Φαίνεται πως ήρθε η ώρα να ξυπνήσουν όσοι κοιμούνται ακόμη, να ξεχάσουμε όλες εκείνες τις ωραίες κουβέντες περί «επαχθούς χρέους», «σκληρών διαπραγματεύσεων» κλπ, να το πάρουμε απόφαση πως η ελπίδα που περιμέναμε χάθηκε στον δρόμο και να χωνέψουμε πως και τα χρέη μας ως χώρα θα πληρώσουμε και καινούργιο μνημόνιο θα φάμε κατακέφαλα.
Όπως μας έχει εξηγήσει εδώ και χρόνια (από την εποχή που ήταν ακόμη πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου) ο Ζαν-Κλωντ Γιουνκέρ, «όταν η κατάσταση σοβαρεύει, πρέπει να πεις ψέματα» (*). Κι είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια ειπώθηκαν τόσα ψέματα μαζεμένα ώστε οι ελάχιστες αλήθειες πνίγηκαν μέσα τους. Ένα από τα μεγαλύτερα ψέματα που ακούστηκε πριν πέντε χρόνια και που ακόμα αναμεταδίδεται από πολλά «έγκυρα» στόματα ήταν εκείνο περί ανάγκης διασώσεως της χώρας με την βοήθεια που θα μας πρόσφερε λόγω αλληλεγγύης η τρόικα Αυτό το ψέμα, όπως και άλλα σχετικά ψέματα, θα επιχειρήσουμε να αποκαλύψουμε σιγά-σιγά.
Το «Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων» (Council on Foreign Relations – CFR) είναι ένα πανίσχυρο, ανεξάρτητο think-tank, όπου συμμετέχουν διάφορες ετερόκλητες προσωπικότητες, από τον οικονομολόγο Ρόμπερτ Ρούμπιν μέχρι τον δημοσιογράφο Φαρίντ Ζακάρια αλλά και την ηθοποιό Αντζελίνα Τζολί. Σε περυσινό άρθρο του με τίτλο «Ουκρανία, Ελλάδα και ΔΝΤ: Και πάλι déjà vu;«, το CFR διαπιστώνει με κατηγορηματικό τρόπο: «Με δυο λόγια, δεν βλέπουμε τις προβλέψεις τού ΔΝΤ περί προοπτικών ανάπτυξης της Ουκρανίας και της Ελλάδας καθόλου ως προβλέψεις αλλά μάλλον ως υποθέσεις απαραίτητες για να δικαιολογηθούν οι παρεμβάσεις τού ΔΝΤ».
Βεβαίως, σε έναν φυσιολογικό κόσμο, κάθε πράξης προηγείται η αιτιολογία και, σε περίπτωση αστοχίας, έπεται η δικαιολογία. Οι δικαιολογίες προηγούνται μόνον όταν η πράξη αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις. Το ΔΝΤ, δηλαδή, δεν θα είχε λόγο να ψάχνει δικαιολογίες αν δεν έκανε παρεμβάσεις που θα προκαλούσαν. Ποιός είναι, λοιπόν, ο λόγος για τον οποίο το ΔΝΤ αναζητά δικαιολογίες εκ των προτέρων;
Η Κάριν Λίσσακερς είναι σήμερα διευθύντρια του ανωτάτου συμβουλίου του ΔΝΤ. Στο παρελθόν, η Λίσσακερς έχει διατελέσει υψηλόβαθμο στέλεχος σε πολλές κυβερνητικές θέσεις των ΗΠΑ. Στις 16 Μαρτίου 1983, ενώ υπηρετεί στο υπουργείο εξωτερικών ως αναπληρώτρια διευθύντρια προσωπικού στο τμήμα σχεδιασμού πολιτικής, η Λίσσακερς δημοσιεύει ένα άρθρο με τίτλο «Γουώλ Στρητ: Οικονομικά του Φάουστ» και επεξηγηματικό υπότιτλο «Η σημερινή λύση του προβλήματος του διεθνούς χρέους είναι ανησυχητικά όμοια με τις πολιτικές και τις διαδικασίες που δημιούργησαν την κρίση την προηγούμενη φορά». Σ’ εκείνο το -ηλικίας 32 ετών πια- άρθρο, η Λίσσακερς δεν μασάει τα λόγια της: «Πράγματι, το Ταμείο (σ.σ.: το ΔΝΤ) ενεργεί ως νταβατζής των τραπεζικών δανειακών συμβάσεων επειδή η συνεχής πρόσβαση σε πόρους τού ΔΝΤ εξαρτάται από τις τακτικές πληρωμές των οφειλετών. Επί πλέον, τα προγράμματα λιτότητας του ΔΝΤ σχεδιάζονται για να απελευθερώσουν συνάλλαγμα το οποίο θα εξυπηρετεί τα χρέη».
Το ότι αυτή είναι η φιλοσοφία τού ΔΝΤ έχει αποδειχθεί στο διάβα των χρόνων κατ’ επανάληψη από τις «επιχειρήσεις διάσωσης» που έχει στήσει παγκοσμίως το Ταμείο. Φαίνεται, όμως, ότι μ’ αυτή την φιλοσοφία συμφωνούν και οι ευρωπαίοι. Πριν δυόμισυ περίπου χρόνια, σε συνέντευξή του στο Spiegel online, ο επί κεφαλής τού Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε ευθέως: «Έχω απόλυτη εμπιστοσύνη ότι τα δάνεια θα αποπληρωθούν, επειδή αυτό που εμείς κάνουμε τώρα στην Ευρώπη είναι ό,τι ακριβώς έχει κάνει το ΔΝΤ σε όλον τον κόσμο εδώ και δεκαετίες χωρίς ποτέ να χάσει χρήματα. Τα δάνεια του ΔΝΤ συνδέονται, όπως τα δικά μας, με όρους βάσει των οποίων η χώρα (ενν.: που δανείζεται) αναμορφώνει την οικονομία της».
Ας αλλάξουμε για λίγο οπτική γωνία. Ένα άλλο ψέμα, το οποίο δένει με το προηγούμενο και το οποίο βαρεθήκαμε να ακούμε τόσα χρόνια, είναι αυτό που λέει πως, αν δεν προστρέχαμε στο ΔΝΤ και στην τρόικα εν γένει, πολύ σύντομα το κράτος θα αδυνατούσε να καταβάλει μισθούς και συντάξεις. Πρόκειται για ένα τεράστιο και χυδαίο ψέμα, το οποίο «εκλαϊκεύει» το περίφημο μήνυμα του Καστελλόρριζου κατά τέτοιον τρόπο ώστε ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολλοί απλοί άνθρωποι που πιστεύουν πως θα είχαν πεινάσει δίχως την τρόικα.
Η αλήθεια, φυσικά, είναι τελείως διαφορετική. Από την πρώτη δόση τής τροϊκανής «βοήθειας» τον Μάιο του 2010 μέχρι και την τελευταία πέρυσι το καλοκαίρι, από τα δυο προγράμματα στήριξης πήραμε 226,7 δισ. ευρώ: 73 από το πρώτο και 153,7 από το δεύτερο. Κατ’ αρχή, αυτά τα ποσά αρκούν για να αποδείξουν την προχειρότητα με την οποία σχεδιάστηκε το πρώτο πρόγραμμα και τα τεράστια λάθη του ενώ το επικείμενο τρίτο πρόγραμμα (συμφωνία, μνημόνιο, όπως θέλετε πείτε το) οδηγεί σε παρόμοια συμπεράσματα για την αξιοπιστία και του δεύτερου. Ας μη μείνουμε, όμως, εδώ. Η ουσία είναι ότι πήραμε 226,7 δισ. Πού πήγαν αυτά τα λεφτά; Ο παρακάτω πίνακας είναι σαφής:
Τόμπολα! Από τα 226,7 δισ. μιας ολόκληρης πενταετίας, μόνο τα 27 (λιγώτερο από 12%, δηλαδή) έμειναν στην τσέπη μας. Τα υπόλοιπα 200 σχεδόν δισ. επέστρεψαν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στις τσέπες εκείνων που μας τα δάνεισαν.
Ομολογώ ότι όλα αυτά δεν περιέχουν το παραμικρό ίχνος αλληλεγγύης. Αντίθετα, πιστοποιούν τα όσα υποστήριξαν παραπάνω η Λίσσακερς και ο Ρέγκλινγκ. Δηλαδή, η υποτιθέμενη βοήθεια προς την Ελλάδα δεν ήταν παρά στήριξη των δανειστών της.
(*) Ακούστε στο YouTube τον Ζαν-Κλωντ Γιουνκέρ να εξηγεί σε λιγότερο από 2,5 λεπτά τους λόγους για τους οποίους η οικονομική πολιτική τής ευρωζώνης πρέπει να αποφασίζεται σε «σκοτεινά, μυστικά δωμάτια». Στο 0:20 του βίντεο, ο Γιουνκέρ είναι σαφής:«When it becomes serious, you have to lie».
Και το ψέμα συνεχίζει...
Στον επίσημο ιστοτόπο τής Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχει αναρτημένο ένα πολύ ενδιαφέρον φύλλο υπολογισμού (ένα excelάκι, όπως το λέμε στην καθομιλουμένη), το οποίο απεικονίζει με αναλυτικό τρόπο την βοήθεια που πρόσφεραν οι 27 χώρες τής Ένωσης στις τράπεζές τους κατά την περίοδο 1/1/2008 – 30/9/2012. Ιδού μερικοί από τους ανατριχιαστικούς αριθμούς (τα ποσά σε δισ. ευρώ, τα ποσοστά αντιστοιχούν στο ΑΕΠ 2011 κάθε χώρας):
Ηνωμένο Βασίλειο: 873,35 (50%) – Γερμανία: 646,05 (25,1%) – Δανία: 612,63 (256,1%!) – Ισπανία: 575,25 (53,6%) – Ιρλανδία (η χώρα που προβάλλεται ως υπόδειγμα συμμόρφωσης προς τους όρους των μνημονίων): 571,34 (365,2%!!) – Βέλγιο: 358,62 (97,4%) κλπ. Η Ελλάδα «περιορίστηκε» σε 128,75 δισ., ποσό ίσο προς το 59,9% του ΑΕΠ 2011. Συνολικά δε, η Ε.Ε. των 27 διέθεσε για την στήριξη των τραπεζών της πάνω από πέντε τρισεκατομμύρια ευρώ (για την ακρίβεια: 5,086 τρισ.), ποσό που αντιστοιχεί στο 40,3% του ΑΕΠ της για το 2011!
Ίσως στ’ αφτιά ενός αμύητου να ακούγεται δυσνόητο αλλά τα παραπάνω νούμερα εξηγούν τους λόγους για τους οποίους οι ισχυροί τής Ευρώπης επιβάλλουν -ή, τουλάχιστον, πιέζουν απαιτώντας- μέτρα «διάσωσης» στους ασθενέστερους. Όπως δηλώνει κατηγορηματικά η Στέφανι Κρετζ (στέλεχος της ελβετικής τράπεζας Λομπάρντ Οντιέ, υπεύθυνη επενδυτικής στρατηγικής σε θέματα ιδιωτικής τραπεζικής): «Η Γερμανία, δανείζοντας χρήματα στις χώρες της περιφέρειας, προσπαθεί να αποτρέψει τις δικές της τράπεζες, οι οποίες είναι εύθραυστες και έχουν υψηλή μόχλευση, από το να δεχτούν μοιραίο χτύπημα, ενορχηστρώνοντας αποτελεσματικά μια ανακεφαλαιοποίηση του δικού της τραπεζικού συστήματος από την πίσω πόρτα» (Gareth Gore και Sudip Roy, «German banks win big from Spain bailout«, International Financing Review / Reuters, 28/6/2012).
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο οικονομικός σύμβουλος της γερμανικής κυβέρνησης Πέτερ Μπόφινγκερ παραπονιέται για την στάση πολλών συμπατριωτών του, οι οποίοι αντιτίθενται στις επιχειρήσεις διάσωσης των περιφερειακών ευρωπαϊκών χωρών: «Το να πούμε ότι είμαστε εναντίον της διάσωσης επειδή εκατομμύρια γερμανοί είναι, αποτελεί την χειρότερη δυνατή επιλογή. Θα ήταν καλύτερα να εξηγήσουμε στους πολίτες γιατί η βοήθεια δισεκατομμυρίων είναι αναπόφευκτη. Δεν αφορά κατά κύριο λόγο τις προβληματικές χώρες αλλά τις δικές μας τράπεζες που έχουν εκτεθεί σε μεγάλο βαθμό με τα δάνεια που έχουν χορηγήσει σ’ αυτές» (Stefan Schultz και Philipp Wittrock, «Bedrohte Wirtschaftsunion: Aufmarsch der Ego-Europäer«, Spiegel Online, 12/5/2011).
Παρ’ ότι, λοιπόν, αυτοί που ξέρουν τα πώς και τα γιατί, μιλούν μ’ αυτόν τον τρόπο έξω από τα δόντια, πολιτικοί και δημοσιογράφοι επιμένουν να αναμασούν χιλιοειπωμένα παραμύθια, υιοθετώντας την άποψη Γιουνκέρ περί της ανάγκης να λέγονται ψέμματα όταν δυσκολεύουν τα πράγματα. Τα πέντε και πλέον τρισεκατομμύρια που, όπως είπαμε πιο πάνω, διοχετεύτηκαν στο τραπεζικό σύστημα, δεν αποδεικνύουν απλώς μια προσπάθεια να κουκουλωθούν ιστορίες τραπεζικής ντροπής (π.χ. Dexia στο Βέλγιο, Landesbanken στην Γερμανία κλπ) αλλά και να αποτραπεί ο κίνδυνος κατάρρευσης του καπιταλιστικού οικοδομήματος λόγω της υπερβολικής τραπεζικής έκθεσης σε τοξικά ομόλογα. Όπως εξηγεί ο Γιόζεφ Άκερμαν (πρώην διοικητής της Ντώυτσε Μπανκ και νυν πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας Κύπρου): «Είναι κοινό μυστικό ότι πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες δεν θα επιβίωναν αν αναγκάζονταν να αποτιμήσουν τα κρατικά ομόλογα που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους σε τρέχουσες τιμές αγοράς» (ρεπορτάζ της Courtney Comstock στο Business Insider, 5/9/2011).
Το ψέμα κατέρρευσε. Καμμιά αλληλεγγύη δεν ενέπνευσε τους μεγάλους να σώσουν την χώρα μας. Σιγά που θα νοιάζονταν για κάποιους ψωροέλληνες, για κάποιους παλιοπορτογάλους ή για κάποιους κωλοϊρλανδούς. Τις τράπεζές τους ήθελαν να διασώσουν. Από την στιγμή που η έξοδος από την κρίση απαιτεί καταστροφή κεφαλαίων, είναι λογικό να φροντίζει ο καθένας να σώσει τα δικά του κεφάλαια και να καταστρέψει τα ξένα. Κι αφού κάποιοι έπρεπε να πληρώσουν την ζημιά, αυτοί δεν θα μπορούσε να είναι οι ισχυροί.
Πώς δούλεψε, όμως, το μεγάλο κόλπο; Αν η Ελλάδα, για παράδειγμα, αποφάσιζε κάποια στιγμή να μη πληρώσει ένα ομόλογο, η τράπεζα που θα το είχε δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε. Παράλληλα, είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα ξεκινούσε ένα ντόμινο εξελίξεων, το οποίο θα αποκάλυπτε ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός: αν το ελληνικό ομόλογο γινόταν και επίσημα παλιόχαρτο, θα παράσερνε και άλλα ομόλογα (π.χ. το πορτογαλικό ή το ισπανικό) και το σύστημα θα κατέρρεε.
Έτσι άρχισε η φάμπρικα της «διάσωσης»: η τρόικα (ΔΝΤ, Ε.Ε. και ΕΚΤ) φροντίζουν να δανείζουν στην Ελλάδα τα χρήματα που απαιτούνται για την κάλυψη των υποχρεώσεών της. Μετά από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, η Ελλάδα έχει ξοφλήσει τα ομόλογα που είχαν οι διάφορες τράπεζες αλλά τώρα πια χρωστάει τα ίδια και περισσότερα στην τρόικα. Μόνο που τώρα δεν μπορεί να πει «δεν πληρώνω», αφού αφ’ ενός μεν δεν έχει να κάνει με κάποιον ιδιώτη αλλά με κολοσσούς και με κράτη αφ’ ετέρου δε η τρόικα έχει φροντίσει (μέσω των μνημονίων) να εξασφαλίσει ότι θα πάρει πίσω τα δανεικά. Να, λοιπόν, γιατί είπα πρωτύτερα ότι οι αριθμοί, τους οποίους παρέθεσα στην αρχή, πιστοποιούν το ελατήριο του μηχανισμού «διάσωσής» μας.
Αρκετά είπαμε σήμερα. Όσο κι αν όλα αυτά έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, δεν παύουν να είναι κουραστικά. Αύριο θα ολοκληρώσουμε με μερικά ακόμη ενδιαφέροντα πραγματάκια. Κι αν έχουμε χρόνο και διάθεση, θα σας εξηγήσω γιατί όλη αυτή η παραφιλολογία των ημερών περί στάσης πληρωμών, διπλού νομίσματος, εξόδου από το ευρώ αλλά με παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ με αφήνει αδιάφορο.
cogito ergo sum
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου