Η παρούσα κρίση, πέρα από την πολιτική, οικονομική, κοινωνική και ανθρωπολογική διάστασή της, έχει και μία ακόμα, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πτυχή. Πρόκειται για την αφήγηση, ή καλύτερα για τις πολλαπλές αφηγήσεις της.
Οι αφηγήσεις αυτές, πολύ συχνά παράγουν στερεοτυπικές κατασκευές, μύθους και ιδεολογήματα. Όμως τι είναι τα στερεότυπα; Η Maria Todorova τα ορίζει με εξαιρετική ακρίβεια: «Τα στερεότυπα (είτε θετικά είτε αρνητικά), πολύ συχνά βασίζονται σε πραγματικά χαρακτηριστικά, τα οποία μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει. Αυτό που αμφισβητώ εγώ, δεν είναι το περιεχόμενο αυτών των χαρακτηριστικών, αλλά η θέση τους και η λειτουργία τους ως στερεοτύπων, δηλαδή οι υπερβολικές και πάγιες γενικεύσεις που γίνονται στη βάση ατομικών ή ομαδικών χαρακτηριστικών (αν και αληθινών) και η εν συνεχεία χρησιμοποίηση αυτών των χαρακτηριστικών για ατομικές ή ομαδικές πράξεις… Με δυο λόγια, δεν με προβληματίζει το περιεχόμενο, αλλά η σύνταξη.»
Οι συνακόλουθοι μύθοι, που είναι ένα σύνολο από στερεότυπα, έχουν την ίδια γενεαλογία. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Στέφανος Πεσμαζόγλου, «Οι μύθοι, αντίθετα με τη συνηθισμένη παρερμηνεία, δεν ταυτίζονται πάντα με τα ψεύδη, αλλά νοούνται συνήθως ως ένα κράμα από αλήθειες, μισο-αλήθειες, απροσδιόριστες γκρίζες ζώνες, αποσιωπήσεις, όπως και ψεύδη (που δεν είναι επινοημένες αλήθειες).»
Στερεότυπα και μύθοι, λειτουργούν ως συστατικά στοιχεία στη διαμόρφωση της ταυτότητας, ατομικής και εθνικής, στη διάκριση του εγώ από τον άλλο. Παράλληλα, παράγονται μηχανισμοί που συμβάλλουν στη δημιουργία, την αποδοχή και την ανθεκτικότητά τους.
Η κρίση παράγει αλλά και αναπαράγεται μέσα από αυτές τις φαντασιακές κατασκευές. Δύο τουλάχιστον από αυτές μοιάζει να κυριαρχούν στις ημέρες μας. Μία στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και μία στην Ελλάδα.
Στις περισσότερες από τις ευρωπαϊκές χώρες, κυρίαρχο είναι το στερεότυπο των τεμπέληδων του Νότου, ιδίως των Ελλήνων. Λαϊκιστές πολιτικοί, ανεύθυνα μέσα ενημέρωσης, ανερμάτιστοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, αναπαράγουν στερεότυπα και κατασκευάζουν μύθους, που ακούγονται εύηχα στα αυτιά του «μέσου πολίτη». Πρόκειται για τις «ευχάριστες αυταπάτες» που χρειάζονται οι κοινωνίες, σύμφωνα με τον Edmund Burke. Στη Γερμανία, αυτό το ρόλο έχει αναλάβει η εφημερίδα Bild, το υποκατάστατο, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, ενός κόμματος της ακροδεξιάς. Στην Τσεχία, ο πρωθυπουργός της χώρας Πετρ Νέκας δήλωσε ότι «οι Έλληνες δεν δουλεύουν, κάθονται όλη μέρα, πίνουν ούζο και πρέπει να βγουν από την ΕΕ». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ολλανδία και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η απαξίωση των «τεμπέληδων» έχει αποκτήσει διαστάσεις αυτονοήτου.
Στην Ελλάδα, το στερεότυπο της επίρριψης όλων των ευθυνών στους επίβουλους ξένους, ιδίως τους Γερμανούς, που θέλουν να θέσουν την Ελλάδα υπό τη δική τους κατοχή, έχει διαποτίσει τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών («θέλουν να μας μεταβάλουν σε αποικία»), ο Μίκης Θεοδωράκης («θέλουν να μας υποδουλώσουν»), επιφανή στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ, εσχάτως και ο ΛΑΟΣ, πρωτοστατούν σε αυτές τις δηλώσεις μίσους.
Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης πλειοδοτούν σε ένα κρεσέντο λαϊκισμού. Ο «κοινός νους» στην Ελλάδα, είναι απόλυτα πεισμένος γι’ αυτό το στερεότυπο. Ο «κοινός νους» είναι μια απλοϊκή (naïve) αντανάκλαση της πραγματικότητας, αδιαμεσολάβητη, μη αναστοχαστική και μη θεωρητική. Οι ιδέες αυτές φαντάζουν φυσικές, αιώνιες, αναλλοίωτες και αναπόδραστες. Πρόκειται για βιωμένες ιδεολογίες (Iived ideologies), που είναι εν πολλοίς οι ίδιες, σε όλες τις τάξεις (σε αρχόμενες και άρχουσες). Ο κοινός νους είναι το φολκλόρ της φιλοσοφίας. Ο «κοινός νους» θεωρεί ότι κατέχει τη λυδία λίθο της αλήθειας. Από κοινός νους, μετατρέπεται σε κοινό τόπο.
Βαθιές ιστορικές καταβολές
Και τα δύο αυτά στερεότυπα έχουν βαθύτατες ιστορικές καταβολές. Η αντίληψη περί καθυστερημένου Νότου, είναι μια άλλη εκδοχή του «βαλκανισμού», δηλαδή της απαξιωτικής αντίληψης για τα Βαλκάνια, που ξεκίνησε στις αρχές του 20ούαιώνα, κορυφώθηκε στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, για να αναζωπυρωθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τις βαρβαρότητες στις συγκρούσεις που οδήγησαν στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, τα Βαλκάνια ήταν και είναι ο «καθυστερημένος αδελφός» της Ευρώπης, το «ανθρωπολογικό της Μουσείο». Ο «βαλκανισμός», μια ιδιότυπη μορφή «οριενταλισμού», (με πολλές ομοιότητες και πολύ σημαντικές διαφορές ανάμεσά τους), δαιμονοποίησε μια ολόκληρη γεωγραφική περιοχή, με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα, η λέξη Βαλκάνια και τα παράγωγά της να έχουν αρνητικά φορτισμένο πρόσημο. Αυτή η ευρωπαϊκή φαντασίωση για τα Βαλκάνια αναπαράγεται και πάλι, με αφορμή την ελληνική κρίση.
Αντίστοιχα, η αντίληψη για τους ξένους που μας επιβουλεύονται, είναι ένα διαχρονικό και ιδιαίτερα επίμονο χαρακτηριστικό της ελληνικής νεωτερικότητας. Ιδεολογικά, παραμένει ως «άτεγκτο, ασάλευτο παρόν», κατά την ιδιαίτερα επιτυχή διατύπωση του Στέλιου Ράμφου, διαπερνώντας οριζόντια και κονιορτοποιώντας τις πολιτικές στοιχίσεις και συσσωματώσεις. Παλαιότερα, οι εχθροί ήταν οι «Σύμμαχοι» που μας οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή, μετά οι Άγγλοι που μας έσπρωξαν στον Εμφύλιο, στη συνέχεια οι Αμερικανοί που ευθύνονται για τη δικτατορία και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, με τον Κίσινγκερ να απεργάζεται τον αφανισμό του Έθνους των Ελλήνων, για να φτάσουμε στους Γερμανούς και τους Μερκοζί, που θέλουν να μας συντρίψουν και να μας υποδουλώσουν.
Αυτοί οι μύθοι επιτελούν για την ελληνική κοινωνία μια υπαρξιακή λειτουργία, όπως την ορίζει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης: «Οι κοινωνίες επιζητούν τους μύθους, τους έχουν ανάγκη, αισθάνονται ότι τους χρειάζονται, όχι ως μύθους, βέβαια, αλλά ως συλλογικά αφηγήματα της ύπαρξής τους για να εξακολουθήσουν να υπάρχουν».
Και τα δύο αυτά στερεότυπα έχουν βαθύτατες ιστορικές καταβολές. Η αντίληψη περί καθυστερημένου Νότου, είναι μια άλλη εκδοχή του «βαλκανισμού», δηλαδή της απαξιωτικής αντίληψης για τα Βαλκάνια, που ξεκίνησε στις αρχές του 20ούαιώνα, κορυφώθηκε στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, για να αναζωπυρωθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τις βαρβαρότητες στις συγκρούσεις που οδήγησαν στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, τα Βαλκάνια ήταν και είναι ο «καθυστερημένος αδελφός» της Ευρώπης, το «ανθρωπολογικό της Μουσείο». Ο «βαλκανισμός», μια ιδιότυπη μορφή «οριενταλισμού», (με πολλές ομοιότητες και πολύ σημαντικές διαφορές ανάμεσά τους), δαιμονοποίησε μια ολόκληρη γεωγραφική περιοχή, με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα, η λέξη Βαλκάνια και τα παράγωγά της να έχουν αρνητικά φορτισμένο πρόσημο. Αυτή η ευρωπαϊκή φαντασίωση για τα Βαλκάνια αναπαράγεται και πάλι, με αφορμή την ελληνική κρίση.
Αντίστοιχα, η αντίληψη για τους ξένους που μας επιβουλεύονται, είναι ένα διαχρονικό και ιδιαίτερα επίμονο χαρακτηριστικό της ελληνικής νεωτερικότητας. Ιδεολογικά, παραμένει ως «άτεγκτο, ασάλευτο παρόν», κατά την ιδιαίτερα επιτυχή διατύπωση του Στέλιου Ράμφου, διαπερνώντας οριζόντια και κονιορτοποιώντας τις πολιτικές στοιχίσεις και συσσωματώσεις. Παλαιότερα, οι εχθροί ήταν οι «Σύμμαχοι» που μας οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή, μετά οι Άγγλοι που μας έσπρωξαν στον Εμφύλιο, στη συνέχεια οι Αμερικανοί που ευθύνονται για τη δικτατορία και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, με τον Κίσινγκερ να απεργάζεται τον αφανισμό του Έθνους των Ελλήνων, για να φτάσουμε στους Γερμανούς και τους Μερκοζί, που θέλουν να μας συντρίψουν και να μας υποδουλώσουν.
Αυτοί οι μύθοι επιτελούν για την ελληνική κοινωνία μια υπαρξιακή λειτουργία, όπως την ορίζει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης: «Οι κοινωνίες επιζητούν τους μύθους, τους έχουν ανάγκη, αισθάνονται ότι τους χρειάζονται, όχι ως μύθους, βέβαια, αλλά ως συλλογικά αφηγήματα της ύπαρξής τους για να εξακολουθήσουν να υπάρχουν».
Η υλική δύναμη των στερεοτύπων
Τα στερεότυπα και οι μύθοι, δεν παραμένουν στον περίκλειστο κόσμο των ιδεών. Παράγουν απτά αποτελέσματα και κατά συνέπεια, διαθέτουν μια τεράστια υλική δύναμη. Ενθαρρύνουν ή αποθαρρύνουν πολιτικές αποφάσεις και ενέργειες, υπαγορεύουν νοοτροπίες και συμπεριφορές. Με τα λόγια της Maria Todorona, «τα στερεότυπα περιορίζουν την πολύπλοκη και διαρκώς μεταλλασσόμενη πραγματικότητα μέσα σε ένα ζουρλομανδύα (με όλες τις ιατρικές και τιμωρητικές προεκτάσεις που ενέχει αυτή η μεταφορά)».
Για όσους θεωρούν υπερβολική τη διαπίστωση για το «ζουρλομανδύα», αρκεί να δουν τα ευρήματα της πρόσφατης (Φεβρουάριος 2012) δημοσκόπησης της VPRC για την εικόνα της Γερμανίας και της γερμανικής πολιτικής στην ελληνική κοινή γνώμη. Ενδεικτική απαρίθμηση: Στο ερώτημα «Σκεφτόμενοι τη Γερμανία ως χώρα, ποια λέξη ή ιδέα σας έρχεται στο μυαλό;», 32,4% απαντούν Χίτλερ/ναζισμός/Τρίτο Ράιχ, 15% απαντούν λέξεις που προσδιορίζουν αρνητικά συναισθήματα και 4,5% Κατοχή/καταστροφή. Το 77% συμφωνεί ότι έχουν δίκιο αυτοί που χαρακτηρίζουν την πολιτική που ασκεί σήμερα η Γερμανία ως Τέταρτο Ράιχ. Το 76% θεωρεί τη Γερμανία ως εχθρική χώρα, ενώ το 79% πιστεύει ότι η Γερμανία παίζει αρνητικό ρόλο στην Ευρώπη.
Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται ότι εάν αυτές οι στερεοτυπικές κατασκευές επικρατήσουν ένθεν και ένθεν, οι συνακόλουθες πολιτικές επιλογές θα είναι η αποκοπή του «άρρωστου μέλος» από το σώμα της Ευρώπης, ως ευρωπαϊκή θεσμική επιλογή και η ελληνική περιχαράκωση στην «εθνική ιδιομορφία και ιδιαιτερότητα», στην ελληνική ιδιοπροσωπεία, ακριβώς όπως στο παρελθόν η εσωτερίκευση του Βαλκανισμού οδήγησε κάποιες χώρες στη γειτονιά μας, στη νοσταλγία του ανατολικού παρελθόντος και στη λαγνεία της «καθ’ ημάς Ανατολής».
Η ώρα της πολιτικής και των πολιτών
Οι πολιτικές ελίτ στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, με ταλαντεύσεις και παλινδρομήσεις, έπραξαν ενάντια σε αυτά τα στερεότυπα, δηλαδή ενάντια στη διαμορφωμένη βούληση της πλειοψηφίας των κοινωνιών στην παρούσα συγκυρία. Συμφώνησαν σε ένα γιγαντιαίο σχέδιο οικονομικής βοήθειας για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Η πλειοψηφία των πολιτών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ήταν αντίθετη, για διαφορετικούς λόγους, σε αυτή την επιλογή. Η πολιτική βούληση αγνόησε τις εμφωλευμένες, λόγω στερεοτύπων, στην κοινωνία πολιτικές προδιαθέσεις. Ήταν μια αδιαμφισβήτητη νίκη του Ορθολογισμού. Μια νίκη που όμως κινδυνεύει να είναι Πύρρειος, εάν το κακό δεν χτυπηθεί στη ρίζα του.
Φαίνεται ότι οι πολιτικοί στη Γερμανία έχουν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος. Σε πρόσφατη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Guido Westerwelle, παρουσίασε στους συναδέλφους του δωδεκασέλιδο έγγραφο, όπου τονίζεται ότι, με την παρούσα ευρωπαϊκή κρίση, «οι αναμοχλεύσεις κακών ιδεών από το παρελθόν, αλλά και οι προκαταλήψεις, επανεμφανίστηκαν». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση, κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν έχει να αποκομίσει κέρδη από την «απάρνηση της Ευρώπης», ενώ επισημαίνεται ότι «στην αντίθετη περίπτωση, προκύπτει ανυπόφορο κόστος, πιστωτικό, πολιτικό, ανθρώπινο». Η γερμανική κυβέρνηση εκφράζει τη βούληση «να πολεμήσουμε τα στερεότυπα, ιδίως τα βρετανικά», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση.
Λίγες ημέρες αργότερα, ο συμπρόεδρος των Γερμανών Πρασίνων, Τζεμ Οζντεμίρ, τουρκικής καταγωγής, δήλωσε: «Το να απεικονίζεται η Μέρκελ με στολή ναζί στις ελληνικές εφημερίδες και οι Έλληνες να παρουσιάζονται από τον γερμανικό Τύπο ως τεμπέληδες που δεν μπορούν να πετύχουν τίποτα, δεν βοηθά κανέναν. Είναι λάθος αυτά τα στερεότυπα για τους Γερμανούς. Και ο Πρόεδρός σας, που στοχοποίησε τον Σόιμπλε, κατηγόρησε τον λάθος άνθρωπο. Ο Σόιμπλε είναι από τα ελάχιστα στελέχη σε αυτήν την κυβέρνηση που ενημερώνει την κοινή γνώμη για τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει η Ελλάδα». Αυτό που χρειάζεται και από τις δύο πλευρές, είπε ο Οζντεμίρ, είναι «περισσότερη λογική και λιγότερο συναίσθημα».
Στην Ελλάδα, προς το παρόν αρκούμαστε στη δήλωση του Γιάννη Δημαρά: «Αν είχατε μελετήσει Γκέτε, για παράδειγμα, θα το ξέρατε. Στη Χώρα μου, οφείλετε το γεγονός ότι από άγριοι και απολίτιστοι Γότθοι μετατραπήκατε σε συντεταγμένο έθνος, μόνο που όπως φαίνεται η πρώτη σας ιδιότητα είναι γονιδιακή και δεν σας εγκαταλείπει.».
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Σπύρος Βλέτσας: «Θεωρούμενες σοβαρές εφημερίδες δημοσιεύουν στην πρώτη τους σελίδα φωτογραφίες της καγκελαρίου Μέρκελ σε γκριμάτσες που θυμίζουν δράκουλα, για να υπονοήσουν ότι ετοιμάζεται να κατασπαράξει τους Έλληνες. Ο συναγωνισμός για το ποιος θα κάνει την πιο εντυπωσιακή δήλωση εναντίον των Γερμανών, δεν έχει όρια και συχνά διολισθαίνει σε ρατσιστικά κηρύγματα, τα οποία βασίζονται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας, τη γονιδιακή κατάταξη των φυλών».
Αν αυτές οι διαπιστώσεις είναι ορθές, τότε είναι απόλυτη πολιτική προτεραιότητα για εκείνους και εκείνες που συνεχίζουν να πιστεύουν ότι είναι παιδιά του Διαφωτισμού, είτε στη φιλελεύθερη, είτε στη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, να προσπαθήσουν να δομήσουν ένα νέο ευρωπαϊκό δήμο, βασισμένο στις αρχές της αλληλεγγύης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, σε αντίθεση με την εθνική περιχαράκωση και τον εθνικιστικό αυτισμό.
Παράλληλα, πρέπει καθημερινά να προσπαθούν να αποδομήσουν και να αποσαθρώσουν τα στερεότυπα και τους μύθους που περιγράψαμε. Γιατί μπορεί να «σας χάιδεψαν τ’ αυτιά, μ’ απέχουνε πολύ απ’ την αλήθεια», όπως τραγούδησε ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Του Πέτρου Παπασαραντόπουλου, για το περιοδικό Μεταρρύθμιση
Αντικλείδι
Οι πολιτικές ελίτ στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, με ταλαντεύσεις και παλινδρομήσεις, έπραξαν ενάντια σε αυτά τα στερεότυπα, δηλαδή ενάντια στη διαμορφωμένη βούληση της πλειοψηφίας των κοινωνιών στην παρούσα συγκυρία. Συμφώνησαν σε ένα γιγαντιαίο σχέδιο οικονομικής βοήθειας για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Η πλειοψηφία των πολιτών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ήταν αντίθετη, για διαφορετικούς λόγους, σε αυτή την επιλογή. Η πολιτική βούληση αγνόησε τις εμφωλευμένες, λόγω στερεοτύπων, στην κοινωνία πολιτικές προδιαθέσεις. Ήταν μια αδιαμφισβήτητη νίκη του Ορθολογισμού. Μια νίκη που όμως κινδυνεύει να είναι Πύρρειος, εάν το κακό δεν χτυπηθεί στη ρίζα του.
Φαίνεται ότι οι πολιτικοί στη Γερμανία έχουν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος. Σε πρόσφατη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Guido Westerwelle, παρουσίασε στους συναδέλφους του δωδεκασέλιδο έγγραφο, όπου τονίζεται ότι, με την παρούσα ευρωπαϊκή κρίση, «οι αναμοχλεύσεις κακών ιδεών από το παρελθόν, αλλά και οι προκαταλήψεις, επανεμφανίστηκαν». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση, κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν έχει να αποκομίσει κέρδη από την «απάρνηση της Ευρώπης», ενώ επισημαίνεται ότι «στην αντίθετη περίπτωση, προκύπτει ανυπόφορο κόστος, πιστωτικό, πολιτικό, ανθρώπινο». Η γερμανική κυβέρνηση εκφράζει τη βούληση «να πολεμήσουμε τα στερεότυπα, ιδίως τα βρετανικά», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση.
Λίγες ημέρες αργότερα, ο συμπρόεδρος των Γερμανών Πρασίνων, Τζεμ Οζντεμίρ, τουρκικής καταγωγής, δήλωσε: «Το να απεικονίζεται η Μέρκελ με στολή ναζί στις ελληνικές εφημερίδες και οι Έλληνες να παρουσιάζονται από τον γερμανικό Τύπο ως τεμπέληδες που δεν μπορούν να πετύχουν τίποτα, δεν βοηθά κανέναν. Είναι λάθος αυτά τα στερεότυπα για τους Γερμανούς. Και ο Πρόεδρός σας, που στοχοποίησε τον Σόιμπλε, κατηγόρησε τον λάθος άνθρωπο. Ο Σόιμπλε είναι από τα ελάχιστα στελέχη σε αυτήν την κυβέρνηση που ενημερώνει την κοινή γνώμη για τις μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει η Ελλάδα». Αυτό που χρειάζεται και από τις δύο πλευρές, είπε ο Οζντεμίρ, είναι «περισσότερη λογική και λιγότερο συναίσθημα».
Στην Ελλάδα, προς το παρόν αρκούμαστε στη δήλωση του Γιάννη Δημαρά: «Αν είχατε μελετήσει Γκέτε, για παράδειγμα, θα το ξέρατε. Στη Χώρα μου, οφείλετε το γεγονός ότι από άγριοι και απολίτιστοι Γότθοι μετατραπήκατε σε συντεταγμένο έθνος, μόνο που όπως φαίνεται η πρώτη σας ιδιότητα είναι γονιδιακή και δεν σας εγκαταλείπει.».
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Σπύρος Βλέτσας: «Θεωρούμενες σοβαρές εφημερίδες δημοσιεύουν στην πρώτη τους σελίδα φωτογραφίες της καγκελαρίου Μέρκελ σε γκριμάτσες που θυμίζουν δράκουλα, για να υπονοήσουν ότι ετοιμάζεται να κατασπαράξει τους Έλληνες. Ο συναγωνισμός για το ποιος θα κάνει την πιο εντυπωσιακή δήλωση εναντίον των Γερμανών, δεν έχει όρια και συχνά διολισθαίνει σε ρατσιστικά κηρύγματα, τα οποία βασίζονται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας, τη γονιδιακή κατάταξη των φυλών».
Αν αυτές οι διαπιστώσεις είναι ορθές, τότε είναι απόλυτη πολιτική προτεραιότητα για εκείνους και εκείνες που συνεχίζουν να πιστεύουν ότι είναι παιδιά του Διαφωτισμού, είτε στη φιλελεύθερη, είτε στη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, να προσπαθήσουν να δομήσουν ένα νέο ευρωπαϊκό δήμο, βασισμένο στις αρχές της αλληλεγγύης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, σε αντίθεση με την εθνική περιχαράκωση και τον εθνικιστικό αυτισμό.
Παράλληλα, πρέπει καθημερινά να προσπαθούν να αποδομήσουν και να αποσαθρώσουν τα στερεότυπα και τους μύθους που περιγράψαμε. Γιατί μπορεί να «σας χάιδεψαν τ’ αυτιά, μ’ απέχουνε πολύ απ’ την αλήθεια», όπως τραγούδησε ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Του Πέτρου Παπασαραντόπουλου, για το περιοδικό Μεταρρύθμιση
Αντικλείδι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου