Πιθανή η στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης στο Ιράκ
Του Βασίλη Στοϊλόπουλου από τη Ρήξη φ. 108
Πέρασε σχεδόν ένας χρόνος από τότε που τα «αδέσμευτα» ΜΜΕ της Δύσης ξεκίνησαν συντονισμένα και σε παραλληλία να προετοιμάζουν τη δυτική κοινή γνώμη ν’ αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα το επικείμενο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα στην Ουκρανία και την αναμενόμενη νέα αντιπαράθεση Δύσης-Ρωσίας. Μία αντιπαράθεση που διεξάγεται πλέον με πολλαπλά μέσα: πολεμικές συγκρούσεις μεσαίας έντασης, καθοδήγηση ξένων στρατιωτικών «συμβούλων» και συμμετοχή ακροδεξιών μισθοφόρων, απειλητική διπλωματία και λεονταρισμοί πολιτικών, φυσικό αέριο και εκβιασμοί για χρέη δισεκατομμυρίων. Αυτό όμως που ξεχωρίζει σε αυτή την αντιπαράθεση είναι η ένταση του πολέμου της προπαγάνδας, της παραπληροφόρησης και των εντυπώσεων, που εξελίσσεται αδυσώπητος στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση και στις εφημερίδες, με πρωταγωνιστές πρώτης γραμμής «αμερόληπτους» δημοσιογράφους και «ειδικούς» αναλυτές περιώνυμων θινκ τανκς.
Και αν από τη ρωσική πλευρά ήταν αναμενόμενο να περιμένει κανείς μια μονόπλευρη παρουσίαση –μέσω κυρίως της RT– των όσων διαδραματίζονται στην Ανατολική Ουκρανία, αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι τα σημαντικότερα ΜΜΕ των δυτικών χωρών επιδίδονται, σε όλη τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης, σε μια στρεβλή ειδησεογραφία που δεν διαφέρει και πολύ από την πλύση εγκεφάλου και το αμόκ πολεμοκαπηλίας. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελούν τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Γερμανίας, όπου πλέον η απόσταση ασφαλείας ανάμεσα στη δήθεν ποιοτική δημοσιογραφία και τη «φιλική προπαγάνδα» εκμηδενίζεται, καθώς η σχέση δημοσιογραφίας, οικονομίας και πολιτικής έγινε πλέον συνώνυμο της διαφθοράς, της εξουσιολαγνείας και της εξαγοράς συνειδήσεων. Μιας σχέσης που χαρακτηρίζεται από την ενσωμάτωση της δημοσιογραφικής ελίτ σε κέντρα και παράκεντρα εξουσίας και σε παντοδύναμα λόμπι και η οποία τεκμηριώνεται πλέον σε διδακτορικές διατριβές και αποτυπώνεται με εκατοντάδες παραδείγματα, σε βιβλία κόλαφο για την «τέταρτη εξουσία» της Γερμανίας και τα ενορχηστρωμένα προπαγανδιστικά της παραληρήματα.
Η αρχή της δημοσιογραφικής αποκαθήλωσης έγινε πριν ένα χρόνο με το βιβλίο Η δύναμη της γνώμης, στο οποίο ο πανεπιστημιακός Ούβε Κριούγκερ κατέδειξε με συναρπαστικό κι επιστημονικό τρόπο ότι δημοσιογράφοι που καλύπτουν θέματα εξωτερικής πολιτικής στις ναυαρχίδες της γερμανικής δημοσιογραφίας, Die Zeit, FAZ, Süddeutsche Zeitung, και Die Welt, διαπλέκονται σε πυκνά δίκτυα με το ΝΑΤΟ και με αμερικανικές υπηρεσίες. Αποτέλεσμα αυτής της δικτύωσης είναι η εξόφθαλμη εναρμόνιση του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ ή του πολιτικού σχολιασμού με την τρέχουσα πολιτική βούληση των ελίτ, χωρίς την παραμικρή κριτική διάθεση. Γεγονός που έγινε πασιφανές στην ουκρανική κρίση με τη γερμανική κοινή γνώμη να βομβαρδίζεται σχεδόν καθημερινά με αντιρωσικά πρωτοσέλιδα όπως «Σταματήστε τον Πούτιν τώρα» (Spiegel), «Δείξτε πυγμή» (FAZ), «Ή τώρα ή ποτέ» (Süddeutsche Zeitung), «Αρκετά με τα λόγια» (Tagesspiegel), «Πούτιν, ο εμπρηστής» (Spiegel) κ.ά. Μια στάση που σταδιακά προκάλεσε όμως ένα γιγαντιαίο κύμα οργής αναγνωστών και τηλεθεατών, οι οποίοι δεν κατανοούν πού αποσκοπεί τελικά μια τέτοια θηριώδη προπαγάνδα.
Το δεύτερο χτύπημα στην αξιοπιστία των γερμανικών ΜΜΕ ήρθε πριν ένα μήνα, με την κυκλοφορία του βιβλίου Αγορασμένοι δημοσιογράφοι. Πώς οι πολιτικοί, οι μυστικές υπηρεσίες και το μεγάλο κεφάλαιο κατευθύνουν τα ΜΜΕ της Γερμανίας του Ούντο Ουλκόττε, ενός δημοσιογράφου ο οποίος για δεκαεπτά χρόνια εργάστηκε στην έγκριτη FAZ και τώρα ομολογεί μετανιωμένος το πόσο διεφθαρμένος υπήρξε και ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια της «αγορασμένης δημοσιογραφίας». Στο βιβλίο, που παρά τη συντονισμένη προσπάθεια αποσιώπησης της ύπαρξής του από τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Γερμανίας, βρέθηκε από τη πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του στην κατηγορία των μπεστ σέλερ, αναφέρονται ονομαστικά εκατοντάδες δημοσιογράφοι και διευθυντές εφημερίδων και οι οργανώσεις λομπιστών που ανήκουν, παρουσιάζονται σκανδαλώδη γεγονότα συνεργασίας μυστικών υπηρεσιών και δημοσιογράφων και αποκαλύπτονται όλες οι σημαντικές οργανώσεις (German Marshall Fund, American Council on Germany, American Jewish Comittee, American Academy, Aspen Institute, Τριμερής, Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Πολιτικής κ.ά.) που επηρεάζουν μονόπλευρα τα ΜΜΕ υπέρ του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Στη βάση εκατοντάδων τεκμηρίων, καταρρίπτεται κάθε κατηγορία περί συνωμοσιολογίας, που επιχειρούν πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις οι θιασώτες της πολιτικής ορθότητας και της υποτιθέμενης ποιοτικής δημοσιογραφίας, περιγράφονται ποια σημαντικά γερμανικά όργανα μαζικής ενημέρωσης απέκτησαν ρόλο γραφείου Τύπου του ΝΑΤΟ και των γερμανικών και αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών – με εξαγορασμένες καταχωρήσεις εν είδει ειδησιογραφίας. Επιπλέον, αναλύονται τεχνικές προπαγάνδας, όπως η συστηματική παραποίηση φωτογραφιών και πολιτικών δηλώσεων, αποκαλύπτονται οι στημένες βραβεύσεις «φιλικών» δημοσιογράφων και τα ακριβοπληρωμένα ταξίδια τους σε φιλικά σουλτανάτα και παρουσιάζονται ακόμα και έντυπα της αμερικανικής πρεσβείας για την προώθηση σχεδίων επηρεασμού της κοινής γνώμης και εκμηδένισης αντίθετων απόψεων. Ασφαλώς, με αυτά τα δεδομένα δεν είναι καθόλου παράξενο που ο διευθυντής του Δεύτερου Γερμανικού Προγράμματος, ZDF, αποκαλεί τους ναζί του ουκρανικού τάγματος Αζόφ, «αγωνιστές της ελευθερίας» ή που η διάδοση αντιρωσικής ειδησιογραφίας από τα πρακτορεία ειδήσεων κατέληξε σε αυτοματοποιημένο μηχανισμό αναπαραγωγής νατοϊκής προπαγάνδας.
Είναι γεγονός ότι, από τότε που η ενιαία γραμμή της ευρωατλαντικής ελίτ επέβαλε ως νατοϊκό δόγμα τη «διευρυμένη ασφάλεια», συμπεριλαμβάνοντας σε αυτήν τρομοκρατία, πειρατεία, διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής, μεταναστευτικό, ναρκωτικά, οργανωμένο έγκλημα, κλιματική αλλαγή, αυτή η τόσο εκτεταμένη διαπλοκή μεταξύ πολιτικής, οικονομίας και δημοσιογραφίας στη Γερμανία –και όχι μόνο– έπαψε να έχει στοιχεία παραδοξότητας ή συνωμοσιολογίας. Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί να μιλά κανείς και για παραξενιές ενός πρώην Ανατολικογερμανού πάστορα και σημερινού πρόεδρου της Γερμανίας Γκάουκ, που επιμόνως προτρέπει για «μεγαλύτερη υπευθυνότητα» της Γερμανίας διεθνώς, κάτι που μεταφράζεται σε περισσότερες επεμβάσεις του γερμανικού στρατού στο εξωτερικό, παρότι η συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών απορρίπτει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Για τη γερμανική κυβέρνηση, η άμυνα δεν αφορά πλέον μόνο την υπεράσπιση της γερμανικής επικράτειας, αλλά περιλαμβάνει και την υπεράσπιση της ευημερίας του γερμανικού λαού, που σημαίνει εξασφάλιση πρώτων υλών και ενέργειας, χαμηλό επίπεδο ανεργίας, θετικό εμπορικό ισοζύγιο με τις άλλες χώρες κ.λπ. Η ρήση ενός Γερμανού πρώην υπουργού Άμυνας ότι, «η άμυνα της Γερμανίας ξεκινά στο Ιντουκούς», αναγορεύτηκε πλέον σε πολιτική βούληση των γερμανικών κυβερνήσεων, που προσπαθούν με κάθε τρόπο να το επιβάλουν στη γερμανική κοινή γνώμη, εξ ου και η γιγάντωση της διαπλοκής με τη δημοσιογραφική ελίτ. Η σύγκρουση στα σύνορα Δυτικής και Ανατολικής Ουκρανίας, εκεί δηλαδή που στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ουκρανοί ναζί πολεμούσαν για τα γερμανικά συμφέροντα, είναι σαφές πως πραγματοποιείται στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής.
Και αν από τη ρωσική πλευρά ήταν αναμενόμενο να περιμένει κανείς μια μονόπλευρη παρουσίαση –μέσω κυρίως της RT– των όσων διαδραματίζονται στην Ανατολική Ουκρανία, αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι τα σημαντικότερα ΜΜΕ των δυτικών χωρών επιδίδονται, σε όλη τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης, σε μια στρεβλή ειδησεογραφία που δεν διαφέρει και πολύ από την πλύση εγκεφάλου και το αμόκ πολεμοκαπηλίας. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελούν τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Γερμανίας, όπου πλέον η απόσταση ασφαλείας ανάμεσα στη δήθεν ποιοτική δημοσιογραφία και τη «φιλική προπαγάνδα» εκμηδενίζεται, καθώς η σχέση δημοσιογραφίας, οικονομίας και πολιτικής έγινε πλέον συνώνυμο της διαφθοράς, της εξουσιολαγνείας και της εξαγοράς συνειδήσεων. Μιας σχέσης που χαρακτηρίζεται από την ενσωμάτωση της δημοσιογραφικής ελίτ σε κέντρα και παράκεντρα εξουσίας και σε παντοδύναμα λόμπι και η οποία τεκμηριώνεται πλέον σε διδακτορικές διατριβές και αποτυπώνεται με εκατοντάδες παραδείγματα, σε βιβλία κόλαφο για την «τέταρτη εξουσία» της Γερμανίας και τα ενορχηστρωμένα προπαγανδιστικά της παραληρήματα.
Η αρχή της δημοσιογραφικής αποκαθήλωσης έγινε πριν ένα χρόνο με το βιβλίο Η δύναμη της γνώμης, στο οποίο ο πανεπιστημιακός Ούβε Κριούγκερ κατέδειξε με συναρπαστικό κι επιστημονικό τρόπο ότι δημοσιογράφοι που καλύπτουν θέματα εξωτερικής πολιτικής στις ναυαρχίδες της γερμανικής δημοσιογραφίας, Die Zeit, FAZ, Süddeutsche Zeitung, και Die Welt, διαπλέκονται σε πυκνά δίκτυα με το ΝΑΤΟ και με αμερικανικές υπηρεσίες. Αποτέλεσμα αυτής της δικτύωσης είναι η εξόφθαλμη εναρμόνιση του δημοσιογραφικού ρεπορτάζ ή του πολιτικού σχολιασμού με την τρέχουσα πολιτική βούληση των ελίτ, χωρίς την παραμικρή κριτική διάθεση. Γεγονός που έγινε πασιφανές στην ουκρανική κρίση με τη γερμανική κοινή γνώμη να βομβαρδίζεται σχεδόν καθημερινά με αντιρωσικά πρωτοσέλιδα όπως «Σταματήστε τον Πούτιν τώρα» (Spiegel), «Δείξτε πυγμή» (FAZ), «Ή τώρα ή ποτέ» (Süddeutsche Zeitung), «Αρκετά με τα λόγια» (Tagesspiegel), «Πούτιν, ο εμπρηστής» (Spiegel) κ.ά. Μια στάση που σταδιακά προκάλεσε όμως ένα γιγαντιαίο κύμα οργής αναγνωστών και τηλεθεατών, οι οποίοι δεν κατανοούν πού αποσκοπεί τελικά μια τέτοια θηριώδη προπαγάνδα.
Το δεύτερο χτύπημα στην αξιοπιστία των γερμανικών ΜΜΕ ήρθε πριν ένα μήνα, με την κυκλοφορία του βιβλίου Αγορασμένοι δημοσιογράφοι. Πώς οι πολιτικοί, οι μυστικές υπηρεσίες και το μεγάλο κεφάλαιο κατευθύνουν τα ΜΜΕ της Γερμανίας του Ούντο Ουλκόττε, ενός δημοσιογράφου ο οποίος για δεκαεπτά χρόνια εργάστηκε στην έγκριτη FAZ και τώρα ομολογεί μετανιωμένος το πόσο διεφθαρμένος υπήρξε και ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια της «αγορασμένης δημοσιογραφίας». Στο βιβλίο, που παρά τη συντονισμένη προσπάθεια αποσιώπησης της ύπαρξής του από τα καθεστωτικά ΜΜΕ της Γερμανίας, βρέθηκε από τη πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του στην κατηγορία των μπεστ σέλερ, αναφέρονται ονομαστικά εκατοντάδες δημοσιογράφοι και διευθυντές εφημερίδων και οι οργανώσεις λομπιστών που ανήκουν, παρουσιάζονται σκανδαλώδη γεγονότα συνεργασίας μυστικών υπηρεσιών και δημοσιογράφων και αποκαλύπτονται όλες οι σημαντικές οργανώσεις (German Marshall Fund, American Council on Germany, American Jewish Comittee, American Academy, Aspen Institute, Τριμερής, Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Πολιτικής κ.ά.) που επηρεάζουν μονόπλευρα τα ΜΜΕ υπέρ του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Στη βάση εκατοντάδων τεκμηρίων, καταρρίπτεται κάθε κατηγορία περί συνωμοσιολογίας, που επιχειρούν πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις οι θιασώτες της πολιτικής ορθότητας και της υποτιθέμενης ποιοτικής δημοσιογραφίας, περιγράφονται ποια σημαντικά γερμανικά όργανα μαζικής ενημέρωσης απέκτησαν ρόλο γραφείου Τύπου του ΝΑΤΟ και των γερμανικών και αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών – με εξαγορασμένες καταχωρήσεις εν είδει ειδησιογραφίας. Επιπλέον, αναλύονται τεχνικές προπαγάνδας, όπως η συστηματική παραποίηση φωτογραφιών και πολιτικών δηλώσεων, αποκαλύπτονται οι στημένες βραβεύσεις «φιλικών» δημοσιογράφων και τα ακριβοπληρωμένα ταξίδια τους σε φιλικά σουλτανάτα και παρουσιάζονται ακόμα και έντυπα της αμερικανικής πρεσβείας για την προώθηση σχεδίων επηρεασμού της κοινής γνώμης και εκμηδένισης αντίθετων απόψεων. Ασφαλώς, με αυτά τα δεδομένα δεν είναι καθόλου παράξενο που ο διευθυντής του Δεύτερου Γερμανικού Προγράμματος, ZDF, αποκαλεί τους ναζί του ουκρανικού τάγματος Αζόφ, «αγωνιστές της ελευθερίας» ή που η διάδοση αντιρωσικής ειδησιογραφίας από τα πρακτορεία ειδήσεων κατέληξε σε αυτοματοποιημένο μηχανισμό αναπαραγωγής νατοϊκής προπαγάνδας.
Είναι γεγονός ότι, από τότε που η ενιαία γραμμή της ευρωατλαντικής ελίτ επέβαλε ως νατοϊκό δόγμα τη «διευρυμένη ασφάλεια», συμπεριλαμβάνοντας σε αυτήν τρομοκρατία, πειρατεία, διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής, μεταναστευτικό, ναρκωτικά, οργανωμένο έγκλημα, κλιματική αλλαγή, αυτή η τόσο εκτεταμένη διαπλοκή μεταξύ πολιτικής, οικονομίας και δημοσιογραφίας στη Γερμανία –και όχι μόνο– έπαψε να έχει στοιχεία παραδοξότητας ή συνωμοσιολογίας. Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί να μιλά κανείς και για παραξενιές ενός πρώην Ανατολικογερμανού πάστορα και σημερινού πρόεδρου της Γερμανίας Γκάουκ, που επιμόνως προτρέπει για «μεγαλύτερη υπευθυνότητα» της Γερμανίας διεθνώς, κάτι που μεταφράζεται σε περισσότερες επεμβάσεις του γερμανικού στρατού στο εξωτερικό, παρότι η συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών απορρίπτει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Για τη γερμανική κυβέρνηση, η άμυνα δεν αφορά πλέον μόνο την υπεράσπιση της γερμανικής επικράτειας, αλλά περιλαμβάνει και την υπεράσπιση της ευημερίας του γερμανικού λαού, που σημαίνει εξασφάλιση πρώτων υλών και ενέργειας, χαμηλό επίπεδο ανεργίας, θετικό εμπορικό ισοζύγιο με τις άλλες χώρες κ.λπ. Η ρήση ενός Γερμανού πρώην υπουργού Άμυνας ότι, «η άμυνα της Γερμανίας ξεκινά στο Ιντουκούς», αναγορεύτηκε πλέον σε πολιτική βούληση των γερμανικών κυβερνήσεων, που προσπαθούν με κάθε τρόπο να το επιβάλουν στη γερμανική κοινή γνώμη, εξ ου και η γιγάντωση της διαπλοκής με τη δημοσιογραφική ελίτ. Η σύγκρουση στα σύνορα Δυτικής και Ανατολικής Ουκρανίας, εκεί δηλαδή που στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ουκρανοί ναζί πολεμούσαν για τα γερμανικά συμφέροντα, είναι σαφές πως πραγματοποιείται στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου