσο θα έπρεπε να συνταχθεί από ελληνικής πλευράς ένα αίτημα προκειμένου να καλύπτει τις ενδεχόμενες κατηγορίες εναντίον των Αμερικανών για επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας.
Μέσα από σύντομες διαδικασίες το σχέδιο των Αμερικανών με μικρές αλλαγές από την ελληνική κυβέρνηση εγκρίθηκε και επιδόθηκε στον πρόεδρο Τρούμαν, ο οποίος ήταν ήδη ενημερωμένος. Την υπόθεση από αμερικανικής πλευράς χειριζόταν ο υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ. Ο πρόεδρος Τρούμαν ανέφερε ότι είχε γίνει αποδέκτης μιας επείγουσας αίτησης από την Ελλάδα για οικονομική βοήθεια και για αποστολή προσωπικού ειδικευμένου στην τεχνολογία, στα οικονομικά και στη διοίκηση. Ο Τρούμαν αναφέρθηκε λεπτομερώς στην τραγική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και το μέγεθος της απειλής που αντιμετώπιζε το ελληνικό κράτος από τη δράση των ανταρτών και την αδυναμία των Βρετανών να συνεχίσουν να βοηθούν τη χώρα. Η πρόταση Τρούμαν, που έμεινε γνώστη στην ιστορία ως «Δόγμα Τρούμαν», ήταν η πολιτική που διατύπωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν στην ομιλία που εκφώνησε στις 12 Μαρτίου 1947, δηλώνοντας πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν την Ελλάδα και την Τουρκία οικονομικά και στρατιωτικά για να αποτρέψουν την πτώση τους στη σοβιετική σφαίρα.
Οι ιστορικοί συχνά τη θεωρούν ως την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου και της πολιτικής της «Συγκράτησης» («Containment»), δηλαδή της ανάσχεσης της σοβιετικής επέκτασης. Παράλληλα, το «Σχέδιο Μάρσαλ» περιορίστηκε μόνο στον ενεργειακό τομέα και στην ανασυγκρότηση της παραδοσιακής βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, υπό τον έλεγχο των U.S. Corps of Engineers, αποκαταστάθηκε μέρος των κατεστραμμένων υποδομών. Η ανάκαμψη της βιομηχανικής και της αγροτικής παραγωγής ήταν εντυπωσιακή στη διάρκεια του Εμφυλίου.
Το χρονικό της υπογραφής
Στις 26 Μαΐου 1947 αποστέλλεται στην ελληνική κυβέρνηση επίσημο σημείωμα από τους Αμερικανούς, οι οποίοι ζητούσαν την έγκριση του νομοσχεδίου που καθόριζε τα σχετικά με τη βοήθεια προς την Ελλάδα. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι το σχέδιο της απάντησης που ζητούσαν από την ελληνική πλευρά είχε ήδη συνταχθεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Στις 15 Ιουνίου του 1947 ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Τσαλδάρης με επιστολή του ζητά, σύμφωνα με την επιθυμία των Αμερικανών, από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να αποστείλουν ειδικούς, οι οποίοι θα συνέβαλλαν στην προσπάθεια της χώρας για ανασυγκρότηση. Από τους ειδικούς αυτούς θα σχηματιζόταν η αμερικανική αποστολή, επιφορτισμένη με το έργο της οργάνωσης παροχής βοήθειας και της παροχής συμβουλών στην Αθήνα, καθώς και του ελέγχου στη χρήση της βοήθειας από τις ελληνικές αρχές.
Τελικά η σχετική ελληνοαμερικανική συμφωνία υπογράφτηκε στις 29 Ιουνίου του 1947. Αρχηγός της αμερικανικής πολιτικής στην Ελλάδα είχε διοριστεί ήδη από τις 5 Ιουνίου ο πρώην κυβερνήτης της Νεμπράσκα Ντουάιτ Γρίσγουολντ και ως συντονιστής του προγράμματος βοήθειας στην Ελλάδα και την Τουρκία ο Τζορτζ Μακ Γκι, ειδικός βοηθός του υπουργού Εξωτερικών για οικονομικές υποθέσεις.
Οδηγίες προς ναυτιλλομένους
Πριν από την αναχώρηση της αμερικανικής αποστολής στην Ελλάδα ο επικεφαλής της Ντουάιτ Γρίσγουολντ έλαβε μέρος σε μια σειρά συσκέψεων με ανώτατα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης, στις οποίες ετέθη το θέμα των αρμοδιοτήτων του. Τότε, λοιπόν, συμφωνήθηκε ότι στο ενδεχόμενο που η αποστολή αντιμετώπιζε κωλυσιεργίες ή έλλειψη συνεργασίας από τους Έλληνες αξιωματούχους ή ακόμα και μέλη της κυβέρνησης, αυτοί θα έπρεπε να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους.
Στον αντίποδα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνέστησε ότι η αμερικανική αποστολή θα έπρεπε να είναι διακριτική στις επεμβάσεις της, ώστε να μην προκαλούνται δυσαρέσκειες στους άλλους αξιωματούχους και στον ελληνικό λαό. Μάλιστα τονίστηκε ότι ενδεχόμενες αλλαγές στη σύνθεση της κυβέρνησης θα έπρεπε να γίνονταν με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μοιάζουν ότι τις προκάλεσαν οι ίδιοι.
Ενδεικτικές επίσης είναι και οι οδηγίες του Μάρσαλ σε επιστολή του προς τον Γρίσγουολντ στις 10 Ιουνίου. Σε αυτή ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ τονίζει ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έπρεπε να μελετηθεί υπό το πρίσμα της εξελισσόμενης κατά την Ουάσιγκτον προσπάθειας των κομμουνιστών σε όλον τον κόσμο να ανατρέψουν τις κυβερνήσεις που μέχρι στιγμής δεν ήταν στον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Μάρσαλ τόνιζε με έμφαση ότι ήταν πεποίθηση της Ουάσιγκτον πως με την καθοδήγηση της Σοβιετικής Ένωσης, η Γιουγκοσλαβία και, σε μικρότερο βαθμό, η Βουλγαρία και η Αλβανία συντόνιζαν ενέργειες που είχαν στόχο να εγκαθιδρύσουν στην Ελλάδα μια κυβέρνηση υπό τον έλεγχο των κομμουνιστών, να την αναγκάσουν να μπει σε ένα βαλκανικό μπλοκ υπό τους Σοβιετικούς και να εντάξει τη Μακεδονία σε μια γιουγκοσλαβική ή βαλκανική ομοσπονδία.
Υπό αυτό το πρίσμα, συνέχιζε στην επιστολή προς τον Γρίσγουολντ ο Μάρσαλ, οι γενικοί πολιτικοί στόχοι των ΗΠΑ περιλάμβαναν, πρώτον, τη διατήρηση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας της Ελλάδας, ώστε να αποτραπεί η περιέλευσή της στη σοβιετική σφαίρα επιρροής, και, δεύτερον, την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ώστε η Ελλάδα να γίνει όσο το συντομότερο αυτάρκης.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου