Τελικά υπήρχε ο μπαμπούλας μέσα στη ντουλάπα. Περάσαμε ολόκληρη ζωή, εμείς οι παλιότεροι τουλάχιστον, με την υποψία κάπου κρυμμένη βαθεία μέσα σε κάποιο κουτάκι του μυαλού μας. Με εκείνο το φόβο του ενστίκτου, που οσφρίζεται το κακό, διαισθάνεται κάπου στην ατμόσφαιρα μια σκιά πάνω από τα κεφάλια, αλλά δεν το βλέπει, δεν το αγγίζει. Η μνημονιακή Ελλάδα, ήταν το άνοιγμα της ντουλάπας, έστω και με το ζόρι. Εκείνη η απαίσια μυρουδιά από το τέρας που μεγάλωνε ήταν μέσα στο δωμάτιο ήδη αλλά κάτι με τα αρωματικά χώρου, κάτι με ένα πέρασμα από μπογιά στους τοίχους, όλο και τη σκεπάζαμε.
Η εποχή των μνημονίων, έφερε έστω και βίαια το ξύπνημα από το παραμύθι. Τόση βρωμιά κρυμμένη κάτω από κάθε πατούσα, κάθε εκατοστό αυτής της ταλαίπωρης πατρίδας, ήταν επόμενο κάποια στιγμή να βγει προς τα έξω.. Κι επειδή πολλές φορές ούτε η φαντασία μπορεί να συλάβει το μέγεθος της ασχήμιας, μουγκαθήκαμε. Οχι όλοι. Εκείνο το κομμάτι που συνήθιζε να μιλάει, να ονειρεύεται, να ελπίζει μουγκάθηκε. Το υπόλοιπο κομμάτι έτσι κι αλλιώς μουγκό και τυφλό ήταν πάντα. Για να μην πω νεκρό, με απομίμηση ζωής. Το κομμάτι της κοινωνίας που είχε παλμό ζωής ακόμα μέσα του, μουγκάθηκε.
Δεν είναι ζήτημα ηττοπάθειας, απαισιοδοξίας, ανικανότητας ή δειλίας. Είναι απλά γιατί το τέρας της περίφημης μεταπολίτευσης γιγαντώθηκε τόσο που πρακτικά είναι αδύνατον να το σκοτώσεις. Αυτό το τέρας που μετάλλαξε μια ολόκληρη κοινωνία στη γη των ζωντανών νεκρών που περιφέρονται άσκοπα, χωρίς αύριο, χωρίς σήμερα, απολειφάδια ενός χτες που ξέρασε τόσο ψέμμα, τόση απάτη, τόση ανοησία, δεν μπορεί να συμμαζευτεί πλέον. Δρα ανεξέλεγκτο. Ενα θηρίο χωρίς εγκέφαλο, χωρίς καρδιά, χωρίς αίμα, φτιαγμένο από τις πιο ξεφτυλισμένες εμμονές αρρωστημένων μυαλών, κυκλοφορεί με θράσος και παριστάνει πως είναι κράτος πολιτών, με νόμους και κανόνες φτιαγμένους τάχα για τη προστασία, την ευημερία, τη δικαιοσύνη, τη πρόοδων των ανθρώπων...
Μηχανές ξερές, που ξερνάνε νούμερα ορίζουν τις ανθρώπινες ζωές, και μια ολόκληρη εποχή κλείνει οριστικά. Αφήνοντας ένα λαό διχασμένος ανάμεσα στο φόβο και την ανοησία. Ενα λαό αδιάφορων ή ανήμπορων. Αδιάφορων για τις ζωές των άλλων, ή ανήμπορων να διαχειριστούν τη δική τους.
Ξέρετε, δεν υπάρχει λύση. Τουλάχιστον για τις επόμενες δυο και τρεις γενιές. Γιατί οι άνθρωποι έχουν χωριστεί σε δυο κατηγορίες. Σ΄εκείνους που δεν τους ενδιαφέρει να βρουν λύση γιατί δεν μπορούν να δουν ποιο είναι το πρόβλημα και σ΄εκείνους που βλέπουν και βιώνουν το πρόβλημα αλλά δεν έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν τη πορεία...
Είμαστε σε ένα φέουδο. Με τους άρχοντες, τους αυλικούς και τους σκλάβους. Υπάρχει κόσμος αυτή τη στιγμή που το μόνο του όνειρο είναι να αναβαθμίσει το ρόλο του σκλάβου κι αντί να δουλεύει στα κτήματα με τις αλυσίδες, ονειρεύεται να μπει στο σπίτι και να σερβίρει καφέδες... Υπάρχει κόσμος που μετατρέπεται σε ρουφιάνο του αφέντη για να κερδίσει μια θέση στον ήλιο, κι άλλοι που δεν έχουν καμιά ελπίδα να σπάσουν τις αλυσίδες. Και πολιτικάντηδες, λόγιοι, παπάδες , χωροφυλάκοι, δικολάβοι και μαυραγορίτες, καλαμαράδες και τοκογλύφοι, ανακατεμένοι όλοι σ΄ενα συνεχόμενο παζάρι, που τραβάνε άλλο ένα βήμα μπροστά τη ζωούλα τους, με μια μιζέρια που είναι ακόμα πιο θλιβερή κι από τη βία...
Το μνημόνιο δεν ξέρω αν θα σώσει τελικά το τόπο, το σίγουρο είναι πως μας έσωσε από ένα πράγμα. Το παραμύθιασμα. Το κακό είναι πως ήταν τόσο βαθύς ο ύπνος και μακρόχρονος που κανείς δεν είχε σκεφτεί τι θα κάνει στο ξύπνημα. Δεν είχαν δημιουργηθεί άμυνες κι εναλλακτικές για το πως θα αντιμετωπίσει κανείς το μπαμπούλα που καραδοκούσε πάνω από το κρεββάτι. Οι περισσότεροι πίστευαν πως δεν τους αφορούσε. Πως κάποιος από μηχανής θεός θα συμμάζευε το χάλι. Πως ίσως μπορούσε κανείς να γυρίσει πλευρό και να συνεχίσει τη ξάπλα.
Δυστυχώς τη πατήσαμε. Κι απογοήτευση γίνεται όλο και μεγαλύτερη όσο ο κόσμος βλέπει πως δεν υπάρχει κανείς που να θέλει στα σοβαρά να στείλει στον αγύριστο το τέρας. Κι όσο μεγαλώνει η απογοήτευση, η δυσπιστία, μεγαλώνει κι η μουγκαμάρα. Η σιωπηλή αποδοχή σ΄οτιδήποτε γίνεται. Καταντήσαμε ανήμποροι ακόμα και για μικρά πράγματα. Ελάχιστα. Λες κι όλη μας η ζωή ορίζεται πλέον από διαταγές. Είναι ένας φαύλος κύκλος που κανείς δε λέει να σπάει, εκτός από την ατομική προσπάθεια που ο καθένας κάνει μέσα στους τοίχους του σπιτιού του, παλεύοντας με τα φαντάσματά του, με τους φόβους του, με τη θλίψη του....
Λένε πως ο ελληνικός λαός έκανε μεγάλες θυσίες. Το κακό είναι πως οι άνθρωποι που θυσιάζονται δεν ρωτήθηκαν. Κι εκείνοι που δεν θυσιάζονται όμορφα περνούν χωρίς να τους αγγίζει τίποτα. Αυτές οι θυσίες που συνεχίζονται και θα συνεχίζονται για πολλά χρόνια ακόμα δεν ήταν όλος ο ελληνικός λαός. Ηταν, είναι ένα κομμάτι που μάλλον πρέπει να μεγαλώσει πολύ ακόμα, μήπως και ... Δεν αρκούν τόσοι. Πρέπει να κατέβουν πολλές χιλιάδες ακόμα στο λάκκο με τα.... κι ίσως τότε βρεθούμε στη πιο επικίνδυνη θέση για οποιοδήποτε σύστημα. Εκείνων που δεν έχουν τίποτα να χάσουν πια. Σ΄εκείνο το σημείο δεν είναι απαραίτητο πως θα βγει κάτι καλό. Ισα ίσα που είναι ένα σημείο μηδέν όπου οι μεγαλύτερες αγριότητες ξεκινάνε, αλλά οι άνθρωποι αναγκαστικά βγαίνουν από εκείνη τη κατάσταση της μουγκαμάρας, του σαστίσματος, του σοκ... που δεν φέρνει ούτε καλό, ούτε κακό, παρά μόνο ένα ατελείωτο ΤΙΠΟΤΑ.
ΠΗΓΗ:Συνήθης Ύποπτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου