Ο Χαλεπάς γεννήθηκε το 1851 στον Πύργο της Τήνου. Ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει υπάλληλο, εκείνος όμως αντέδρασε και το 1869 μπήκε στο Τμήμα Γλυπτικής του Πολυτεχνείου. Τελειώνοντας στις σπουδές του έφυγε για το Μόναχο με υποτροφία της Ευαγγελίστριας Τήνου.
Όταν γύρισε από το Μόναχο στην Τήνο, γνώρισε την 18χρονη Μαριγώ Χριστοδούλου με την οποία είχε μια αγνή τρυφερή σχέση με άτυχο τέλος, που κλόνισε ακόμη περισσότερο την ήδη ταραγμένη ψυχική του υγεία. Το 1878 έφτιαξε στην Αθήνα την «Κοιμωμένη», την οποία τοποθέτησαν στο Α΄νεκροταφείο Αθηνών.
Όταν γύρισε από το Μόναχο στην Τήνο, γνώρισε την 18χρονη Μαριγώ Χριστοδούλου με την οποία είχε μια αγνή τρυφερή σχέση με άτυχο τέλος, που κλόνισε ακόμη περισσότερο την ήδη ταραγμένη ψυχική του υγεία. Το 1878 έφτιαξε στην Αθήνα την «Κοιμωμένη», την οποία τοποθέτησαν στο Α΄νεκροταφείο Αθηνών.
Την επιτυχία του ακολούθησε ο φθόνος και τ’ αρνητικά σχόλια.
Την ίδια χρονιά ενώ έφτιαχνε την Μήδεια αρχίζει να εκδηλώνει τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα της ασθένειάς του, που τον οδήγησαν στο ν’ αποπειραθεί ν’ αυτοκτονήσει. Στις 11 Ιουλίου του 1888 μπαίνει στο Ψυχιατρείο Κερκύρας ως πάσχων εξ’ ανοίας. Δυό χρόνια αργότερα επιστρέφει στην Τήνο. Η μητέρα του, με την οποία ζει δεν του επιτρέπει ν’ ασχοληθεί με την γλυπτική, γιατί πιστεύει ότι η τέχνη του φταίει για την ψυχική του κατάσταση. Ο Γιαννούλης συντετριμένος αρχίζει να γυρίζει στις ερημιές του νησιού και ν’ απομονώνεται όλο και περισσότερο. Το 1916 μόλις πέθανε η μητέρα του αρχίζει πάλι να δημιουργεί τα αριστουργήματά του μέχρι το 1930.
Η κοινωνία του χωριού, φέρεται πολύ σκληρά στον Γιαννούλη τον θεωρούν παλαβό, τον κοροϊδεύουν, τον στέλνουν για θελήματα, τον βρίζουν, του φέρονται εξευτελιστικά, σκληρά, τον καταδυναστεύουν. Το 1930 μη αντέχοντας άλλο την σκληρότητα των συγχωριανών του ήλθε στην Αθήνα, στην ανεψιά του Ειρήνη Χαλεπά, στο σπίτι της οποίας έζησε μέχρι τον θάνατό του στις 15 Σεπτεμβρίου 1938. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς δεν ήταν τρελλός! Ήταν ένας τρυφερός κι ευαίσθητος καλλιτέχνης, που η σκληρότητα των ανθρώπων τον ανάγκασε στην εσωτερική απομόνωση.
Την ίδια χρονιά ενώ έφτιαχνε την Μήδεια αρχίζει να εκδηλώνει τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα της ασθένειάς του, που τον οδήγησαν στο ν’ αποπειραθεί ν’ αυτοκτονήσει. Στις 11 Ιουλίου του 1888 μπαίνει στο Ψυχιατρείο Κερκύρας ως πάσχων εξ’ ανοίας. Δυό χρόνια αργότερα επιστρέφει στην Τήνο. Η μητέρα του, με την οποία ζει δεν του επιτρέπει ν’ ασχοληθεί με την γλυπτική, γιατί πιστεύει ότι η τέχνη του φταίει για την ψυχική του κατάσταση. Ο Γιαννούλης συντετριμένος αρχίζει να γυρίζει στις ερημιές του νησιού και ν’ απομονώνεται όλο και περισσότερο. Το 1916 μόλις πέθανε η μητέρα του αρχίζει πάλι να δημιουργεί τα αριστουργήματά του μέχρι το 1930.
Η κοινωνία του χωριού, φέρεται πολύ σκληρά στον Γιαννούλη τον θεωρούν παλαβό, τον κοροϊδεύουν, τον στέλνουν για θελήματα, τον βρίζουν, του φέρονται εξευτελιστικά, σκληρά, τον καταδυναστεύουν. Το 1930 μη αντέχοντας άλλο την σκληρότητα των συγχωριανών του ήλθε στην Αθήνα, στην ανεψιά του Ειρήνη Χαλεπά, στο σπίτι της οποίας έζησε μέχρι τον θάνατό του στις 15 Σεπτεμβρίου 1938. Ο Γιαννούλης Χαλεπάς δεν ήταν τρελλός! Ήταν ένας τρυφερός κι ευαίσθητος καλλιτέχνης, που η σκληρότητα των ανθρώπων τον ανάγκασε στην εσωτερική απομόνωση.
Πηγή : http://www.eikastikon.gr
πολύ όμορφα τα γλυπτά του.. όπως τα λες.. μεγάλος..με τραγική προσωπικότητα...
ΑπάντησηΔιαγραφή