«Πονούσιν οι πολλοί και σκέπτονται το αίτιον…»
Πώς βίωσαν οι πολίτες τις γιορτές μετά τη «στάση πληρωμών» και τη χιονοστιβάδα φτώχειας και πείνας
Τέτοιες μέρες είναι κανόνας ν’ αναζητούνται παλιές χριστουγεννιάτικες ιστορίες Τα παλιά είναι συνήθως… πάντα καλύτερα Χριστούγεννα! Ιδιαίτερα σε δύσκολες εποχές. Οσο πιο μακριά βρίσκονται από το παρόν, τόσο παραδεισιακές διαστάσεις παίρνουν! Σαν να υπήρχαν χρόνια που δένανε τα σκυλιά με τα λουκάνικα, νικούσε η αγάπη και βασίλευε παντού η ειρήνη!
Σ’ αντίθεση με την τάση επιστροφής τις μέρες μας στους… παλιούς, καλούς καιρούς, ας γυρίσουμε πίσω στον Δεκέμβριο του 1893. Τη χρονιά, τον μήνα και τις γιορτές, που σημαδεύει το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Τυπικά, η χρεοκοπία εξαγγέλθηκε την πρώτη Δεκεμβρίου (13 με το νέο ημερολόγιο) με την κατάθεση νομοσχεδίου. Μέσα σε 10 ημέρες, αυτό και άλλα 2 νομοσχέδια είχαν γίνει νόμοι του κράτους (9-10 Δεκεμβρίου). Στις 28 Δεκεμβρίου κατατέθηκε και ο πρώτος προϋπολογισμός της χρεοκοπίας, που θα ψηφισθεί, όμως, μετά 3 μήνες.
ΔιαμαρτυρίεςΟσα διαδραματίστηκαν τότε έχουν γίνει τελευταία πολύ γνωστά, αλλά ας θυμηθούμε μερικά ακόμη για ν’ αποτυπωθεί καλύτερα ο χαρακτηρισμός «γιορτές φτώχειας». Ξέσπασε θύελλα διαμαρτυριών κατά του Τρικούπη σε Λονδίνο, Παρίσι και Βερολίνο, που αξίωσαν την επιβολή διεθνούς ελέγχου στις εισπράξεις του Δημοσίου. Αλλά και στην Ελλάδα από την αντιπολίτευση.
Αυτό που συνήθως δεν αναφέρεται με σαφήνεια είναι ότι ο Τρικούπης δεν τράπηκε σε φυγή. Εμεινε στην κυβέρνηση μετά τη χρεοκοπία και προσπάθησε να πετύχει τον «διακανονισμό». Οι προσπάθειες δεν είχαν αποτελέσματα. Οπως άλλωστε και των διαδόχων του. Θα χρειαστεί ένας πόλεμος για να υποταγεί η Ελλάδα στις απαιτήσεις των δανειστών και να επιβληθεί ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (1898).
Πώς όμως βίωνε τη χρεοκοπία η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών. Οδηγός μας ο αντιτρικουπικός Τύπος, καθώς οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες αποφεύγουν τις περιγραφές. Παρά το γεγονός ότι οι δημοσιογραφικοί κανόνες της εποχής επιτάσσουν αναλυτικά ρεπορτάζ για την κίνηση στην εορταστική αγορά και τις τιμές των ειδών πλατιάς κατανάλωσης. Σε μια μάλιστα απ’ αυτές ο ρεπόρτερ της παρακάμπτει τον σχετικό σκόπελο μ’ ευφάνταστο τρόπο: «-Πώς πήγε εφέτος η δουλειά; ρωτά τον κρεοπώλη.
-Καλά, δόξα τω Θεώ! Ο κόσμος λεπτά δεν έχει λένε και λεπτά ξοδεύει. Μυστήριον…».
Ο αντικυβερνητικός Τύπος εκπέμπει με διαφορετικούς τρόπους, σ’ άλλο μήκος κύματος:
-«Πάντες (στην αγορά) με κεκλιμένας τας κεφαλάς και την κατήφειαν εις το πρόσωπο εζωγραφισμένην… Η εξοικονόμησις του άρτου είνε το μόνον μέλημα πάντων των οικογενειαρχών…».
-«Πανταχού ερείπια. Αι εορταί προκαλούσαι συγκρίσεις θλιβεράς παρουσιάζωσι την κατάστασιν του τόπου υπό πάσαν αυτής αλγεινότητα. Και πονούσιν οι πολλοί και σκέπτονται και ζητούσι το αίτιον της δυσπραγίας…
Παρά τις συνηθισμένες αντιπολιτευτικές υπερβολές η συγκεκριμένη διαπίστωση δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Στα σατιρικά κείμενα χρησιμοποιούνται πολύ σκληρότερες εκφράσεις: «Ευθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε το φαγητό σας/ κι αν άλλο τι δεν έχετε να φάτε τ’ απ’ αυτό σας». Ενώ ένα άλλο μπροστά στις γενικές περικοπές σαρκάζει: «Απεφασίσθη υπό της Κυβερνήσεως να ψαλιδισθή και η σημαία μας…».
Εκείνα τα «Χριστούγεννα ήτο πένθιμα δια την κοινωνίαν». Κατά γενική ομολογία, τα έκανε δυσβάσταχτα ο «εξευτελισμός» της χώρας στα μάτια των Ευρωπαίων από το «κανόνι» της χρεοκοπίας.
Ολοι, όμως, προσβλέπανε σε καλύτερο μέλλον. Υπήρχε κάποια αισιοδοξία…
Πλήθη φτωχών και ζητιάνων
Ιδού ένα σταχυολόγημα από «σκέψεις που υπαγορεύουν τα Χριστούγεννα εις τους εκ των Ορθοδόξων ελευθέρους Ελληνας, τους οποίους κατέστησε πτωχούς και εξηυτελισμένους η εν τη Πολιτεία επικράτησις ανθρώπων αναξίων»: «Δεν ήρκεσε εις την Ελλάδα το ότι εκ των πραγμάτων απεδείχθη μη έχουσα τας δυνάμεις ν’ ανταποκριθή εις τας επιπολαίους, τας αλογίστως αναληφθείσας υποχρεώσεις ως Κράτους. Ηθέλησεν εις την απόδειξιν της οικονομικής αδυναμίας της να προσθέση την απόδειξιν της ηθικής αναξιότητος…».
«Δεν είναι τοιούτος ο λαός της και το αποδεικνύει η Ιστορία του ολόκληρος και δη η των τελευταίων ετών… Υπεβλήθη στερήσεις και θυσίας, όπως επαρκέση εις πάσας τας υποχρεώσεις προς τους δανειστάς του…».
«Πλήθος άπειρον επαιτών. Μη φαινόμενον εις τον πολύν κόσμον, πλήθος στερούμενον του άρτου και γυμνητεύον ανεφάνη. Δεν είχομεν φαντασθή ποτέ τας Αθήνας περικλειούσας τοσαύτην δυστυχίαν, ουδέ τόσον αριθμόν πτωχών…». Ο μόνος πλούτος, έγραφε μελαγχολικά χρονογράφος των ημερών, «ο διαχυθείς εις τας Αθήνας ήτο ο πλουσιοπαρόχως λούσας αυτάς ήλιος και ο μόνος κυκλοφορήσας χρυσός αι ακτίναι αυτού. Το μόνον το οποίον δεν φοβούμεθα μη χάσωμεν…».
Δεν ήταν απολύτως ακριβής. Αφενός μεν επειδή στα σαλόνια των ημερών έρρεε πλούτος. Αφετέρου ακολούθησαν καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες. Μαζί με τα νερά ερχόταν κι ο νέος χρόνος «όστις βρίσκει την Ελλάδα σε κακό και μαύρο χάλι/και τα άμοιρα παιδιά της πάντα γυμνά και πεινασμένα/κι απ’ όλη την Ευρώπη τα πτωχά αδικημένα…/κι είμεθα μικροί μεγάλοι διά το φρενοκομείον/κι η πατρίς η καϋμένη εις τους Φράγκους πωλημένη…».
(Τ’ αποσπάσματα προέρχονται από τις εφημερίδες ΑΣΤΥ, ΕΦΗΜΕΡΙΣ, ΠΡΩΪΑ, ΡΩΜΗΟΣ, ΝΕΟΣ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, ΚΑΙΡΟΙ και ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ)
«ΑΣ ΜΕΛΕΤΗΣΩΜΕΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΑΘΗΜΑΤΩΝ»
Οι επιπτώσεις της χρεοκοπίας, εκτός των άλλων, ωθούσαν και σε σκέψεις για να γίνουν τα παθήματα του παρόντος μαθήματα για το μέλλον. «Ολαι αι περιουσίαι, όλα τα κεφάλαια, όλαι οι πρόσοδοι, όλα της εργασίας τα ανταλλάγματα εμειώθησαν», σημειώνουν οικονομολόγοι και οικονομολογούντες. Αλλοι αποδίδουν την ευθύνη στις τράπεζες και στους «χρυσοκάνθαρους», στους «Φράγκους» (ξένους) πιστωτές, στην κυβερνητική αβουλία. «Εν τη ειρήνη της οικογενειακής εστίας, ας μελετήσωμεν επί των παθημάτων», προτρέπουν πολλοί…
ΒΑΘΙΕΣ ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Σε καιρούς γενικευμένης φτώχειας και ανυπαρξίας δομών κοινωνικής πρόνοιας η αλληλεγγύη βρίσκεται διαχρονικά στην ημερήσια διάταξη. Το φαινόμενο έχει βαθιές ελληνικές ρίζες. Εκκληση κάνουν εφημερίδες όπως και πολλοί φορείς στα φιλάνθρωπα αισθήματα των εχόντων: «Εάν εις άλλους χρόνους απόλυτος παρίστατο η ανάγκη της συνδρομής των δυναμένων υπέρ των ενδεών, το έτος τούτο η ανάγκη αύτη παρίσταται επιτακτικωτέρα…». Οι εκκλήσεις δεν μένουν χωρίς αντίκρισμα.Τ. Κατσιμάρδος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου